Κινηματογραφική κριτική: Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου

του Ελισσαίου Βγενόπουλου, σκηνοθέτη-συγγραφέα

Κάποιες φορές τα περιστατικά και τα γεγονότα είναι τόσο ρηχά που η μνήμη προσκρούει στο βυθό των τύψεων. Άλλες φορές οι επιθυμίες είναι τόσο βαθιές που η μνήμη χάνεται στο σκοτεινό βάραθρο του ανέφικτου. Αυτό όμως που έχει σημασία δεν είναι τα γεγονότα και όσα συνέβησαν αλλά το απόσταγμα αυτών, που επιπλέουν στην επιφάνεια της λήθης και  των αναμνήσεων.

Ο Χάρισον Φορντ με το «Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου» επιστρέφει στον κοσμαγάπητο ρόλο του Ίντι, στο ρόλο του εμβληματικού αρχαιολόγου με το χαρακτηριστικό του μαστίγιο και το πλατύγυρο καπέλο του. Ο ανήσυχος αρχαιολόγος μας τη δερμάτινη τσάντα του, το αξεπέραστο πείσμα του και συνοδευόμενος από το αποφασιστικό και παιχνιδιάρικο βλέμμα  του, το αγέραστο  χάρισμα των επινοήσεων και την τραχιά γοητεία του, δίνει ζωή στον χαρακτήρα για άλλη μια φορά, υπενθυμίζοντάς μας γιατί έχει γίνει ένα τόσο διαχρονικό σύμβολο του κινηματογράφου.

Τοποθετημένη το 1969, η δράση της ταινία, μας συστήνει έναν μεγάλο πια Ιντιάνα Τζόουνς, εκεί γύρω στη συνταξιοδότηση, όταν μια απειλή από το παρελθόν επανέρχεται. Ο Ίντι γίνεται όλο και πιο καχύποπτος απέναντι στην απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να επιστρατεύσει τη βοήθεια ενός πρώην ναζιστή επιστήμονα για να αποκτήσει πλεονέκτημα στον αγώνα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση στον έλεγχο του διαστήματος. Ανησυχώντας για την ασφάλεια του κόσμου, ο Τζόουνς ξεκινά μια αποστολή για να αποκαλύψει την αλήθεια πίσω από αυτή τη συμμαχία, συνοδευόμενος από τη βαφτιστήρα του, την Έλενα (Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ), η οποία μοιράζεται το πάθος του για την αρχαιολογία.

Ταυτόχρονα, μέσα στα όρια της NASA, μια σκοτεινή συνωμοσία ξετυλίγεται καθώς ο επικεφαλής της (Μας Μίκελσεν) στον ρόλο του Γιόργκεν Βόλερ, ένα μέλος με σκοτεινό παρελθόν που συνδέεται με το πρόγραμμα προσσελήνωσης, επιδιώκει να εκμεταλλευτεί το Dial of Destiny, ένα μυθικό τεχνούργημα (κάτι σαν τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων) που φημολογείται ότι διαθέτει τεράστια δύναμη. Τα απώτερα κίνητρα του Βόλλερ και η σύνδεσή του με τους πρώην Ναζί ανεβάζουν το διακύβευμα για τον Ιντιάνα Τζόουνς και την Έλενα, καθώς τρέχουν με αντίπαλο τον χρόνο για να αποτρέψουν την καταστροφή. Ο Ίντι  θιασώτης του αποφθέγματος  του Βρετανού συγγραφέα Κουέντιν Κρισπ  «Αντιμετώπιζε όλες τις καταστροφές σαν κάτι ασήμαντο, αλλά ποτέ μην αντιμετωπίσεις κάτι ασήμαντο σαν καταστροφή» διανύει την κάθε αναποδιά σαν μια καλή ευκαιρία να πλησιάσει το σκοπό και τον στόχο του.

Είναι η πέμπτη ταινία της ομώνυμης σειράς ταινιών. Ο Τζέιμς Μάνγκολντ σκηνοθέτησε την ταινία ο οποίος συν-έγραψε το σενάριο μαζί με τους Τζεζ Μπάτεργουορθ και Τζον-Χένρι Μπάτεργουορθ. Είναι η πρώτη ταινία στην σειρά που δεν σκηνοθετήθηκε από τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και δεν είχε το σενάριο γραμμένο από τον Τζορτζ Λούκας, αλλά και οι δύο βρίσκονται στα μετόπισθεν της ταινίας μιας και  είναι εκτελεστικοί παραγωγοί της.

