Τουλάχιστον τρεις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και ένας αγνοείται μετά τις άνευ προηγουμένου καταρρακτώδεις βροχές, που προκάλεσαν την Παρασκευή εκτεταμένες πλημμύρες στο Όκλαντ, την πόλη με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στη Νέα Ζηλανδία, ανακοίνωσε το Σάββατο ο πρωθυπουργός της χώρας, Κρις Χίπκινς.
Οι πλημμύρες προκάλεσαν «τον θάνατο τριών ανθρώπων, ενώ άλλος ένας αγνοείται», διευκρίνισε ο Χίπκινς σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, προσθέτοντας ότι «το επίπεδο (των ζημιών) σε ορισμένες περιοχές (είναι) σημαντικό».
Σύμφωνα με τον Χίπκινς, η πόλη έζησε την Παρασκευή «την ημέρα με τις περισσότερες βροχές» που έχει καταγραφεί ποτέ.
Η αστυνομία διευκρίνισε ότι δύο πτώματα βρέθηκαν στα βόρεια προάστια του Όκλαντ και ότι άλλος ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του από κατολίσθηση που σημειώθηκε κοντά στο κέντρο της πόλης. Επίσης ακόμη αγνοείται η τύχη ενός ανθρώπου που παρασύρθηκε από τα νερά στο νότιο τμήμα του Όκλαντ.
Το τοπικό αεροδρόμιο, το μεγαλύτερο της χώρας, το οποίο είχε κλείσει προσωρινά, ξανάρχισε το Σάββατο να λειτουργεί εν μέρει. Ο τερματικός σταθμός εσωτερικών πτήσεων είναι εκ νέου προσβάσιμος, αλλά οι διεθνείς πτήσεις αναμένεται να επαναληφθούν την Κυριακή.
Για λόγους ασφαλείας, οι συναυλίες του Βρετανού σταρ της ποπ Έλτον Τζον, που προβλεπόταν να γίνουν σε στάδιο του Όκλαντ την Παρασκευή και το Σάββατο, ματαιώθηκαν.
Τα νερά υποχώρησαν σε μεγάλο βαθμό το Σάββατο αφού την Παρασκευή είχαν μετατρέψει τους δρόμους της πόλης σε ποτάμια, αλλά ισχυρές βροχοπτώσεις αναμένονται εκ νέου και ο Κρις Χίπκινς κάλεσε τον κόσμο να μείνει στο σπίτι.
Πρόκειται για το πρώτο σημαντικό γεγονός που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Χίπκινς, ο οποίος αντικατέστησε την Τετάρτη την Τζασίντα Άρντερν, η οποία παραιτήθηκε.
Ο νέος πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας βεβαίωσε σε μήνυμά του στο Twitter ότι οι υπηρεσίες της κυβέρνησης «εργάζονται εντατικά» για να προσφέρουν τη βοήθειά τους στην πόλη και να συντονίσουν τις ενέργειες των σωστικών συνεργείων.
Οι Αρχές συνέστησαν στον πληθυσμό να μην επικοινωνεί με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, οι οποίες είχαν κατακλυστεί από κλήσεις, παρά μόνον σε περίπτωση που υπάρχει «κίνδυνος θανάτου».