Υπάρχει μια αιτία άνοιας που μπορεί μερικές φορές να αντιστραφεί, αλλά συχνά δεν διαγιγνώσκεται, επειδή τα συμπτώματα είναι πολύ παρόμοια με εκείνα άλλων διαταραχών.
Τώρα, ερευνητές υποστηρίζουν ότι ένα απλό τεστ στο περπάτημα μπορεί να εντοπίσει με ακρίβεια αν κάποιος έχει άνοια. Το τεστ για την άνοια αφορά το πόσο γρήγορα μπορεί κάποιος να περπατήσει, κάνοντας κάτι άλλο ταυτόχρονα, όπως το να μετράει ανάποδα, ή το να κρατάει έναν δίσκο σερβιρίσματος.
Η σχετική μελέτη έδειξε ότι το τεστ περπατήματος μπορεί να βοηθήσει να διαφοροποιηθεί το αν κάποιος έχει ιδιοπαθή υδροκεφαλία φυσιολογικής πίεσης (idiopathic normal pressure hydrocephalus - iNPH), ή προοδευτική υπερπυρηνική παράλυση (progressive supranuclear palsy - PSP). Και οι δύο καταστάσεις σχετίζονται με την άνοια.
Τι είναι το καθένα
Η iNPH, που προκαλείται από την περίσσεια υγρού στον εγκέφαλο, μπορεί συχνά να αντιστραφεί, αλλά συνήθως δεν διαγιγνώσκεται διότι παρουσιάζει τα ίδια συμπτώματα περπατήματος, ισορροπίας και σκέψης με άλλες νευρολογικές καταστάσεις, κυρίως με την PSP, που προκαλείται από βλάβη των νευρικών κυττάρων στον εγκέφαλο. Δεν υπάρχει τρόπος πλήρους ίασης για την PSP, αλλά η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων.
“Είναι σημαντικό τα άτομα με ιδιοπαθή υδροκεφαλία φυσιολογικής πίεσης να διαγνωσθούν με ακρίβεια, ώστε να μπορούν να θεραπευτούν και η υγεία τους να βελτιωθεί”, δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης δρ. Charlotte Selge, από το πανεπιστήμιο Ludwig Maximilian του Μονάχου στη Γερμανία. Και πρόσθεσε: “Ένα απλό τεστ περπατήματος μπορεί να βοηθήσει να προσδιοριστεί το εάν ένα άτομο έχει iNPH ή PSP σχετικά νωρίς στην πορεία της νόσου. Η μελέτη μας διαπίστωσε ότι η προσθήκη ενός άλλου στόχου, ενώ κάποιος περπατάει και η αξιολόγηση του πώς επηρεάζει την ικανότητα του περπατήματος, βελτιώνει την ακρίβεια της διάγνωσης”.
Άνοια: Πώς γίνεται το τεστ περπατήματος
Η έρευνα περιελάμβανε 27 άτομα με iNPH, 38 άτομα με PSP και 38 υγιή άτομα. Εκείνοι με PSP και οι υγιείς συμμετέχοντες είχαν μέση ηλικία 69 ετών. Οι ασθενείς με iNPH είχαν μέση ηλικία 72 ετών. Όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν πλήρεις νευρολογικές εξετάσεις, εξετάσεις οφθαλμών, μαγνητική τομογραφία καθώς και τεστ σκέψης και μνήμης. Όλοι ήταν σε θέση να περπατήσουν τουλάχιστον 10 μέτρα χωρίς μπαστούνι ή άλλη βοήθεια.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν τον τρόπο περπατήματος, ή το βάδισμα των συμμετεχόντων, βάζοντάς τους όλους να περπατήσουν σε ένα χαλί ευαίσθητο στην πίεση. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν πρώτα να περπατήσουν σε τρεις διαφορετικές ταχύτητες: αργή, επιθυμητή και όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Στη συνέχεια τους ζητήθηκε να περπατήσουν αλλά ταυτοχρόνως να μετρούν προς τα κάτω και, μετά, να περπατήσουν κρατώντας έναν δίσκο σερβιρίσματος.
Διαπιστώθηκε το περπάτημα με την αντίστροφη μέτρηση οδήγησε σε μεγαλύτερη μείωση της ταχύτητας περπατήματος σε εκείνους με PSP, σε σύγκριση με εκείνους με iNPH. Η ταχύτητα περπατήματος μειώθηκε κατά 34% σε εκείνους με PSP και κατά 17% σε εκείνους με iNPH. Όταν οι συμμετέχοντες περπατούσαν, ενώ κουβαλούσαν τον δίσκο, το βάδισμα επιδεινώθηκε για εκείνους με PSP αλλά βελτιώθηκε για εκείνους με iNPH, γεγονός που μπορεί να σημαίνει ότι η δεύτερη εκδοχή του τεστ δεν ήταν αρκετά απαιτητική για τον εγκέφαλο όσων είχαν iNPH.
Τι λένε οι επιστήμονες
“Τα άτομα με PSP φαίνεται να είναι πιο ευαίσθητα σε αυτά τα τεστ περπατήματος από ό,τι τα άτομα με iNPH”, δήλωσε ο η δρ. Selge.
Με την απλή αξιολόγηση του περπατήματος, οι ερευνητές ήταν σε θέση να εντοπίσουν με ακρίβεια ποιος είχε PSP και ο οποίος είχε iNPH στο 82% των περιπτώσεων. Αλλά όταν και οι δύο εκδοχές τους τεστ (περπάτημα με ανάποδο μέτρημα και περπάτημα κρατώντας τον δίσκο) συνυπολογίστηκαν, η διαγνωστική ακρίβεια αυξήθηκε στο 97%!
“Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι ο συνυπολογισμός αυτών των δύο απλών τεστ περπατήματος είναι ένας φθηνός και αποτελεσματικός τρόπος για την βελτίωση της διάγνωσης της iNPH”, δήλωσε η δρ. Selge και πρόσεθσε: “Μελλοντικές μελέτες μπορεί να εστιάσουν στην αύξηση της πολυπλοκότητας των δευτερευόντων στόχων στο περπάτημα, για να διαπιστωθεί αν μπορούμε να πετύχουμε ακόμα μεγαλύτερη ακρίβεια, καθώς και μια καλύτερη εικόνα για το πώς οι δύο ασθένειες επηρεάζουν το βάδισμα”.