Οικονομική πραγματικότητα και προτάσεις για τη Νέα Αλλαγή

του Χάρη Δούκα, Δήμαρχου Αθηναίων, υποψήφιου προέδρου του ΠΑΣΟΚ

Η Ελλάδα κατέγραψε το 2023 το υψηλότερο επίπεδο δημόσιων εσόδων συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Κυριότερη πηγή ήταν για ακόμη μια χρονιά οι εισπράξεις από έμμεσους φόρους, με το ύψος τους να ανέρχεται στο 17,4% του ΑΕΠ, έναντι 12,5% στην Ευρωζώνη. Αντίθετα, σημαντική υστέρηση καταγράφει η Ελλάδα όσον αφορά τις εισπράξεις από άμεσους φόρους, το ύψος των οποίων το 2023 ανήλθε στο 10,6% του ΑΕΠ, έναντι 13,4% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη. Είναι γνωστό ότι οι έμμεσοι πλήττουν περισσότερο τα χαμηλότερα εισοδήματα κι έτσι αυξάνει ο κίνδυνος φτώχειας για εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα. Αυτή δηλαδή η ανισορροπία στα φορολογικά έσοδα συνιστά μια κύρια πηγή αύξησης των ανισοτήτων στη χώρα μας.

Όσον αφορά τις τράπεζες, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,57% ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των νέων δανείων αυξήθηκε στο 5,86%. Αυτό το spread των 5,29 ποσοστιαίων μονάδων είναι πολύ μεγάλο, ειδικά για μια χώρα όπως η Ελλάδα που έχει ανάγκη πολλών νέων επενδύσεων, και από επιχειρήσεις αλλά και από νοικοκυριά.

Βλέπουμε όμως ότι οι τράπεζες περισσότερο επικεντρώνονται στη γενναία χορήγηση μερισμάτων μέσω αύξησης των διανεμόμενων κερδών τους και, ως επιβράβευση, στην υπέρογκη αύξηση των αμοιβών της ανώτατης διοίκησης. Ως φυσικό επακόλουθο αυτής της επιλογής είναι να παραμένει υψηλό το μερίδιο των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στο κεφάλαιο των τραπεζών, όπως ακριβώς λέει και η Τράπεζα της Ελλάδος.

Κι επειδή νέα δάνεια δίνονται με περιορισμένο ρυθμό, το 2023 η Ελλάδα είχε μακράν τις χαμηλότερες επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ποσοστό στην Ελλάδα ήταν 14,3% του ΑΕΠ και ο μ.ο. στην Ένωση ήταν 22%. Δηλαδή μας λείπουν πάνω από 16 δισ. Ευρώ επενδύσεων κάθε χρόνο για να συγκλίνουμε με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Επιπλέον, στην Ελλάδα ένα μεγάλο μέρος της επενδυτικής δραστηριότητας κατευθύνθηκε προς τις κατασκευές. Παράλληλα, παραπάνω από τις μισές Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) κατευθύνθηκαν προς την αγορά κατοικίας και τον κλάδο της εστίασης και της παροχής καταλυμάτων.

Ένα ακόμα δεδομένο που διαμορφώνει την οικονομική και πολιτική πραγματικότητα στην Ελλάδα είναι ότι από το 2025 οι προϋπολογισμοί των κρατών-μελών της ΕΕ θα έχουν ως βάση υπολογισμών για πρώτη φορά, όχι συνολικά την πορεία των οικονομικών της χώρας, αλλά κυρίως την πορεία των κρατικών δαπανών. Κάθε χώρα δεσμεύεται ότι μπορεί να αυξήσει κατά ένα συγκεκριμένο και προαποφασισμένο ποσοστό τις κρατικές της δαπάνες, π.χ. 3%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι όσο και να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα (με διεύρυνση φορολογικής βάσης ή/και αύξηση συντελεστών ή/και έκτακτες φορολογήσεις), τα λεφτά που ξοδεύει κάθε κυβέρνηση δεν θα μπορούν να αυξηθούν πάνω από ένα ποσοστό, σε ετήσια βάση.