Η αφήγηση, από τη συγγραφή των Τζεζ Μπάτεργουορθ και Τζον-Χένρι Μπάτεργουορθ, επιχειρεί να συνδυάσει την ιστορική ίντριγκα, τις εντάσεις του Ψυχρού Πολέμου και διάφορα φανταστικά στοιχεία. Ενώ η υπόθεση έχει δυνατότητες, η εκτέλεση είναι ατελής. Ο ρυθμός είναι άνισος, με στιγμές ενθουσιασμού και έντασης να αραιώνονται από υποτονικές και ανούσιες σεκάνς. Το σενάριο δυσκολεύεται να βρει μια συνεκτική ισορροπία μεταξύ του ιστορικού σκηνικού, της κατασκευής του Αρχιμήδη και των μυστικιστικών στοιχείων, αφήνοντας το στόρι κάπως μετέωρο να αποζητά μια πιο ελκυστική και συνεκτική αφήγηση. Παρ όλα αυτά η ταινία αποτυπώνει την ουσία της σειράς Ιντιάνα Τζόουνς, προσφέροντας συναρπαστικές σκηνές δράσης, τοποθεσίες που κόβουν την ανάσα και μια γερή δόση πνευματώδους χιούμορ.

Ο Χάρισον Φορντ στο «Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου» αποδίδει με μια ισορροπημένη ερμηνεία, μπαίνοντας αβίαστα ξανά στα παπούτσια του αγαπημένου αρχαιολόγου. Το χάρισμα και το πνεύμα του παραμένουν άθικτα, προσδίδοντας την απαραίτητη ενέργεια στην ταινία. Η επιστροφή του Χάρισον Φορντ ως Ιντιάνα Τζόουνς αποτελεί αναμφίβολα το κορυφαίο σημείο αυτής της ταινίας. Αλλά το «Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου» υπολείπεται της λάμψης των προκατόχων του. 

Ενώ η επιστροφή του Φορντ και η ενδιαφέρουσα υπόθεση δημιουργούν αρχικό ενθουσιασμό, η ταινία τελικά αποτυγχάνει να προσφέρει μια συναρπαστική ιστορία αντάξια του ονόματος Ιντιάνα Τζόουνς, χωρίς όμως να πληγώνει το βαρύ παρελθόν του αγαπημένου μας αρχαιολόγου. Η σκηνοθεσία του Τζέιμς Μάνγκολντ, αν και την παλεύει, δεν έχει τη μαγεία του αγγίγματος του Σπίλμπεργκ και το σενάριο δεν καταφέρνει να συνθέσει αποτελεσματικά τα ιστορικά και υπερφυσικά στοιχεία του. Παρά τα ελαττώματά της, η ταινία μπορεί να εξακολουθεί να σαγηνεύσει στους φανατικούς οπαδούς του Ιντιάνα Τζόουνς, που αναζητούν μια τελευταία περιπέτεια με τον δαιμόνιο και ανήσυχο αρχαιολόγο. Η ταινία όμως  είναι μια μέτρια προσθήκη στη σειρά και είμαστε  βέβαιοι ότι οι μέρες μαγείας, της αίσθησης δέους και θαυμασμού, που έφερε ο Στίβεν Σπίλμπεργκ στην αρχική τριλογία του εμβληματικού τυχοδιώκτη, ανήκει για τα καλά στο παρελθόν. 

Είναι αλήθεια βέβαια ότι πρέπει κανείς να αποφεύγει τις συχνές και πολλές αναπολήσεις αν θέλει να είναι ισορροπημένος στον βίο του, αλλά τι γοητευτική, παράξενη και  καρποφόρα αντίφαση! Μόνο κοιτώντας πίσω με καθαρό μυαλό και σταθερό βλέμμα, μπορεί κανείς να υποψιαστεί, πιθανόν και να σκιαγραφήσει αμυδρά, το μέλλον. 

 

Διαβάστε επίσης