Αγορά ακινήτων: Οι ξένοι επέστρεψαν στην ελληνική κτηματαγορά - Ποιες περιοχές επιλέγουν

 

Έπειτα από διάλειμμα σχεδόν δύο ετών λόγω πανδημίας, οι ξένοι επενδυτές επιστρέφουν δυναμικά στην ελληνική κτηματαγορά. Στο δεύτερο τρίμηνο του έτους αγόρασαν ακίνητα αξίας 414,4 εκατ., ποσό αυξημένο κατά 67% σε σύγκριση με πέρυσι, ενώ για το πρώτο εξάμηνο οι εισροές ξένων κεφαλαίων αυξήθηκαν 61%, σε 788 εκατ. ευρώ. Εκτιμάται ότι για το σύνολο του έτους θα φθάσουν το 1,6 με 1,7 δισ., καταρρίπτοντας το ρεκόρ του 2019 (1,45 δισ.). Οι ξένοι αγοραστές εστιάζουν σε διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας, κυρίως για επενδυτικούς σκοπούς, πολυτελείς κατοικίες στα νότια προάστια και βεβαίως εξοχικά σε δημοφιλείς προορισμούς, τις οποίες χρησιμοποιούν οι ίδιοι για κάποιο διάστημα και το υπόλοιπο έτος τις ενοικιάζουν.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Καθημερινή» σε τροχιά πλήρους ανάκαμψης έχει εισέλθει πλέον η επενδυτική δραστηριότητα στην αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό για την απόκτηση ακινήτων στην Ελλάδα ανήλθαν σε 414,4 εκατ. ευρώ, ένα ποσό που συνιστά αύξηση κατά 67% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Παράλληλα αποτελεί την καλύτερη τριμηνιαία επίδοση από το τέταρτο τρίμηνο του 2019, όταν τα ξένα κεφάλαια είχαν ανέλθει σε 410,3 εκατ. ευρώ, αλλά και την τρίτη υψηλότερη διαχρονικά. Μέχρι σήμερα το «ρεκόρ» για ένα τρίμηνο εξακολουθεί να «κρατάει» το τέταρτο τρίμηνο του 2018 με 464 εκατ. ευρώ.

Νέο ιστορικό υψηλό

Συνολικά, κατά το φετινό πρώτο εξάμηνο οι εισροές ξένων κεφαλαίων κατέγραψαν ετήσια αύξηση κατά 61% σε 788 εκατ. ευρώ, έναντι 488 εκατ. ευρώ που είχαν εισρεύσει στη χώρα κατά το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους. Με βάση τον σημερινό ρυθμό και λαμβάνοντας υπόψη ότι παραδοσιακά η επενδυτική δραστηριότητα στην αγορά ακινήτων είναι εντονότερη κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου κάθε έτους, είναι πλέον σχεδόν σίγουρο ότι το 2022 θα σηματοδοτήσει όχι μόνο την πλήρη ανάκαμψη των ξένων επενδύσεων στην αγορά ακινήτων από το ξέσπασμα της πανδημίας και μετά, αλλά παράλληλα θα αποτελέσει και νέο ιστορικό υψηλό για ένα έτος. Μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο ποσό που έχει εισρεύσει στη χώρα σε ένα ημερολογιακό έτος ήταν το 1,45 δισ. ευρώ του 2019. Φέτος, όπως όλα δείχνουν, το νούμερο αυτό θα ξεπεραστεί με ευκολία και είναι πιθανό να προσεγγίσει ακόμα και το 1,6-1,7 δισ. ευρώ.

Ακόμα ένας παράγοντας που φαίνεται να κινητοποιεί τους επενδυτές από το εξωτερικό είναι ασφαλώς η πρόσφατη ανοδική πορεία των επιτοκίων. Η εξέλιξη αυτή έχει επισπεύσει τη λήψη αποφάσεων, καθώς είναι δεδομένο ότι το κόστος δανεισμού θα συνεχίσει να αυξάνεται τα επόμενα τρίμηνα. Ως εκ τούτου παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα.

