Η προστασία μόλις του 1,2% της επιφάνειας της Γης θα ήταν αρκετή για να αποτραπεί η εξαφάνιση των πιο απειλούμενων ειδών στον κόσμο, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Frontiers in Science διαπίστωσε ότι η στοχευμένη επέκταση των προστατευόμενων περιοχών στην στεριά θα ήταν αρκετή για να αποτραπεί η εξαφάνιση χιλιάδων θηλαστικών, πτηνών, αμφίβιων και φυτών που βρίσκονται πιο κοντά στον αφανισμό.
Από την Αργεντινή έως την Παπούα Νέα Γουινέα, η ομάδα των ερευνητών εντόπισε 16.825 περιοχές που θα πρέπει να τεθούν κατά προτεραιότητα υπό προστασία τα επόμενα πέντε χρόνια, ώστε να αποτραπεί η επικείμενη εξαφάνιση ζώων και φυτών που δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στον κόσμο.
Ο Δρ Eric Dinerstein, της περιβαλλοντικής οργάνωσης Resolve και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε ότι η ομάδα προσπαθούσε να εντοπίσει τα σπανιότερα είδη στον κόσμο με μικρές περιοχές εξάπλωσης. Ως παράδειγμα, μάλιστα, χρησιμοποίησαν τον κάκτο πεγιότ, του οποίου η εναπομένουσα περιοχή εξάπλωσης μπορεί να περιορίζεται σε μικρά τμήματα της ερήμου Τσιουαουάουα στη Βόρεια Αμερική.
«Η πλειονότητα των ειδών στη Γη θεωρούνται σπάνια, καθώς είτε κατανέμονται σε εξαιρετικά περιορισμένες περιοχές είτε εμφανίζονται σε πολύ χαμηλές πυκνότητες πληθυσμού, ή και τα δύο ταυτόχρονα», δήλωσε ο Δρ Eric Dinerstein.
Δεν αρκεί μόνο η επέκταση των προστατευόμενων περιοχών
Η μελέτη αυτή επικεντρώνεται στον τρόπο, με τον οποίο μπορούν να αποτραπούν οι επικείμενες εξαφανίσεις και όχι σε όλα όσα θα χρειάζονταν για την αποκατάσταση της φύσης στη Γη.
Οι επιστήμονες τονίζουν ότι πέρα από την επέκταση των προστατευόμενων περιοχών χρειάζονται και άλλες ενέργειες για να αποτραπεί η καταστροφή της βιοποικιλότητας και να διατηρηθούν οικοσυστήματα ζωτικής σημασίας για τις ανθρώπινες κοινωνίες.
Το 2020, οι ερευνητές εντόπισαν το μισό της χερσαίας επιφάνειας της Γης που, αν προστατευόταν, θα μπορούσε να αντιστρέψει την απώλεια της βιοποικιλότητας και να ενισχύσει τη φυσική απομάκρυνση του άνθρακα.
Από τις περιοχές που εντοπίστηκαν, τις οποίες οι συγγραφείς ονόμασαν «περιοχές προτεραιότητας διατήρησης», το 38% βρίσκεται σε απόσταση 1,5 μιλίου (2,5 χλμ.) από μια υπάρχουσα προστατευόμενη περιοχή, γεγονός που υποδηλώνει ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν ενέργειες με σχετικά άμεσα και θετικά αποτελέσματα για τη διατήρηση.
Οι Φιλιππίνες, η Βραζιλία, η Ινδονησία, η Μαδαγασκάρη και η Κολομβία φιλοξενούν συνολικά περισσότερο από το ήμισυ αυτών των περιοχών.
Αποτυχία των κυβερνήσεων να διαφυλάξουν τις περιοχές με βιοποικιλότητα
Το 2022, οι κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν να προστατεύσουν το 30% του πλανήτη για τη φύση, στο πλαίσιο των στόχων του ΟΗΕ για τη βιοποικιλότητα. Σύμφωνα με τον Οργανισμό, το 16,6% της επιφάνειας της Γης και των εσωτερικών υδάτων του πλανήτη προστατεύεται ήδη, ενώ πολλές κυβερνήσεις βρίσκονται στη διαδικασία να αποφασίσουν πού θα επεκτείνουν τις προστατευόμενες περιοχές.
