Ο ευγενής πόθος του νέου «αυτόνομου σχολείου» και η διαχρονική τροχοπέδη της «οικονομίας» των φροντιστηρίων

Του Ηρακλή Ρούπα, οικονομολόγου

H τρέχουσα σχολική χρονιά έχει χαρακτηριστεί από την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ως "η χρονιά του σχολείου". Παραλείπει όμως, το υπουργείο και οι αντίστοιχοι υπουργοί - εδώ και δεκαετίες - να τονίσουν πως αλλαγή στο επίπεδο της παιδείας χωρίς την εξαφάνιση των φροντιστηρίων δεν είναι δυνατόν να υφίσταται. Χρονιά του σχολείου και Χρονιά του… «φροντιστηρίου».

Κατ΄ επέκταση αν θέλουμε να συζητήσουμε σοβαρά για την παιδεία της χώρας δεν είναι δυνατόν να παρακάμψουμε την διασύνδεση της παιδείας που πάσχει και του μοναδικού στον κόσμο φαινομένου που υποβαθμίζει κάθε προσπάθεια αναβάθμισης. Της «παραπαιδείας» των φροντιστηρίων.  

Η νέα λεκτική «επανάσταση» του κυρίου Πιερακάκη βασίζεται στην κατ επίφαση «αυτονομία» του manager/ διευθύνοντος συμβούλου Διευθυντή. Ρόλο που θα ανατεθεί βάσει του «σχεδιασμού» σε περίπου 10.800 διευθυντές σχολικών μονάδων της χώρας. Φαίνεται πως η διαχρονική «ευαισθησία» της κυβέρνησης σε στατιστικές απεικονίσεις ώθησε για ακόμα μία φορά τον υπουργό προς την εξαγγελία αυτή. Η Ελλάδα έχει τον μικρότερο δείκτη αυτονομίας ανάμεσα σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Βρήκαμε λοιπόν εκείνον τον δείκτη που με μία απλή εξαγγελία θα βοηθήσει στην «στατιστική αναβάθμιση». Ακόμα βέβαια αναζητείται η μαζικότητα εφαρμογής μίας άλλης εξαγγελίας του κυρίου Πιερακάκη όπως το «ψηφιακό σχολείο» ή η ουσιαστική παρεμβατική προσέγγιση μέσω του ψηφιακού φροντιστηρίου για την υποκατάσταση του εκτός του προαυλίου φροντιστήριο.

Η οδός της «αυτόνομης» ουτοπίας συνεχίζεται. Έχοντας χαρακτηρίσει το «ψηφιακό σχολείο» και το «ψηφιακό φροντιστήριο» ως «επανάσταση», ο Πρωθυπουργός εντόπισε την θετικότητα της εξέλιξης αυτής στο γεγονός ότι «θα κάνει πραγματικά την διαφορά για τα παιδιά που προετοιμάζονται για τις πανελλαδικές». Επιχαίροντας για το γεγονός της νέας εκπαιδευτικής «επανάστασης», παρέλειψε να αναφερθεί στο γεγονός ότι η πλειοψηφία των οικογενειών ματώνοντας οικονομικά, οδηγείται - προφανώς με «επαναστατική» διάθεση – από το ίδιο το σύστημα στην παραπαιδεία. Έχει τεχνηέντως καλλιεργηθεί πως μόνον μέσω της «διεξόδου» αυτής να μπορέσει να δώσει στα παιδιά του ο κάθε γονιός την εκπαιδευτική στήριξη προκειμένου για την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ.

Αναλύουμε λανθασμένα τα προβλήματα της παιδεία μέσα από την οπτική των πολιτικών που απλά εξαγγέλλουν «εκπαιδευτικές επαναστάσεις» χωρίς να τολμήσουν να «ακουμπήσουν» το πραγματικό πρόβλημα της παραπαιδείας. Αυτονόητα καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η πρακτική αυτή που ταλανίζει την παιδεία δεκαετίες τώρα – παράλληλα με τις οικονομικές κρίσεις – αποτελεί συνδυασμό ανικανότητας ,ψηφοθηρίας αλλά και αδυναμίας να θιχθεί μία «βιομηχανία» στην οποία εργάζονται χιλιάδες καθηγητές και δάσκαλοι ( βλέπε τα περιβόητα «Κέντρα Μελέτης Δημοτικού»). Καλύπτεται κατά τον τρόπο αυτό η αδυναμία της πολιτείας να τους παρέχει έναν μισθό που να αντικατοπτρίζει τον πραγματικό ρόλο των εκπαιδευτικών. Ως το πολιτικό σύστημα να αδυνατεί να στερηθεί τις ψήφους της εκπαιδευτικής «στρεβλότητας».

