Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια παρουσίαση του λευκώματος του Γιώργου Βιδάλη «Η Δημοτική Μουσική Πατρών, Χρονολόγιο ενός λαϊκού Ωδείου». Η παρουσίαση έγινε τη Δευτέρα 8/5 στο Δημοτικό Θέατρο.
«Σήμερα είναι πολύ δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να φανταστούμε μια άλλη, όμως όχι και τόσο μακρινή εποχή.
Εννοώ την εποχή που δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, mp3 και όλα τα θαύματα της σύγχρονης τεχνολογίας. Δεν υπήρχαν τηλεοράσεις και ραδιόφωνα, δεν υπήρχαν κασέτες και κασετόφωνα, δίσκοι και πικ-απ. Ακόμα και τα γραμμόφωνα, από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα κι έπειτα, ήταν ελάχιστα. Δηλαδή, υπήρξε μια εποχή, όχι και τόσο μακρινή, κατά την οποία για τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού δυνατότητα να ακούσεις μουσική, ήταν ελάχιστη έως μηδενική.
Να ακούσεις μουσική ήταν δυνατό μόνο live όπως λέμε σήμερα και αυτό σήμαινε ακρόαση συναυλιών, διασκέδαση σε κέντρα που είχαν ορχήστρα άντε και τα ετήσια αγροτικά πανηγύρια. Αυτό ήταν όλο κι όλο, που πάει να πει ότι η ακρόαση μουσικής ήταν κάτι σπάνιο και αφορούσε λίγους. Η κατάσταση που μόλις περιέγραψα είναι οικεία σε όσους διατηρούν προπολεμικές μνήμες και οπωσδήποτε γνωστή σε όσους έζησαν την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία.
Σε κάθε περίπτωση το κενό ήταν τεράστιο και η ανάγκη προφανής. Πως καλύφθηκε αυτό το κενό κι αυτή η ανάγκη εδώ στα μέρη μας; Ο Γιώργος Βιδάλης δίνει τη δική του απάντηση, μια απάντηση που έχει τίτλο «Η Δημοτική Μουσική Πατρών» και υπότιτλο «Το χρονολόγιο ενός λαϊκού Ωδείου». Είναι το λεύκωμα που παρουσιάζουμε απόψε και που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Δόντι».
Δεν θα επεκταθώ στην ιστορία που έχουν οι μπάντες, πρώτα στρατιωτικές και κατόπιν σωματείων και Δήμων και πότε εμφανίστηκαν στην Πάτρα. Θα σημειώσω μόνο ότι το 1893 έκανε την εμφάνισή της η μπάντα του Παναχαϊκού Γυμναστικού Συλλόγου, προγόνου της σημερινής Παναχαϊκής, αν και σήμερα στις κερκίδες του γηπέδου ψέλνονται άλλου τύπου άσματα από τις ομάδες των οργανωμένων της οπαδών. Σχετικά στοιχεία παραθέτει ο Βιδάλης στην εισαγωγή του αντλώντας από τον αείμνηστο Νίκο Πολίτη. Ωστόσο το λεύκωμα που παρουσιάζουμε σήμερα αφορά τη μπάντα του Δήμου Πατρέων, μια ιστορία που ξεκινάει το 1929 και φτάνει μέχρι τις ημέρες μας.
Το λεύκωμα που ολοκλήρωσε και επιμελήθηκε ο Βιδάλης χωρίζεται σε επτά κεφάλαια. Είναι η ιστορία της μπάντας του Δήμου χωρισμένη χρονολογικά σε τέσσερα μέρη. Από την ίδρυση, το 1929 μέχρι το 1941 οπότε και διακόπτει τη λειτουργία της. Από το 1946 που επανασυστάθηκε έως το 1967, από 1967 έως το 1974 και από το 1974 μέχρι το 2000. Ακολουθεί το κεφάλαιο με τους εξέχοντες μουσικούς που είχαν ως αφετηρία τη μπάντα του Δήμου, την παρουσία των μουσικών της μπάντας στα πατρινά κέντρα διασκέδασης και το λεύκωμα κλείνει με ένα αναλυτικό κατάλογο, αρχιμουσικών και υπαρχιμουσικών της μπάντας και της μπαντίνας, τα εκάστοτε μέλη του αδελφάτου και λίστες των μουσικών που κατ’ έτος συγκροτούσαν τη μπάντα. Το λεύκωμα είναι επίσης διανθισμένο με σπάνιο και συχνά ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό ενώ ο συγγραφέας έχει καταβάλει προσπάθεια να συσχετίσει την πορεία της μπάντας μέσα στο χρόνο με τις γενικότερες πολιτικές και δημοτικές εξελίξεις.