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, όπως μεσίτες και συμβολαιογράφοι, κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών πραγματοποιήθηκε μεγάλος όγκος αγοραπωλησιών, με βασικούς πρωταγωνιστές τους ξένους επενδυτές, οι οποίοι έχουν επιστρέψει δυναμικά μετά το «διάλειμμα» της προηγούμενης διετίας της υγειονομικής κρίσης.

Διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας, ποιοτικές κατασκευές στα νότια προάστια της Αττικής και ασφαλώς πολυτελείς εξοχικές κατοικίες σε δημοφιλείς τουριστικές περιοχές αποτελούν τους βασικούς πυλώνες των αγορών που επιλέγουν οι ξένοι επενδυτές. Ανάλογα με το ακίνητο και την περιοχή διαφοροποιείται και η χρήση. Για παράδειγμα, οι αγορές που γίνονται στο κέντρο της Αθήνας έχουν καθαρά επενδυτικό προσανατολισμό, καθώς τα εν λόγω ακίνητα ανακαινίζονται και στη συνέχεια εκμισθώνονται, κυρίως μέσω μακροχρόνιων συμβολαίων και σε ορισμένες περιπτώσεις και μέσω των ψηφιακών πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης. Αντίστοιχα, στα νότια προάστια και ακόμα περισσότερα στα δημοφιλή νησιά τα ακίνητα που αγοράζονται συνήθως αξιοποιούνται τόσο για ιδιοκατοίκηση για μερικές εβδομάδες τον χρόνο, όσο και για εκμετάλλευση μέσω της ενοικίασής τους.

Ειδικά φέτος υπήρξε και πολύ σημαντική άνοδος στον τομέα των πολυτελών εξοχικών κατοικιών, με τους ξένους αγοραστές να αποκτούν ακίνητα αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ σε περιοχές όπως η Ρόδος, η Κέρκυρα, η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Κρήτη και το Πόρτο Χέλι. Σύμφωνα με μεσιτικά γραφεία, που ειδικεύονται στη συγκεκριμένη αγορά, η Ελλάδα αποτελεί πλέον μέρος του διεθνούς «χάρτη» των αγορών, στις οποίες αναζητούν πολυτελή εξοχικά άνθρωποι πολύ υψηλών εισοδημάτων. Αυτό οφείλεται στη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος φιλικού προς τους επενδυτές ακινήτων, αλλά και στις ανταγωνιστικές τιμές, ιδίως σε σχέση με άλλες αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Το ράλι συνεχίζεται

Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνεται και στις τιμές πώλησης κατοικιών, που δεν δείχνουν καμία «διάθεση» υποχώρησης. Σύμφωνα με την εικόνα που προκύπτει από τον δείκτη τιμών Spitogatos Property Index (SPI), κατά το φετινό τρίτο τρίμηνο στα νότια προάστια η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης διαμορφώνεται πλέον σε 3.167 ευρώ/τ.μ., αυξημένη κατά 12,7% σε ετήσια βάση. Αντίστοιχα, στο κέντρο της Αθήνας η μέση τιμή αγγίζει πλέον τα 1.750 ευρώ/τ.μ., καταγράφοντας ετήσια άνοδο της τάξεως του 8,6%. Πρόκειται για επιτάχυνση του ρυθμού ανόδου των τιμών, καθώς κατά το δεύτερο τρίμηνο οι τιμές στο κέντρο της Αθήνας «έτρεχαν» με ετήσιο ρυθμό αύξησης 6,9%, ενώ στα νότια προάστια ο αντίστοιχος ρυθμός διαμορφώθηκε σε 10,9%.

Αντίστοιχα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το δεύτερο τρίμηνο η ετήσια αύξηση των τιμών πώλησης κατοικιών σε πανελλαδικό επίπεδο διαμορφώθηκε σε 9,4%, ενώ στην Αττική η αύξηση διαμορφώθηκε σε 10,9%. Πλέον οι τιμές στην Αττική υπολείπονται μόλις κατά 18% του υψηλότερου σημείου στο οποίο είχαν βρεθεί το 2008, καθώς έχουν καταγράψει αύξηση κατά 44,6% από το δεύτερο τρίμηνο του 2018 και μέχρι το τέλος του φετινού δεύτερου τριμήνου, παρότι μεσολάβησε η υγειονομική κρίση.

Πηγή: Εφημερίδα «Καθημερινή»

Διαβάστε επίσης