Μπορεί στην εποχή του κοροναϊού να έχει το πάνω χέρι το διαδίκτυο, καθώς οι αστείες φωτογραφίες, τα viral βίντεο και τα διάφορα challenges να κατακλύζουν το facebook και το instagram, ωστόσο πριν 500 χρόνια όλα αυτά τα μέσα δεν υπήρχαν.
Τι κι αν τότε η ανθρωπότητα αντιμετώπιζε την πανούκλα παίρνοντας ανάλογα μέτρα με την σημερινή καραντίνα, ωστόσο η καθημερινότητα τότε ήταν πολύ διαφορετική,
Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι αριστούχοι της τέχνης μας άφησαν σπουδαία παρακαταθήκη.
«Αυτά τα αριστουργήματα που θα μπορούσαν να μας παρηγορήσουν», γράφει ο Τζόναθαν Τζόουνς στον Guardian, «να μας κάνουν να δούμε αυτή την ασυνήθιστη στιγμή κάτω από άλλο πρίσμα ή ακόμα και να μας δώσουν πρακτικές ιδέες για το πώς να την αντιμετωπίσουμε».
Θαυμάστε λοιπόν μερικά από αυτά τα έργα, που θα μπορούσαν ίσως να μας χρησιμεύσουν ως οδηγοί, αφού ο Ρέμπραντ, ο Τιτσιάνο και ο Καραβάτζιο είχαν περπατήσει στο ίδιο μονοπάτι πολύ πριν από εμάς.
Κατερίνα ντε Τζουλιάνις: «Χρόνος και Θάνατος» (πριν το 1727)
Η βουβωνική πανώλη άρχισε να εξασθενεί στην Ευρώπη τον 18ο αιώνα. Το τελευταίο μεγάλο ξέσπασμά της έγινε στη Μασσαλία το 1720. Αυτό το έργο φρίκης από κερί που έγινε από μια καλόγρια στη Νάπολη δείχνει πως η ανάμνησή της έμεινε ως ένα τοπίο που είχε καταστραφεί ολοκληρωτικά από το θάνατο. Όπως και προηγούμενα αριστουργήματα, για παράδειγμα το χαρακτικό «Χορός του Θανάτου» του Χανς Χόλμπαϊν, και ο «Θρίαμβος του Θανάτου» του Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου, το έργο της ντε Τζουλιάνις είναι ένα απίστευτο όραμα του Θανάτου ως αναρχικού, γράφει ο Τζόναθαν Τζόουνς στον Guardian, που καταστρέφει όλες τις ανθρώπινες ελπίδες. Αυτό το όραμα και η παράδοση της οποίας αποτελεί μέρος, μπορούν να ανιχνευθούν στον Μαύρο Θάνατο. Η ανάμνηση αυτής της πανδημίας δεν έχει διαγραφεί ποτέ.
Καραβάτζιο: «Οι Επτά Πράξεις του Ελέους» (1606-1607)
Ένα από τα πιο τρομερά αποτελέσματα της πρώτης πανδημίας στην Ευρώπη και των υποτροπών της ήταν ότι οι νεκροί δεν μπορούσαν να θαφτούν με αξιοπρέπεια. Αυτή ήταν μια βασική «πράξη ελέους» μιας χριστιανικής κοινότητας, όπως δείχνει ο Καραβάτζιο σ ‘αυτό το σκοτεινό όραμα ανθρώπων που κάνουν καλές πράξεις στα κακόφημα στενά της Νάπολης. Στο αριστουργηματικό έργο του, που κοσμεί την αγία τράπεζα της εκκλησίας Pio Monte della Misericordia στην καρδιά της Νάπολης, ένας ιερέας κρατάει έναν πυρσό καθώς ένας άνδρας μεταφέρεται για να ταφεί μέσα στη νύχτα, και μόνο τα πόδια του φαίνονται έξω από το σάβανό του. Στο εισαγωγικό κεφάλαιο του «Δεκαήμερου», ο Τζιοβάνι Μποκάτσιο -ο Βοκάκιος, όπως τον εξελληνίσαμε- περιγράφει τον Μαύρο Θάνατο που είχε ξεσπάσει στη Φλωρεντία δύο χρόνια πριν αρχίσει να γράφει το μυθιστόρημά του (1350-1355). Η πανώλη που θέρισε το ένα τρίτο του ευρωπαϊκού πληθυσμού το 1348 δεν εξαίρεσε φυσικά την γενέτειρα του Βοκάκιου. Η χαρούμενη παρέα -επτά νεαρές γυναίκες και τρεις νεαροί άνδρες- του «Δεκαήμερου» καταφεύγει σε ένα εξοχικό σπίτι στα περίχωρα της Φλωρεντίας για να ξεφύγει από το πένθος που ξέσπασε στην πόλη και τα πτώματα που ήταν παρατημένα στους δρόμους. Οι «λάκκοι της πανώλης» που ανακαλύφθηκαν αργότερα γεμάτοι με σκελετούς επιβεβαιώνουν ότι οι νεκροί πετάχτηκαν σε ομαδικούς τάφους.
Αντόνιο Τζάνκι: «Η Παναγία εμφανίζεται στα θύματα της πανώλης» (1666)
Ο Αγιος Ρόκκος (υπάρχει ναός του και στα Χανιά, ο οποίος ανήκε στον βενετικό οίκο των Παολίνι) θεωρείται άγιος θαυματουργός και προστάτης από την πανώλη. Γεννήθηκε το 1295 στο Μονπελιέ της Γαλλίας από οικογένεια ευγενών. Εμεινε νωρίς ορφανός, μοίρασε όλα τα υπάρχοντά του και αφού φόρεσε το ράσο του προσκυνητή κατέληξε στην Ιταλία, όπου έγινε γνωστός για την αυταπάρνηση που έδειξε βοηθώντας τους ασθενείς από πανούκλα. Οταν αρρώστησε και ο ίδιος, αποσύρθηκε σε ένα δάσος περιμένοντας τον θάνατο, που όμως δεν ήρθε γιατί ιάθηκε. Προς τιμήν του χτίστηκε το «Scuola Grande di San Rocco» στη Βενετία, μια πόλη όπου οι συνθήκες διαβίωσης την καθιστούσαν κυψέλη της ασθένειας παρά το γεγονός ότι μπήκε αμέσως σε καραντίνα. Η λέξη καραντίνα, εξάλλου, προέρχεται από τον Ενετικό όρο για τις «40 ημέρες», χρονικό διάστημα που έμπαιναν σε κατάσταση εγκλεισμού τα ξένα πλοία, το 1348. Το «Scuola Grande» μαρτυρεί τα βάσανα της Βενετίας παρ’ όλες τις προσπάθειές της. Οι τουρίστες πηγαίνουν εκεί (πήγαιναν, τουλάχιστον μέχρι πρότινος) για να δουν τα έργα του Τιντορέτο. Αλλά όταν τελειώσει η τωρινή καραντίνα, αξίζει να σταματήσουμε στη σκάλα, όπου οι εκπληκτικές τοιχογραφίες του Τζάνκι καταγράφουν την καταστροφική επιδημία του 1630.