Στην πραγματικότητα, χάρις στην εργασία του Βιδάλη η μπάντα του Δήμου απόκτησε την πρώτη γραπτή μαρτυρία της ή πιο σωστά μια πρώτη εκδοχή της ιστορικής της διαδρομής. Βασικό υλικό και ντοκουμέντα διασώθηκαν και υπάρχουν πλέον στη διάθεση των ερευνητών αλλά και όλων των φίλων τόσο της μπάντας όσο και της τοπικής ιστορίας. Αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν τη φτωχή βιβλιογραφία πάνω σε ζητήματα της τοπικής ιστορίας, τότε θα αξιολογήσουμε καλύτερα τη σημασία του λευκώματος που παρουσιάζουμε σήμερα.
Από τη δουλειά του Βιδάλη προκύπτουν μερικά δεδομένα που πρέπει να τα κρατήσουμε στα υπ’ όψιν ως αφορμή για σκέψη και συζήτηση.
Πρώτον, είναι εκατοντάδες οι συμπολίτες που έμαθαν κι έπαιξαν μουσική χάρις στη μπάντα.
Δεύτερον, η δημοτική μπάντα υπήρξε επί σειρά ετών ένα απαραίτητο στοιχείο του αστικού εξοπλισμού μιας πόλης που σέβεται τον εαυτό της και η Πάτρα από αυτήν την άποψη υπήρξε πρωτοπόρα.
Τρίτον, η μπάντα ήταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα το μουσικό πρόσωπο της πόλης σφραγίζοντας με την παρουσία της το δημόσιο βίο στην Πάτρα, από τα καρναβάλια έως τις λιτανείες του Αγίου Ανδρέα.
Τέταρτον, η μπάντα για πολλά χρόνια πέτυχε μια πρωτοπόρα αυτοχρηματοδότηση. Είναι το περίφημο τέλος 5% επί των δημοσίων θεαμάτων που απέφερε στη μπάντα σημαντικά έσοδα, την απεξάρτησε από τα οικονομικά του Δήμου και που η κατάργησή του το 1976 υπήρξε ο προάγγελος πολλών δεινών.
Πέμπτον, για πολλά χρόνια η μπάντα του Δήμου υπήρξε ένα μουσικό μονοπώλιο που απευθύνονταν με επιτυχία στα φτωχότερα μέλη της τοπικής κοινωνίας αφού μόνο εκεί παρέχονταν δωρεάν η διέξοδος προς τη μουσική.
Έκτον, είναι οι μουσικοί της μπάντας που επάνδρωσαν επί δεκαετίες τα τοπικά κέντρα διασκέδασης με ζωντανές ορχήστρες γράφοντας τις δικές τους σελίδες στην ιστορία της τοπικής μουσικής διασκέδασης.
Φίλοι και φίλες,
Οι σημερινές συνθήκες είναι ολωσδιόλου διαφορετικές από τότε που η μπάντα του Δήμου ήταν η μοναδική διέξοδος για να μάθεις, να παίξεις ή να ακούσεις μουσική. Για να είμαι μάλιστα ειλικρινής δεν ξέρω αν υπάρχει μέλλον για τη μπάντα του Δήμου, ποιο είναι αυτό ή αν η μπάντα είναι ένα μουσειακό είδος που ανήκει στο παρελθόν. Όμως αυτή η συζήτηση δεν είναι της παρούσης στιγμής.
Της παρούσης στιγμής είναι κάτι άλλο. Ο Γιώργος Βιδάλης υπήρξε μουσικός της μπάντας. Προσωπικά δεν ξέρω αν ήταν καλός μουσικός. Όμως «Η δημοτική μουσική Πατρών» είναι το ωραιότερο κομμάτι που συνέθεσε κι έπαιξε ο ίδιος σε όλη τη μουσική του σταδιοδρομία.