Γνωρίζουν τα ζώα ότι κάποτε θα πεθάνουν;

Τον περασμένο Ιούνιο, περισσότεροι από 20 επιστήμονες συναντήθηκαν στο Πανεπιστήμιο του Κιότο για το μεγαλύτερο συνέδριο συγκριτικής θανατολογίας, της μελέτης δηλαδή για τον τρόπο με τον οποίο τα ζώα βιώνουν το θάνατο. Ο κλάδος είναι μικρός, αλλά η βιβλιογραφία του χρονολογείται από τον Αριστοτέλη.

Το 350 π.Χ., έγραψε για ένα ζευγάρι δελφινιών που είχε δει να γλιστρά κάτω από την επιφάνεια του Αιγαίου Πελάγους, να στηρίζουν ένα νεκρό μοσχάρι, «προσπαθώντας από συμπόνια να αποτρέψουν τη βύθισή του».


Το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας στη συγκριτική θανατολογία αποτελείται από ιστορίες όπως αυτή όμως οι επιστήμονες θα ήθελαν να προχωρήσουν πέρα από αυτές, γράφει ο Ross Anderson στο The Atlantic.

Για την ακρίβεια, θέλουν να καταλάβουν ποια συναισθήματα αναβλύζουν μέσα στα ζώα όταν χάνουν συγγενείς, να μάθουν αν τα ζώα στοιχειώνονται από τον θάνατο, όπως εμείς. Βέβαια, εμποδίζονται από ορισμένα πρακτικά ζητήματα.

Για αρχή, δεν μπορούν να πάρουν συνεντεύξεις από τα ζώα. Το μόνο που μπορούν να κάνουν, είναι να παρακολουθούν τις ορμονικές μεταβολές τους -τα επίπεδα κορτιζόλης των μπαμπουίνων αυξάνονται όταν χάνουν κάποιον κοντινό τους- αλλά κι αυτές μπορεί να πυροδοτούνται από άλλους στρεσογόνους παράγοντες.

Μέχρι στιγμής, τα καλύτερα συγκριτικά-θανατολογικά δεδομένα προέρχονται από παρατηρήσεις ζώων στη φύση ή από ζώα σε ζωολογικούς κήπους. Αλλά και εδώ υπάρχουν προβλήματα. Τα είδη που αντιδρούν με πιο ενδιαφέρον τρόπο στο θάνατο είναι οι συνήθεις ύποπτοι: πρωτεύοντα θηλαστικά, φάλαινες και ελέφαντες τα οποία έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής κι έτσι η καταγραφή δεδομένων σχετικά με τις αντιδράσεις τους στο θάνατο τείνει να απαιτεί εργασία ετών ή δεκαετιών.

Η παρατήρηση των χιμπατζήδων και η απάντηση στο ερώτημα

Στο νέο της βιβλίο Playing Possum: How Animals Understand Death, η Ισπανίδα φιλόσοφος Susan Monsó υποστηρίζει ότι πολλά άλλα ζώα μοιράζονται πιθανότατα την απλή έννοια του θανάτου. Ποια είναι αυτή; Ότι είναι αναστρέψιμος.

Τα θηλαστικά, τα ψάρια, τα πτηνά, τα ερπετά και τα έντομα έχουν όλα επίγνωση της δράσης στον φυσικό κόσμο. Παρακολουθούν το περιβάλλον τους για κίνηση. Διακρίνουν τα άψυχα αντικείμενα και εκείνα που σέρνονται ή κολυμπούν έχοντας κάποιο στόχο. Και ορισμένα από αυτά συμπεριφέρονται με τρόπους που υποδηλώνουν την κατανόηση ότι τα άλλα ζώα μπορεί να τους επιτεθούν. Το δύσκολο είναι να γνωρίζουμε αν αυτές οι συμπεριφορές απορρέουν από μια εννοιολογική αναγνώριση του θανάτου ή αν είναι απλώς ένστικτα.

Στο βιβλίο της, η Monsó υπενθυμίζει στους αναγνώστες της ότι τα ζώα ζουν σε έναν αιματοβαμμένο κόσμο, με την τρομακτική βία του περιβάλλοντός τους να τους παρέχει σημαντικά μαθήματα για την κατανόηση του θανάτου.

Μεταξύ των χιμπατζήδων, οι πράξεις αλόγιστης βίας, μέχρι και δολοφονίας, υποδηλώνουν μια βαθύτερη κατανόηση του θανάτου. Όπως οι λύκοι και τα λιοντάρια -και οι άνθρωποι- οι χιμπατζήδες ενίοτε συνεργάζονται για να σκοτώσουν μέλη αντίπαλων ομάδων.

Αν όντως οι χιμπατζήδες έχουν μια έννοια του θανάτου, αυτή δεν είναι τόσο πολυεπίπεδη ή περίπλοκη όσο η δική μας -αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Οι άνθρωποι ξέρουμε τι είναι ο θάνατος και ξέρουμε ότι κάποια μέρα θα προκύψει.

Ο James Anderson, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κιότο, ο οποίος θεωρείται ευρέως ως ο νονός της συγκριτικής θανατολογίας, έχει υποστηρίξει ότι οι χιμπατζήδες δεν έχουν παρόμοια αίσθηση της θνητότητάς τους. Δεν πιστεύει ότι κάποιος έχει δει ποτέ πραγματικά έναν χιμπατζή να επιχειρεί να αυτοκτονήσει.

Σύμφωνα με τον Anderson, μόνο ένα ζώο που γνωρίζει ότι μπορεί να πεθάνει θα προσπαθήσει να επιφέρει τον θάνατό του. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αξιόπιστες αναφορές για χιμπατζήδες, λέει, ή για οποιοδήποτε άλλο ζώο, που να επιδίδεται σε αυτή τη συμπεριφορά, υποδηλώνει ότι το υπαρξιακό βάρος της θνησιμότητας είναι αποκλειστικά ανθρώπινο.

oneman.gr