Το κάπνισμα είναι η υπ' αριθμόν ένα αποτρέψιμη αιτία ασθενειών σε όλο τον κόσμο, με τα επίσημα στοιχεία να αναφέρουν ότι προκαλεί εμμέσως τον θάνατο 6 εκατομμυρίων ανθρώπων ετησίως.
Το ότι το κάπνισμα συνδέεται με τον καρκίνο, τις καρδιαγγειακές και τις πνευμονικές νόσους είναι γνωστό. Μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet Diabetes & Endocrinology έρχεται να προσθέσει περισσότερα επιβαρυντικά επιστημονικά στοιχεία για το κάπνισμα και να το συνδέσει με τον διαβήτη τύπου 2.
Μια ομάδα ερευνητών πραγματοποίησε μελέτη επάνω σε 88 ήδη υπάρχουσες έρευνες, στις οποίες συμμετείχαν συνολικά περίπου 6.000.000 άτομα, εκ των οποίων τα 295.446 είχαν διαβήτη τύπου 2. Σκοπός της νέας μελέτης ήταν να διερευνήσει την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ του καπνίσματος και του διαβήτη.
Η μελέτη, που εκπονήθηκε από τον καθηγητή An Pan από το Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας της Huazhong στην Κίνα και τον καθηγητή Frank Hu της Σχολής Δημόσιας Υγείας T.H. Chan του Χάρβαρντ στη Βοστώνη, δείχνει ότι, τόσο το ενεργητικό, όσο και το παθητικό κάπνισμα συνδέονται με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2.
Σε σύγκριση με άτομα που δεν έχουν καπνίσει ποτέ στην ζωή τους, οι καπνιστές έχουν αυξημένο κίνδυνο κατά 37% για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, οι πρώην καπνιστές κατά 14% και οι παθητικοί καπνιστές κατά 22%.
Η σχέση μεταξύ του παθητικού καπνίσματος και του διαβήτη θέτει ένα νέο πρόβλημα, δεδομένου ότι περισσότερο από το 30% των μη-καπνιστών παγκοσμίως εκτίθεται σε παθητικό κάπνισμα, συνεισφέροντας περίπου το 1% της παγκόσμιας ολικής θνησιμότητας και το 0,7% της γενικής επιβάρυνσης της υγείας λόγω ασθενειών με βασικό καταλύτη το κάπνισμα.
Μεταξύ των ενεργών καπνιστών, ο αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2 (πάντα σε σύγκριση με τους μη καπνιστές) εκτιμάται στο:
21% για τους ελαφρά καπνιστές
34% για τους μέτριους καπνιστές και
57% για τους βαριά καπνιστές
Αν το κάπνισμα συμβάλλει όντως στον διαβήτη, οι συντάκτες της νέα μελέτης εκτιμούν ότι το 11,7% των συνολικών περιπτώσεων διαβήτη στους άνδρες και το 2,4% στις γυναίκες (περίπου 27.800.000 περιπτώσεις παγκοσμίως) οφείλονται σε ενεργητικό κάπνισμα τσιγάρου.
Επίσης, διαπιστώθηκε ένα ποσοστό της τάξης του 54% για αυξημένο κίνδυνο διαβήτη σε καπνιστές που είχαν κόψει το τσιγάρο πρόσφατα (λιγότερο από 5 χρόνια) σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν καπνίσει ποτέ. Αυτό το ποσοστό μειώθηκε στο 18% για όσους το είχαν κόψει πάνω από 5 χρόνια και στο 11% για όσους είχαν κόψει το τσιγάρο περισσότερα από 10 χρόνια.
Παρά το γεγονός ότι οι πρώην καπνιστές φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από ό,τι εκείνοι που δεν έχουν καπνίσει ποτέ, ο αυξημένος κίνδυνος μακροπρόθεσμα είναι πολύ χαμηλότερος σε όσους κόβουν το κάπνισμα από ό,τι σε εκείνους που εξακολουθούν να καπνίζουν, καθιστώντας την αποφυγή του διαβήτη μακροπρόθεσμα ένα επιπλέον έγκυρο επιχείρημα για να κόψετε το κάπνισμα.