Το δεύτερο 15νθήμερο του Οκτωβρίου αρχίζει στο Εφετείο της Αθήνας νέα δίκη-μαμούθ, αυτή τη φορά με αντικείμενο τα υπερτιμολογημένα ορθοπεδικά της εταιρείας Depuy, που πωλούνταν από το 2000 ώς το 2006 σε νοσοκομεία της χώρας.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα που βρίσκεται στην κατοχή της «Κ», 30 άτομα κατηγορούνται για απάτη, ηθική αυτουργία σε απάτη και συνέργεια σε απάτη, ενώ στην υπόθεση εμπλέκονται και Πατρινοί γιατροί.
Ανάμεσά τους είναι οι αντιπρόσωποι της εταιρείας στην Ελλάδα, τα στελέχη της μητρικής στη Βρετανία, αλλά και ορθοπεδικοί που φέρονται να έχουν λάβει χρήματα από την εταιρεία στο διάστημα 2000-2006. Στο διάστημα αυτό οι υπερτιμολογήσεις των υλικών ανέρχονταν από 16% ώς 35% ανάλογα με τη χρονιά, ωστόσο μετά την ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ το ποσοστό αυτό μειώθηκε. Το κατηγορητήριο διαλαμβάνει ότι οι διοικήσεις των νοσοκομείων ήταν ανίδεες, δεν γνώριζαν δηλαδή ότι οι τιμές ήταν «φουσκωμένες», επειδή «εξαπατήθηκαν» από την εταιρεία, η οποία όφειλε να τους ενημερώσει ότι ένα μέρος της τιμής που πλήρωνε το νοσοκομείο αφορούσε πληρωμές σε ορθοπεδικούς.
Συνολικά, σύμφωνα με το βούλευμα, η υπερτιμολόγηση κατά το διάστημα που εξετάσθηκε από τους εισαγγελείς έφθασε τα 11,5 εκατ. ευρώ, ενώ τουλάχιστον τα 2/3 από αυτά αφορούσαν καταβολές σε γιατρούς οι οποίες «μεταμορφώνονταν» σε «δαπάνες εκπαίδευσης» (Professional Education ή Profed). Για τον σκοπό αυτό η Depuy International υπέγραφε συμβάσεις με έναν αντιπρόσωπο στην Ελλάδα, τον Ν.Κ. και την ετερόρρυθμη εταιρεία του στη Νέα Ερυθραία, που κατά το βούλευμα ασκούσε δραστηριότητες εκδοτικές, συμβουλευτικές και δημοσίων σχέσεων. Στην συνέχεια –το 2003– προσετέθη και μία γυναίκα στη σύμβαση, η Δ.Φ., που αναλάμβανε την προώθηση των ωφελημάτων στους ορθοπεδικούς ιατρούς. Πού, πώς, πότε και σε ποιους δόθηκαν αυτά τα ποσά –τα οποία επίσης δεν καθορίζονται αλλά υπολογίζονται ως ποσοστό επί του συνόλου της τιμής κάθε «εξαρτήματος» ανά ορθοπεδικό– δεν αναφέρεται στο κατηγορητήριο.
Πάντως, μόνο ένας γιατρός στο «Αγία Ολγα» και στο ΚΑΤ υπολογίζεται ότι τοποθέτησε υλικά της Depuy το 2000 αξίας ύψους 1.297.000 δραχμών. Με βάση το ποσοστό 20%, ο συγκεκριμένος υπολογίζεται να έχει πάρει τη συγκεκριμένη χρονιά 518.800 δραχμές (για δύο χειρουργεία). Με τον ίδιο τρόπο (20% επί της τιμής του προϊόντος) υπολογίζονται και τα παράνομα έσοδά του από τα χειρουργεία μετά την ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ, με τη μόνη διαφορά ότι το ποσό υπολογίζεται πλέον στο νέο νόμισμα. Το 2004 κάνει 125 χειρουργεία, εισπράττοντας 68.000 ευρώ, και τον επόμενο χρόνο 81 χειρουργεία έναντι 42.634 ευρώ.
