"Ζούμε τη στιγμή" - Ένα θρυμματισμένο μελόδραμα

του Ελισσαίου Βγενόπουλου, σκηνοθέτη-συγγραφέα

Έρωτας σημαίνει να ζεις πιο ξέγνοιαστα  στην ανάσα του άλλου, πιο ελεύθερα έξω από τον εαυτό σου, πιο σίγουρα μέσα στη φαντασία κάποιου άλλου.

Η Φλόρενς Πιου υποδύεται μια νεαρή, ανερχόμενη σεφ. Το πάθος της για τη μαγειρική είναι ταυτόχρονα τέχνη και καταφύγιο, βοηθώντας την να ξεφύγει από το συναισθηματικό κενό που αφήνουν οι μη ικανοποιητικές σχέσεις και οι προσωπικές απώλειες του παρελθόντος. Οι εναρκτήριες σκηνές της ταινίας πιθανώς δείχνουν την πολυάσχολη, ταραχώδη ζωή της, ίσως βυθισμένη στην απαιτητική δουλειά της, όπου η τέχνη της στην κουζίνα και η επιθυμία της για κάτι περισσότερο από τη μαγειρική επιτυχία θέτουν τις βάσεις για τη μοιραία στιγμή.

Αυτό το γεγονός που αλλάζει τη ζωή της έρχεται όταν χτυπάει με το αυτοκίνητο, κατά λάθος έναν άνδρα, τον οποίο υποδύεται ο Άντριου Γκάρφιλντ. Ο χαρακτήρας του, στην αρχή, είναι ένα κενό γράμμα - ένας ξένος του οποίου η μοίρα ξαφνικά και αμετάκλητα μπλέκεται με τη δική της. Τα τραύματά του γίνονται ο καταλύτης για τη συνάντησή τους, και αντί να εγκαταλείψει τον άντρα, τον οδηγεί στο νοσοκομείο, οδηγούμενη από ενοχές και αίσθημα ευθύνης. Όμως αυτό που εκτυλίσσεται δεν είναι απλώς η ιστορία ενός τραγικού ατυχήματος, αλλά η αρχή μιας έντονης, απροσδόκητης σχέσης που παρασύρει και τους δύο χαρακτήρες σε μια βαθύτερη σύνδεση από ό,τι θα μπορούσε να προβλέψει κανείς από τους δύο.

Η ταινία επικεντρώνεται σ’ αυτή τη σύγκρουση -τόσο κυριολεκτικά όσο και συναισθηματικά- και πώς η τυχαία στιγμή οδηγεί σε έναν βαθύ δεσμό, που διαμορφώνεται από το τραύμα του ατυχήματος και ίσως, από μια κοινή αίσθηση ευαλωτότητας. Πρόκειται για ένα σενάριο «έρωτα με την πρώτη ματιά», αλλά η εξέλιξη αυτού του ειδυλλίου κάθε άλλο παρά τυπική είναι. Συναντώνται κάτω από αντίξοες συνθήκες, και μέσα από αυτή την ασυνήθιστη αρχή η σχέση τους αναπτύσσεται με την πάροδο του χρόνου.

Καθώς η ταινία καλύπτει πάνω από μια δεκαετία, το «Ζούμε τη στιγμή» δεν ακολουθεί την παραδοσιακή πορεία ενός ρομαντικού δράματος. Αντίθετα, εστιάζει στο πώς οι απροσδόκητες στιγμές της ζωής -είτε στιγμές ομορφιάς είτε τραγωδίας- διαμορφώνουν το περίγραμμα μιας σχέσης. Γινόμαστε μάρτυρες του πώς η αγάπη τους ανθίζει, ταλαντεύεται και αλλάζει μπροστά στις προσωπικές και εξωτερικές προκλήσεις. Σε αυτή την ιστορία, η αγάπη δεν είναι απλώς μια λύση ή ένα τέλος- είναι μια συνεχής διαδικασία ανακάλυψης, συμβιβασμού και προσωπικής ανάπτυξης.

-Δυστυχώς κοιτάζω το μετά, αντί να βλέπω αυτό που υπάρχει μπροστά μου, εσένα,  λέει κάποια στιγμή ο ήρωάς μας θρυμματισμένος από τη δύναμη των γεγονότων.

Οι ερμηνείες των Άντριου Γκάρφιλντ Pugh και κυρίως της υπέροχης Φλόρενς Πιου είναι πιθανότατα η καρδιά της ταινίας. Γνωστοί για την ικανότητά τους να υποδύονται χαρακτήρες με βαθιά ελαττώματα, αλλά συνάμα σχετικούς, δίνουν αποχρώσεις στους ρόλους τους, μεταφέροντας τόσο την τρυφερότητα όσο και την ένταση που ενυπάρχει στην εξελισσόμενη σχέση τους. 

Η γραφή του σεναριογράφου Νικ Πέιν (The Crown) επιτρέπει πιθανότατα να αναδύονται αποσπασματικά οι προσωπικές ιστορίες των χαρακτήρων, προσθέτοντας εύρος στη σχέση τους καθώς η ταινία προχωράει. Το «Ζούμε τη στιγμή» σε σκηνοθεσία από τον υποψήφιο για Όσκαρ και βραβευμένο με BAFTA σκηνοθέτη, Τζον Κρόουλι ("Brooklyn", "Η Καρδερίνα", "Boy A"), είναι μια, κάπως σχηματική είναι αλήθεια, εξερεύνηση της μοίρας, της τύχης και των βαθιών, συχνά ακατάστατων, συνδέσεων που προκύπτουν μεταξύ δύο ανθρώπων όταν το συνηθισμένο συγκρούεται με το εξαιρετικό. 

Τελικά, το «Ζούμε τη στιγμή» είναι μια ταινία που εξερευνά, με μελοδραματικό τρόπο όμως, το πώς οι ζωές μπορούν να αλλάξουν αμετάκλητα από μια μόνο στιγμή και πώς η αγάπη, όταν βρίσκεται σε τόσο απροσδόκητα μέρη, μπορεί να αλλάξει όχι μόνο την πορεία μιας σχέσης αλλά και τις ζωές όσων βρίσκονται μέσα σε αυτήν. Είναι ένας, μη γραμμικός, στοχασμός πάνω στον ίδιο τον χρόνο - στον τρόπο που μας διαμορφώνει και στον τρόπο που η αγάπη, είτε φευγαλέα είτε μακροχρόνια, αφήνει ανεξίτηλα σημάδια στις καρδιές μας. Η ταινία σχεδιάστηκε να είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, αγάπης και ανθεκτικότητας και να μας αποδείξει ότι δεν έχει σημασία ποιος είσαι, τι είσαι και πόσο ωραίος είσαι, αρκεί να υπάρχει κάποιος που ζει για να σ’ αγαπάει.