Ανταγωνιστικότητα και επενδυτικό κλίμα

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΒΕΛΗ, ΣΤΕΛΕΧΟΣ ΤΟΜΕΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ν.Δ

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ ανταγωνιστικότητα είναι ο βαθμός στον οποίο μια οικονομία μπορεί υπό συνθήκες ελευθέρου εμπορίου και ανταγωνιστικών αγορών να παράγει αγαθά και υπηρεσίες που να πληρούν τις απαιτήσεις των διεθνών αγορών, ενώ ταυτόχρονα να διατηρεί και να διευρύνει μακροπρόθεσμα τα εισοδήματα των πολιτών τους. Επομένως, η ανταγωνιστικότητα, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, σχετίζεται με την ικανότητα μιας οικονομίας να εξασφαλίζει, να διατηρεί, αλλά και να διευρύνει τα μερίδιά της στις διεθνείς αγορές, με σκοπό τη μακροπρόθεσμη ευημερία των πολιτών της.

Στην κατεύθυνση αυτή, είναι αναγκαία η ταχύτατη επιστροφή στην κανονικότητα, καθώς και η αλλαγή του κλίματος και των προϋποθέσεων που θα θέσουν την χώρα και πάλι στους επενδυτικούς χάρτες και στο μικροσκόπιο των επενδυτικών οίκων.

Είναι δεδομένο πως σε μια οικονομία που στερείται εγχώριων αποταμιεύσεων, που στερείται πιστωτικών γραμμών και που αδυνατεί να προσελκύσει τα ελληνικά κεφάλαια που βρίσκονται στο εξωτερικό, η μόνη εφικτή εναλλακτική λύση είναι η προσέλκυση των ξένων κεφαλαίων. Η δυσπιστία των ξένων επενδυτών αποτυπώνεται γλαφυρότατα σε μια φράση που ακούγεται συχνά. «Επενδύοντας στην Ελληνική οικονομία δεν γνωρίζεις τι θα πάρεις, πότε θα το πάρεις και κυρίως δεν γνωρίζεις αν θα πάρεις ποτέ πίσω τα αρχικά κεφάλαια της επένδυσης σου.»

Κατά τη διάρκεια των ανοδικών χρηματιστηριακών κύκλων, τα επιχειρηματικά νέα είναι καλά και δημιουργούν προσδοκίες για το μακροοικονομικό περιβάλλον. Τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν την πολυτέλεια του χρόνου για να επιλέξουν τις καλύτερες εταιρίες, τους κλάδους αιχμής και τις μετοχές που ενσωματώνουν προοπτικές στο μέλλον. Αντιθέτως στις πτώσεις, η αγορά κινείται με υπερβολική ταχύτητα.

Στη περίπτωση αυτή ενδείκνυται η εφαρμογή της πυραμίδας για την ανταγωνιστικότητα, η οποία παρουσιάζει τις προϋποθέσεις εκείνες που ευνοούν την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας, όπως η έρευνα και τεχνολογία, η παραγωγική διάρθρωση, το εργατικό δυναμικό, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, το ανθρώπινο κεφάλαιο, οι υποδομές, η προσβασιμότητα στην τεχνολογία και στη γνώση, το φυσικό περιβάλλον, ο πολιτισμός και η παιδεία.

Ασφαλώς η εκτίμηση του προσδοκώμενου ρυθμού ανάπτυξης της εγχώριας ζήτησης, και της οικονομίας γενικότερα, έχει ιδιαίτερη σημασία. Το σφιχτό δημοσιονομικό πλαίσιο, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, επηρεάζει αρνητικά τις αναπτυξιακές προοπτικές. Θα χρειαστεί γενναία προσέλκυση εγχώριων και κυρίως ξένων επενδύσεων και αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητα, για να αντιστραφούν οι αρνητικές προσδοκίες για την οικονομία μας.

Το γεγονός ότι η χώρα εξακολουθεί να προσλαμβάνεται ως υψηλού κινδύνου επιδρά αρνητικά και στο κόστος δανεισμού του ιδιωτικού τομέα, και στην αξία των ελληνικών τίτλων συνολικά, όπως δείχνει η πτωτική πορεία του Χρηματιστηρίου.

Ο μόνος τρόπος να ανακοπεί αυτή η τάση, που κυρίως πλήττει τους πραγματικούς πρωταθλητές επενδύσεων και εξαγωγών της ελληνικής παραγωγής, είναι η ελληνική οικονομία να μετατρέψει τον αρνητικό κύκλο σε ένα νέο ενάρετο κύκλο θετικών προσδοκιών. Αυτό απαιτεί πολλαπλές συντονισμένες παρεμβάσεις αναβάθμισης της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού, και μια νέα σηματοδότηση κυβερνητικής αποφασιστικότητας και μεταρρυθμιστικής αξιοπιστίας. 

 

Διαβάστε επίσης