Αδυναμίας και ανικανότητας να δομηθεί ένα σύστημα δημιουργίας σύγχρονων σχολικών μονάδων σε όλη την χώρα για να τις στελεχώσουν οι καθηγητές και δάσκαλοι που περιμένουν χρόνια να διορισθούν. Προέκταση αυτής η ψηφοθηρία. Επιδιώκεται μέσα από την «σιωπηρή» «διέξοδο» των φροντιστηρίων, να δίδεται εργασία σε χιλιάδες εκπαιδευτικούς. Μία εργασία όμως, που αμείβεται από το υστέρημα όσων φορολογούνται λόγω την εμμέσως επιβαλλόμενης ψυχολογικής πίεσης της «αναγκαίας» ύπαρξης της παραπαιδείας.  Φορολογούμενοι που επέλεξαν την δημόσια δωρεάν παιδεία που σύντομα θα χαρακτηρισθεί «αυτόνομη» και όχι την αμειβόμενη παραπαιδεία.   

Μίας αδυναμίας που δεν θα με εξέπληττε αν οδηγείτο στην παροχή voucher προς γονείς για την εγγραφή των παιδιών τους σε ιδιωτικά σχολεία στα πλαίσια μία τάσης ιδιωτικοποίησης της παιδείας αντί για την ενίσχυση της δημόσιας. Άλλωστε, είμαστε μπροστά στο φαινόμενο εξαγοράς εξαιρετικών ιδιωτικών σχολείων από ξένα funds (ιδιοκτητών δεκάδων σχολείων στην Ευρώπη) με μόνη προφανή στόχευση το κέρδος μέσω της δημιουργίας δικτύου σχολικών μονάδων σε όλη την χώρα.

Αν παραλληλίσουμε την συνεργασία του δημοσίου με το ιδιωτικό σύστημα υγείας, εύκολα μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τέτοιας μορφής «συνεργασίες» ίσως δεν είναι εκτός της φιλοσοφίας της κυβέρνησης. Συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα για την ενδυνάμωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όπως η ίδρυση «Ωνάσειων σχολείων» και της τριτοβάθμιας μέσω ανάδειξης σχολών «εξειδίκευσης» σε περιοχές με αναπτυξιακές ιδιαιτερότητες - σύμφωνα με τις εξαγγελίες του κυρίου Πιερακάκη - είναι σίγουρα προς την σωστή κατεύθυνση.  Η διείσδυση των funds όμως, δημιουργεί πέπλο κινδύνου για το «αυτόνομο» σχολείο αναδεικνύοντας τον κίνδυνο του αφελληνισμού ενός ελληνοκεντρικού εκπαιδευτικού αφηγήματος. Βέβαια υπάρχει και η «επενδυτική» επιλογή να αρχίσουν τα funds να αγοράζουν φροντιστήρια!

Έχοντας λύσει όλα τα θέματα της παιδείας ο κύριος Πιερακάκης σκέφθηκε πως η παροχή του Διεθνούς Απολυτηρίου (Inernational Baccalaureate –IB) στα δημόσια σχολεία της χώρας θα προσέθετε εκπαιδευτικό πλουραλισμό και ίσες ευκαιρίες. Αναδεικνύει ο κύριος Υπουργός σαφή αδυναμία αντίληψης ότι η παιδεία είναι πρωτίστως θέμα κουλτούρας και πνευματικότητας ως την ανάγκη ανάδειξης ενός υγιούς ελληνοκεντρικού πεδίου εκπαίδευσης. Μίας κουλτούρας που δύσκολα μπορεί να συνδυάσει την «επανάσταση του αυτόνομου σχολείου» με την εκτός εγχώριου εκπαιδευτικού πλαισίου εισαγωγή του ΙΒ.

Κάποιο ίσως εκτιμούν πως ξαφνικά το «αυτόνομο» σχολείο και η εισαγωγή του ΙΒ θα δώσει λύσεις στην στέγαση των δασκάλων και καθηγητών, θα αναδείξει την προβληματικότητα των βιβλίων που διδάσκονται, θα εξαλείψει τα φροντιστήρια, θα αναδείξει την επιζητούμενη ενσυναίσθηση που θα κτίσει σχολεία για παιδιά με ειδικές ανάγκες ή θα ενδυναμώσει τον θεσμό των ειδικών σχολείων. Το μόνο ουσιαστικό ελληνοκεντρικό μέτρο που εξήγγειλε ο κύριος Πιερακάκης. Καλόν θα ήταν να ρωτήσει βέβαια πόσα παιδιά ιδιωτικών σχολείων που ακολουθούν το ΙΒ κάνουν φροντιστήριο!

 

Διαβάστε επίσης

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