Mόνο το 7% των νέων προστατευόμενων περιοχών μεταξύ 2018 και 2023 επικαλύπτονταν με τις περιοχές προτεραιότητας διατήρησης
Ωστόσο, η μελέτη διαπίστωσε ότι οι κυβερνήσεις συχνά αποτυγχάνουν να διαφυλάξουν τις περιοχές που χρειάζονται επειγόντως προστασία. Οι συγγραφείς εκτίμησαν ότι μόλις το 7% των νέων προστατευόμενων περιοχών μεταξύ 2018 και 2023 φιλοξενούσαν τα πιο απειλούμενα είδη.
«Παρά τις πρόσφατες συζητήσεις για την εξαφάνιση των ειδών, την κρίση της βιοποικιλότητας και το τι πρέπει να κάνουμε, μόνο το 7% των νέων προστατευόμενων περιοχών μεταξύ 2018 και 2023 επικαλύπτονταν με τις περιοχές προτεραιότητας διατήρησης», επισήμανε ο Δρ Eric Dinerstein.
Και πρόσθεσε: “Είναι σχεδόν σαν οι χώρες να χρησιμοποιούν έναν αλγόριθμο αντίστροφης επιλογής και να επιλέγουν τις μη σπάνιες περιοχές για να τις προσθέσουν στις παγκόσμιες περιοχές υπό προστασία. Το μήνυμα αυτής της μελέτης είναι πως πρέπει να αναβαθμίσουμε σημαντικά τις προσπάθειές μας την επόμενη πενταετία και αυτό είναι εφικτό».
Η προστασία των περιοχών που εντόπισαν οι ερευνητές θα κόστιζε 29 – 46 δισ. δολάρια (23- 36 δισ. λίρες) τα επόμενα πέντε χρόνια και θα κάλυπτε 1,6 εκατ. τετραγωνικά χιλιόμετρα (630.000 τετραγωνικά μίλια). Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθει μέσω ενός συνδυασμού αγοράς γης, επέκτασης των δικαιωμάτων και των τίτλων ιδιοκτησίας των αυτόχθονων πληθυσμών, καθώς και δημιουργίας προστατευόμενων περιοχών σε κρατική γη.
Η μελέτη συνέκρινε παγκόσμια δεδομένα για θηλαστικά, πτηνά, ερπετά, αμφίβια και φυτά με τις ήδη υπάρχουσες προστατευόμενες περιοχές, χρησιμοποιώντας δορυφορική ανάλυση για να εντοπίσει τα εναπομείναντα ενδιαιτήματα για τα απειλούμενα είδη.
Οι περισσότερες από τις περιοχές που εντοπίστηκαν για επείγουσα προστασία βρίσκονταν στις τροπικές περιοχές, αλλά εντοπίστηκαν επίσης βοσκοτόπια, εύκρατα πλατύφυλλα δάση και τούνδρες.
Ο καθηγητής Neil Burgess, ο οποίος είναι επικεφαλής επιστήμονας του Κέντρου Παρακολούθησης της Παγκόσμιας Διατήρησης του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ, το οποίο είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση της παγκόσμιας προόδου όσον αφορά την επέκταση των προστατευόμενων περιοχών, δήλωσε ότι η έρευνα είναι χρήσιμη για να γίνουν άμεσα δράσεις επί του θέματος.
Η έρευνα αποτελεί μια σημαντική υπενθύμιση “ότι η επίτευξη κάλυψης 30% με προστατευόμενες και διατηρητέες περιοχές από μόνη της δεν είναι αρκετή και ότι η τοποθεσία, η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα αυτών των προστατευόμενων και διατηρητέων περιοχών θα καθορίσουν κατά πόσο θα εκπληρώσουν το ρόλο τους στην προσπάθεια για την αναχαίτιση της απώλειας βιοποικιλότητας», κατέληξε ο καθηγητής Neil Burgess.