Αυτή είναι η οικονομική πραγματικότητα στην Ελλάδα, σαφώς πολύ διαφορετική από την εξωραϊσμένη εικόνα που προσπαθεί να μας δείξει η κυβέρνηση. Ποια είναι όμως η προοδευτική απάντηση για να αλλάξει αυτή η πραγματικότητα;

Πρώτον, σχεδιάζουμε κι εφαρμόζουμε ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την αλλαγή του μίγματος φορολογικών εσόδων με εξορθολογισμό των εισπράξεων από τους έμμεσους φόρους. Για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο σίγουρα θα χρησιμοποιήσουμε, μεταξύ άλλων, τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας και την ανάλυση των big data.

Δεύτερον, πρέπει όλοι να αναγνωρίσουμε στη χώρα μας ότι υπάρχει το πρωτείο της πολιτικής. Αυτό ισχύει και για τον τραπεζικό τομέα. Και δεν μπορεί όλοι, πολιτικοί και θεσμικοί φορείς, να λένε ότι χρειαζόμαστε περισσότερες επενδύσεις αλλά οι τράπεζες να δίνουν το 40% των κερδών τους σε μερίσματα. Για αυτό και θα συντονίσουμε τις ενέργειες μας με τους θεσμικούς φορείς σε Ελλάδα και ΕΕ, έτσι ώστε οι τράπεζες να κρατήσουν μεγαλύτερο μέρος της κερδοφορίας τους για εξυγίανση των ιδίων κεφαλαίων τους. Για να μπορούν να δίνουν περισσότερα δάνεια και με καλύτερους όρους στις υγιείς επιχειρήσεις τις χώρες και ειδικά στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην περιφέρεια.

Τρίτον, διευκολύνουμε πολιτικά και ρυθμιστικά και αξιοποιώντας τη δημόσια περιουσία, εκείνες τις επενδύσεις που ενισχύουν την αντοχή της χώρας στο μέλλον, ενδεικτικά στους κλάδους της πρωτογενούς παραγωγής, της τεχνολογίας, των φαρμάκων, των υποδομών και φυσικά στην έρευνα & ανάπτυξη.

Τέταρτον, επιταχύνουμε το ΕΣΠΑ και τον Αναπτυξιακό Νόμο. Και αλλάζουμε τα κριτήρια που οδηγούν σε ουσιαστικό αποκλεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τζίρο κάτω από 500.000 ευρώ ετησίως. Αυτές όμως οι επιχειρήσεις είναι κομμάτι της ραχοκοκκαλιάς της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και όσες είναι υγιείς πρέπει να έχουν πρόσβαση στο ΕΣΠΑ.

Πέμπτο, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος έργα του Ταμείου Ανάκαμψης που έχουν συμβασιοποιηθεί να μην ολοκληρωθούν μέχρι το 2026 και να πρέπει να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό ο κρατικός προϋπολογισμός, πρέπει να επιταχύνουμε τις σφιχτές διαδικασίες που προβλέπει το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και να επιδιώξουμε μια παράταση των προθεσμιών και όπου είναι αναγκαίο να γίνει και ανακατεύθυνση των πόρων του Ταμείου.

Και τελευταίο αλλά εξόχως σημαντικό: Πρέπει ως χώρα και ως πολιτικό σύστημα να κατακτήσουμε μια νέα δεξιότητα: την αύξηση της ευημερίας και του βιοτικού επιπέδου μας σε ένα περιβάλλον περιορισμένης αύξησης των κρατικών δαπανών. Εμείς δεσμευόμαστε από τη μεριά μας ότι έτσι θα πολιτευθούμε, για το καλό των πολλών και για το καλό της πατρίδας μας.

https://www.ot.gr/

 

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