Πλάι στα χρηματικά ωφελήματα, στο βούλευμα αναφέρονται ωφελήματα σε είδος, όπως η συμμετοχή σε ιατρικά - ορθοπεδικά συνέδρια. Ετσι συνολικά, η εταιρεία του αντιπροσώπου χρηματοδοτεί τα έξοδα συμμετοχής του σε δέκα ορθοπεδικά συνέδρια (συνήθως αεροπορικά εισιτήρια, έξοδα συμμετοχής σε συνέδρια της αμερικανικής ορθοπεδικής εταιρείας ή και έξοδα διαμονής) που στο διάστημα αυτό προσέγγισαν τις 190.000 ευρώ.
Οι καλύτεροι επιστημονικά και πιο προβεβλημένοι γιατροί έκαναν πολύ περισσότερες επεμβάσεις, όπως, για παράδειγμα, ορθοπεδικός από νοσοκομείο της Λάρισας που το 2002 φέρεται να έχει κάνει 187 επεμβάσεις με υλικά της εταιρείας για να του υποσχεθούν και τελικά να εισπράξει 22.792 ευρώ.
Σε τρεις τράπεζες
Για τον συγκεκριμένο ορθοπεδικό το βούλευμα περιγράφει πληρωμές σε δύο τουλάχιστον ελληνικές τράπεζες και μία τράπεζα του Λουξεμβούργου. Στην τελευταία φέρεται να έχει πάρει 20.000 δολάρια από εταιρεία που διατηρούσε ο αντιπρόσωπος της Depuy στο Isle of Man. Αυτή είναι από τις λίγες μεταβιβάσεις χρημάτων που σημειώνεται συγκεκριμένα.
Στο ανακριτικό υλικό περιλαμβάνεται σημείωση του λογιστή του Ελληνα αντιπροσώπου –είναι και αυτός κατηγορούμενος– προς στέλεχος της μητρικής εταιρείας, όπου συνομολογεί ότι «όπως γνωρίζεις, αυτά τα λεφτά είναι κίνητρα μετρητών και πληρώνονται καθαρά στους αποδέκτες...». Ενα χρόνο αργότερα, ο ίδιος λογιστής αναφέρει σε άλλο στέλεχος της εταιρείας, επίσης κατηγορούμενο στην Αθήνα, «...όπως γνωρίζεις, τα προϊόντα που εισάγονται από την Depuy είναι υπερτιμημένα κατά 35% για να καλύψουν τα κίνητρα μετρητών...»
Το 2005 το στέλεχος της μητρικής εταιρείας, Τζον Ντ., που καταδικάσθηκε στη Βρετανία αλλά συνεργάσθηκε με τις Αρχές, στέλνει επιστολή σε άλλο στέλεχος της μητρικής, στην οποία γράφει για την ελληνική αγορά ορθοπεδικών: «Οπως γνωρίζεις, όλοι στη βιομηχανία είναι ένα εκατομμύριο μίλια από του να εφαρμόσουν το γράμμα και πνεύμα του νόμου του κώδικα της EUCOMED (σ.σ.: κώδικας δεοντολογίας της αντίστοιχης ευρωπαϊκής βιομηχανίας ιατροτεχνολογικού υλικού). Το μεγαλύτερο μέρος των παικτών στη βιομηχανία παραβιάζει κάθε κανόνα (στήριξη του ταξιδιού του/της συζύγου, παροχή μη ιατρικών δώρων κ.λπ.). Εάν εφαρμόζαμε το γράμμα του νόμου και την πρόθεση ή σκοπό των οδηγιών, σήμερα θα είχαμε χάσει το 95% της επιχείρησής μας μέχρι το τέλος του έτους. Αυτό είναι μια βεβαιότητα, όχι μια αγορά όπου όλοι οι άλλοι πρόκειται να σφυρίζουν αδιάφορα...».
Να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος υπάλληλος, χωρίς τον οποίο η υπόθεση στην Αθήνα πιθανόν και δεν θα είχε διαλευκανθεί, είναι κατηγορούμενος με βάση το βούλευμα και απειλείται με βαριές ποινές, αν και στη Βρετανία είχε καταδικασθεί σε φυλάκιση ενός έτους.
Πηγή: kathimerini.gr