Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσιζε το 1975 να καταθέσει αίτηση για ένταξη της Ελλάδας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.),η περίοδος ήταν εξαιρετικά δύσκολη για την Ευρώπη. Η γηραιά ήπειρος είχε υποστεί μια σοβαρή ενεργειακή κρίση,που υπονόμευε τη βιομηχανία της και η εσωτερική της συνοχή, αντιμετώπιζε όμως και προβλήματα μετά τη διεύρυνση της το 1973 σε 9 χώρες-μέλη (είσοδος Δανίας, Ιρλανδίας κ Ην. Βασιλείου),
Εξάλλου, τότε, ούτε και η Ελλάδα ήταν έτοιμη για ένταξη στην ΕΟΚ, γι’ αυτό και οι τεχνοκράτες της στη γνωμοδότησή τους απέρριψαν το ελληνικό αίτημα, τονίζοντας ποια ήταν τα θεσμικά προβλήματα που το έκαναν ανώριμο. Στο επίπεδο αυτό όμως εκείνη την περίοδο,σημαντικός υπήρξε ο ρόλος του ευρύτερου ευρωπαικού όράματος του Κων. Καραμανλή, πρωθυπουργού της χώρας, αλλά και δύο σημαντικών Ευρωπαίων ηγετών, του Γάλλου Βαλερύ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν και του Γερμανού Χέλμουτ Σμιτ, που έβλεπαν πολύ πιο μακρυά από τους Ευρωπαίους τεχνοκράτες. Αμφότεροι πίστευαν και στην πολιτική ένωση της τότε ΕΟΚ και θεωρούσαν ότι αυτή σε καμμία περίπτωση δεν μπορούσε να γίνει χωρίς την ελληνική παρουσία. «Δεν νοείται ενωμένη Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα μέλος της» υπογράμμιζε το 1975 ο Γάλλος πρόεδρος Ζισκάρ ντ’Εσταίν.
Το ίδιο πίστευε και ο Κων. Καραμανλής και ιδού τί έγραψε για το θέμα αυτό ο Κων. Τσάτσος στο βιβλίο του «Ο Άγνωστος Καραμανλής», που εκδόθηκε το 1984, τρία χρόνια μετά την ουσιαστική μας είσοδο στην ΕΟΚ, ως 10ο μέλος της.Υπό τον τίτλο «Ο Καραμανλής, η Ευρώπη και η Οικουμένη», ο στενός συνεργάτης του Κων. Καραμανλή, που είχε χρηματίσει και πρόεδρος της Δημοκρατίας, έγραφε τα ακόλουθα:
«Μιά φιλοσοφική ενατένιση του κόσμου σε γεωγραφικό πλάτος και σε ιστορικό βάθος ωδήγησε τον Καραμανλή στην απόφαση του να συνδέσει την Ελλάδα με τη δημοκρατική Ευρώπη. Η ιστορική μοίρα είχε τοποθετήσει την Ελλάδα στη ρίζα αυτής της Δυτικής Ευρώπης. Ουσιαστικά ήταν με αυτόν τον κόσμο από αιώνες συνδεμένη. Οι ελληνικές αξίες είχαν γίνει οι αξίες της Ευρώπης, όπως σήμερα κυριαρχούν στον Δυτικό κόσμο. Η ίδια ιστορική μοίρα επιτάσσει και σήμερα την ανάπτυξη του υλικού και πνευματικού αυτού δεσμού και, στο μέλλον, την ολοκλήρωσή του σε μια μόνιμη πολιτική ένωση.
Μόλις γεννήθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ο Καραμανλής έταξε ως μόνιμο στόχο της πολιτικής του την προσχώρηση της Ελλάδος σ’ αυτήν την κοινότητα. Το λιγώτερο που συγκινούσε τον Καραμανλή ήταν τα οικονομικά ωφελήματα, η οικονομική αναγκαιότητα να ενταχθεί η Ελλάς στην κοινότητα. Ο Καραμανλής κατάλαβε αμέσως ότι η οριστική ένταξη σε μία Ενωμένη Ευρώπη θα μεταβάλει τα σύνορα της Ελλάδος σε σύνορα της Συνομοσπονδίας των ελεύθερων δημοκρατικών λαών της Ευρώπης και θα κατοχυρώσει έτσι τη συνεχώς απειλούμενη ανεξαρτησία της. Ο Καραμανλής πίστευε ότι η Ελλάς, λόγω της γεωγραφικής της θέσεως, έζησε πάντοτε με το άγχος ενός τοπικού πολέμου, που την υποχρέωνε να αναζητεί προστάτες και κηδεμόνες. Και ότι με την ένταξή της θα απαλλαγή από το άγχος αυτό, μια που κανένας δεν θα μπορεί να προσβάλει τη χώρα χωρίς να προκαλέσει ένα γενικώτερο πόλεμο. Ο Καραμανλής κατάλαβε επίσης ότι αμέσως με την ένταξη κατοχυρώνεται οριστικά και το δημοκρατικό μας πολίτευμα, διότι η δημοκρατική δομή της Κοινότητας αποκλείει κάθε μορφής ολοκληρωτισμό σε οποιοδήποτε τμήμα της.
Τέλος ο Καραμανλής επίστευε ότι, μετά το θάψιμο της Μεγάλης Ιδέας, το Έθνος για να επιζήσει και να προαχθεί είχε ανάγκη από ένα νέο ιδανικό, από καινούργιους προσανατολισμούς και μακροχρόνιες επιδιώξεις, που θα μπορούσαν να πάρουν με την ένταξη, ιδίως για τη νεολαία μας, τη θέση ενός καινούργιου ιδανικού.
Εμπνεόμενος από αυτές τις σκέψεις, μόλις γύρισε το 1974 στην Ελλάδα, αγωνίσθηκε για την επίτευξη της ένταξης της 'Ελλάδος στην Κοινότητα.
Οι τίτλοι με τους οποίους προσέρχονταν στις διαπραγματεύσεις ήταν αρκετοί αλλά όχι πολλοί. Παρουσίαζε μίαν οικονομία πού είχε ξεπεράσει το φράγμα της φτώχειας, αλλά τίποτα περισσότερο. Παρουσίαζε μια πολιτική σταθερότητα, τραυματισμένη όμως και αυτή από την πρόσφατη εφτάχρονη δικτατορία και από τις αντιδυτικές εκδηλώσεις των αριστερών δυνάμεων. Εκάλυπτε όμως αυτήν την αδυναμία με το προσωπικό του κύρος και τις εγγυήσεις που παρείχε η ισχυρή παρουσία του.
Ένα μόνο ακαταμάχητο όπλο διέθετε ο Καραμανλής και μαζί του η Ελλάδα σ’ αυτόν τον αγώνα: η ιστορική και πολιτιστική παρουσία της διά μέσου των αιώνων, σε σημείο που να θεωρήται αδιανόητο να υπάρχει μιά ενωμένη Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα, η όποια στον πολιτιστικό τομέα κυριολεκτικά θεμελίωνε την ενότητά της. Αυτό το όπλο το χειρίσθηκε με πολλήν επιδεξιότητα ο Καραμανλής. Και όχι με λόγια και ρητορικές αναδρομές αλλά με πράξεις»
Αυτό είναι ακόμα και σήμερα το όπλο που διαθέτει η χώρα σε μια δύσκολη για την ΕΕ. γεωπολιτική περίοδο .
.