Μία επιστολή Πατρινιάς φέρνει στο προσκήνιο τα προβλήματα λειτουργίας στο Α’ Δημοτικό Κοιμητήριο.
Η συμπολίτισσα Αθηνά Ματθιοπούλου έμεινε εμβρόντητη όταν πληροφορήθηκε, μετά το τέλος της εξοδίου τελετής για τον εκλιπόντα πατέρα της, ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμοι δημοτικοί υπάλληλοι για να περαιώσουν την ταφή με τα επιχειρήματα της παρέλευσης ωραρίου και της έλλειψης προσωπικού…
Στην επιστολή-καταγγελία η συμπολίτισσα εκθέτει τα περιστατικά με χρονολογική σειρά. Αναφέρει ότι το γραφείο τελετών επικοινώνησε μπροστά της και συμφώνησε να γίνει η τελετή στις 14.00 την επόμενη μέρα. Επρεπε όμως το πρωί της ημέρας που θα γινόταν η κηδεία να πληρώσει στον Δήμο για την τελετή και την ανόρυξη (άνοιγμα, κλείσιμο, σφράγισμα) του οικογενειακού τάφου. Σ’ αυτό το σημείο η συμπολίτισσα αναφέρει ότι θέτει την απόδειξη πληρωμής στη διάθεση κάθε ενδιαφερομένου.
Η ίδια και οι υπόλοιποι συγγενείς ένιωσαν αμήχανα όταν διαπίστωσαν, φτάνοντας στον τάφο, ότι δεν υπήρχαν εργάτες ταφής. «Κινδύνευε ο πατέρας μας να μείνει άταφος!» αναφέρει στην καταγγελία. Την διαδικασία της ταφής και το κλείσιμο του μνήματος ανέλαβε να ολοκληρώσει ο εργολάβος (γραφείο τελετών Τσανταρλιώτη) με το προσωπικό του, τους οποίους και ευχαρίστησε, ενώ το σφράγισμα επιμελήθηκε άλλη επιχείρηση (θέτει κι αυτή την απόδειξη στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου).
Την επόμενη μέρα επισκέφθηκε το κοιμητήριο για να ζητήσει εξηγήσεις. Ενημερώθηκε προφορικά για ωράριο που έχει το προσωπικό, αλλά και για πειθαρχικούς ελέγχους που εκκρεμούν για υπαλλήλους. Εκτός από την αρνητική εντύπωση που σχημάτισε η καταγγέλλουσα σχετικά με τα «σφιχτά» ωράρια απασχόλησης του προσωπικού, διερωτάται γιατί υποχρεώθηκε στην καταβολή χρημάτων για εργασία που δεν παρασχέθηκε από τον Δήμο.
Για ηθικούς λόγους, όπως μας είπε σε νεότερη τηλεφωνική επικοινωνία, εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει, μέσω της υπηρεσιακής οδού, την απόδοση των χρημάτων που κατέβαλε η οικογένεια. Παράλληλα, διατηρεί κάθε νόμιμο δικαίωμά της, ελπίζοντας ότι «θα βάλουμε ένα λιθαράκι για έστω αξιοπρεπή θάνατο».