Τον αντίκτυπο της προσφυγικής κρίσης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας καταδεικνύει ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «International Journal of Environmental Research and Public Health». Εκ των κύριων ερευνητών...
της ανασκόπησης από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας είναι ο καθηγητής Πνευμονολογίας και διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης, ο οποίος μίλησε στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή της Τάνιας Μαντουβάλου «104,9 Μυστικά Υγείας».
Βάσει των επίσημων στοιχείων της ανασκόπησης, από τις αρχές του 2014, 1.112.332 πρόσφυγες διήλθαν από τα σύνορα της Ελλάδας. Από αυτούς, 33.677 ήταν παιδιά και έφηβοι πρόσφυγες, οι οποίοι ζήτησαν άσυλο στην Ελλάδα, ενώ σήμερα φιλοξενούνται συνολικά 57.042 πρόσφυγες. «Οι Έλληνες είναι πολύ φιλόξενοι παρόλη την κρίση που βιώνει η χώρα με το 35% του πληθυσμού να είναι στο όριο της φτώχειας και οι δαπάνες για το σύστημα υγείας να μειώνονται συνεχώς», είπε ο κ. Γουργουλιάνης.
Μείωση δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Eurostat, και όπως σημειώνεται από τους συγγραφείς της ανασκόπησης, το 2015, το 35,7% του πληθυσμού κινδύνευε από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό. Οι συνολικές δαπάνες για την υγεία στη χώρα μειώθηκαν από 22,49 δισ. ευρώ το 2009 σε 14,73 δισ. ευρώ το 2015, ενώ οι μέσες κατά κεφαλήν δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη μειώθηκαν από 2.024 ευρώ το 2009, σε 1.361 ευρώ το 2015, καταγράφοντας συνολική μείωση σχεδόν 33%. Στην πραγματικότητα, η κρίση οδήγησε σε ελλείψεις σε βασικό εξοπλισμό και ανεκπλήρωτες ανάγκες υγείας, τόσο για τον εγγενή πληθυσμό, όσο και για τους πρόσφυγες, τονίζει ο κ. Γουργουλιάνης.
Επικαλούμενος την ανασκόπηση, δηλώνει ότι το εκτιμώμενο κόστος των δημοσίων δαπανών για τη διαχείριση της προσφυγικής εισροής για το 2016, ήταν περίπου 0,3% του ΑΕΠ της χώρας (δηλαδή περίπου 600 εκατ. ευρώ). Το 35,7% αυτού του ποσού δαπανήθηκε στα Κέντρα Φιλοξενίας των προσφύγων, το 26,3% σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης, το 20,6% στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, το 8,1% σε μεταφορές, το 6,5% σε άσυλο και μετεγκατάστασή τους, και το 2,8% στις επιστροφές στη χώρα τους.
Από τη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης υπάρχει αναφορά για 42.787 εμβολιασμούς παιδιών προσφύγων, που πραγματοποιήθηκαν από τον Μάιο του 2016 έως τον Ιανουάριο του 2017, με τη συνεργασία του υπουργείου Υγείας και διαφόρων ΜΚΟ, επισημαίνει ο κ. Γουργουλιάνης. «Ωστόσο, το κόστος αυτών των εμβολιασμών καλύφθηκε τουλάχιστον εν μέρει από τις ΜΚΟ. Στην πραγματικότητα οι ΜΚΟ έχουν αναλάβει σε μεγάλο ποσοστό την ιατροφαρμακευτική κάλυψη των προσφύγων. Έτσι λοιπόν δεν ξέρουμε ακριβώς τι στοιχίζει η προσφυγική κρίση στην Ελλάδα, σε ένα σύστημα που είναι αρκετά επιβαρυμένο ήδη», λέει ο κ. Γουργουλιάνης.
8 στους 10 πρόσφυγες αντιμετωπίζουν ψυχολογικές διαταραχές
Τα υπερπλήρη κέντρα υποδοχής και φιλοξενίας χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά ψυχικής και οργανικής νόσου, αναφέρεται στην ανασκόπηση. «Αυτοί οι άνθρωποι δεν έρχονται να ζήσουν στην Ελλάδα. Άρα έχουν μια ισχυρή ανασφάλεια, με τις ψυχολογικές διαταραχές να αποτελούν ένα πολύ συχνό φαινόμενο, αφού εκτιμάται ότι οκτώ στους δέκα ταλαιπωρούνται από αυτή την ανασφάλεια, για το τι θα γίνει τις επόμενες μέρες, τις επόμενες εβδομάδες», λέει ο καθηγητής.
Οι τέσσερις στους δέκα αρρωσταίνουν στη διαδρομή
Όπως τονίζει ο καθηγητής, οι τέσσερις στους δέκα πρόσφυγες αρρωσταίνουν στη διαδρομή, με συχνότερο πρόβλημα να είναι οι λοιμώξεις του αναπνευστικού. «Δεν έχουμε επαρκή στοιχεία για το εμβολιασμό στο 80% αυτών των ανθρώπων, ενώ γνωρίζουμε ότι το Αφγανιστάν και το Πακιστάν είναι χώρες με υψηλά ποσοστά φυματίωσης, και μάλιστα αρκετά συχνά η φυματίωση αυτή είναι πολυανθεκτική. Επίσης όταν φτάνουν στις κλινικές μας δεν μιλάνε ελληνικά, δεν ξέρουμε την κουλτούρα τους, τις διατροφικές τους συνήθειες και οι ίδιοι δεν γνωρίζουν πώς ακριβώς να αποταθούν στο ΕΣΥ. Αυτά είναι από τα πιο συνήθη προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Το ΕΣΥ καλείται συν τοις άλλοις να αντιμετωπίσει τις σημαντικότατες ψυχοτραυματικές εμπειρίες των προσφύγων, καθώς και τις πολιτισμικές και γλωσσικές διαφορές κατά την παροχή βοήθειας».
Η ανασκόπηση, όπως αναφέρει ο κ. Γουργουλιάνης καταλήγει ότι κρίνεται επιβεβλημένη η ενίσχυση του ΕΣΥ, ώστε να παρέχεται μια πιο ανθρώπινη και αποτελεσματική ιατρική περίθαλψη του εγγενούς και προσφυγικού πληθυσμού. «Προγράμματα καταγραφής και ακριβή συστήματα επιτήρησης των νοσημάτων, κατάρτιση των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης με σκοπό τη βελτίωση των ψυχοκοινωνικών και επικοινωνιακών τους δεξιοτήτων, ιατροφαρμακευτική ενίσχυση των Κέντρων φιλοξενίας για την παροχή αποτελεσματικών υπηρεσιών πρωτοβάθμια φροντίδας, καθώς και του μηχανισμού άμεσης παραπομπής σε δομές του ΕΣΥ, και κυρίως προγράμματα οικονομικής ενίσχυσης του ΕΣΥ, είναι απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση των πολλαπλών αναδυόμενων προκλήσεων του Ελληνικού συστήματος υγείας», επισημαίνει ο καθηγητής.