Η φορολοταρία θεσπίστηκε ως μέτρο, το οποίο διαφήμιζε ότ θα επιτύχει την εξασφάλιση της φορολογικής συνείδησης των πολιτών. Πρόκειται για ένα μέτρο, το οποίο θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση και υλοποιείται σε πρακτικό επίπεδο από την Ανεξάρτη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Η μέχρι στιγμής εικόνα ωστόσο, δείχνει πως δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Εξετάζοντάς κανείς το μέτρο από την έναρξη της εφαρμογής του στη διάρκεια του 2017, θα μπορούσε να συμπεράνει ότι είχε κυρίως επικοινωνιακή επιτυχία, η οποία ωστόσο εξαντλήθηκε πολύ σύντομα, μετά τις δύο πρώτες κληρώσεις. Χαρακτηριστικό αυτής της πρόσκαιρης επιτυχίας, είναι το γεγονός ότι στην πρώτη κλήρωση που πραγματοποιήθηκε στις 31 Νοεμβρίου του 2017, και αφορούσε στις αποδείξεις του Οκτωβρίου, της ίδιας χρονιάς, κυριολεκτικά έπεσε το σύστημα, δεδομένου ότι το ενδιαφέρον από πλευράς των πολιτών να δουν εάν έχουν κερδίσει, ήταν ιδιαίτερα έντονο.
Σημειώνεται ότι η λοταρία πραγματοποιείται διεθνώς και σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Μάλτα, όπου βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη από το 2016, αλλά και η Πολωνία. Η Ελλάδα προσπάθησε κι εκείνη με τη σειρά της να εφαρμόσει το επιτυχημένο μοντέλο άλλων κρατών, χωρίς ωστόσο να προϋπάρχει το υπόβαθρο, νομικό αλλά και σε επίπεδο νοοτροπίας, που θα συνεπικουρούσαν στην επιτυχία της λοταρίας.
Στόχος σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η συλλογή φορολογικών εσόδων. Δεδομένου ότι η επιτυχία του μέτρου δεν είναι μετρήσιμη, και δεδομένου ότι ουδείς μπορεί να εντοπίσει το εάν οι αποδείξεις συμβάλλουν στην αλλαγή φορολογικής συνείδησης ή όχι, τα στοιχεία περί φοροδιαφυγής και οφειλών έρχονται να δώσουν μέρος της απάντησης. Το 60%, που ο ίδιος ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής, ανέφερε πρόσφατα ότι αντιστοιχεί στο ποσοστό της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα, αποτελεί ένα γεγονος που αυτή τη στιγμή συνεχίζει να υφίσταται παρά τις προσπάθειες που καταβάλλει η φορολογική αρχή για να περιορίσει την έκταση του φαινομένου, που ονομάζεται φοροδιαφυγή.
Οι γνωρίζοντες πάντως αναφέρουν ότι η λοταρία, δεν πρόκειται για τίποτε άλλο, παρά για κίνηση με καθαρά πολιτικό υπόβαθρο, η οποία επί της ουσίας δεν διαθέτει κανένα οικονομοτεχνικό κριτήριο, τόσο στο σχεδιασμό, όσο και στην υλοποίησή της.
Mέχρι στιγμής, έχουν πραγματοποιηθεί κληρώσεις για το σύνολο του 2017, και για τα 2/3 του 2018.
Στον αντίποδα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που η ίδια η ΑΑΔΕ εκδίδει στα λεγόμενα KPIs για κάθε μήνα που περνάει, η εικόνα δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική. Tα νούμερα για τον Ιούλιο, τον τελευταίο μήνα για τον οποίο υπάρχουν αυτή τη στιγμή διαθέσιμα στοιχεία, είναι ενδεικτικά: το ληξιπρόθεσμο χρέος έναντι του ελληνικού κράτους έχει πλέον ανέλθει σε 101,7 δισ. ευρώ, ενώ τα χρήματα, που δεν πρόκειται να μπουν ποτέ στα κρατικά ταμεία, χαρακτηριζόμενα ως ανεπίδεκτα είσπραξης, ανέρχονται στα 16,5 δισ. ευρώ.