«Αμφισβητούμε τις διαβεβαιώσεις τις κυβέρνησης ότι έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια του ιδιωτικού τομέα»,δηλώνει σε συνέντευξη του ο Ανδρέας Ξανθός, βουλευτή Ρεθύμνου και τομεάρχη Υγείας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, στο iEidiseis και στον δημοσιογράφο Βασίλη Σκουρή
1. Εκτιμάτε πως η Επιτροπή υπό τον κ. Τσιόδρα βρίσκεται στο στόχαστρο της κυβέρνησης; Και γιατί;
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση και προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης έχει κάνει την πολιτική επιλογή να ανοίξει σταδιακά την αγορά, την εστίαση, την εκπαίδευση κλπ. Παρά το γεγονός ότι είμαστε ως χώρα στην κορύφωση του 3ου επιδημικού κύματος και βιώνουμε ως κοινωνία μια εξελισσόμενη υγειονομική τραγωδία . Γιατί όπως όλα δείχνουν , η στάθμιση που κάνει η κυβέρνηση σε αυτή τη φάση βάζει σε προτεραιότητα την επανεκκίνηση της Οικονομίας και η Δημόσια Υγεία μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Επειδή όμως αυτό το άνοιγμα όλοι καταλαβαίνουν ότι έχει πολύ μεγάλο ρίσκο, επινόησε την προβληματική και επιδημιολογικά επισφαλή στρατηγική των self tests για να «χρυσώσει το χάπι». Και στην Επιτροπή και στους πολίτες. Πρωτίστως στην Επιτροπή, αρκετά μέλη της οποίας είναι λογικό να διατυπώνουν σοβαρές επιφυλάξεις για το timing της άρσης των περιοριστικών μέτρων. Αυτό είναι το «δράμα» της κυβέρνησης: αφού «εργαλειοποίησε» εδώ και ένα χρόνο την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και κατάφερε να εμφανίσει τις δικές της πολιτικές επιλογές και την εξειδίκευση των μέτρων ανά τομέα ως «εισηγήσεις των ειδικών», τώρα δεν μπορεί να τους αγνοήσει από τη μια, αλλά ενοχλείται από την άλλη που δεν τη διευκολύνουν στο σχεδιασμό της χωρίς αντιρρήσεις. Αυτή είναι η ουσία της τριβής μεταξύ Επιτροπής-Κυβέρνησης και αυτό είναι πίσω από τις «διαρροές» που στοχοποιούν όσους διαφοροποιούνται από την κυβερνητική γραμμή ως «απαισιόδοξους» και «ανθρώπους που αγνοούν το κόστος στην οικονομία και την κοινωνία». Η παράκαμψη της Επιτροπής και του Υπουργείου Υγείας στο χειρισμό των self tests από τον κ. Σκέρτσο, καθώς και η προκήρυξη του διαγωνισμού για την προμήθεια τους από την Πολιτική Προστασία και όχι από τον ΕΟΔΥ ή το ΙΦΕΤ, είναι στο ίδιο πλαίσιο. Το λάθος ήταν ότι δεν οριοθετήθηκαν από την αρχή οι ρόλοι και δεν έγινε σαφής η διάκριση μεταξύ Επιστήμης και Πολιτικής, με διαφάνεια, πρόσβαση στα δεδομένα, δημοσιοποίηση των πρακτικών της Επιτροπής, για να γνωρίζουν οι πολίτες τι ακριβώς εισηγούνται οι ειδικοί και ποιες είναι οι τελικές πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης.
2. Τις διαφωνίες του Σωτήρη Τσιόδρα πώς τις κρίνετε; Και ποιος ο ρόλος του επικεφαλής της Επιτροπής σήμερα;
Ο κ. Τσιόδρας εδώ και μήνες, ουσιαστικά αμέσως μετά την επιτυχή διαχείριση του πρώτου κύματος, επέλεξε να αποποιηθεί το ρόλο του εκπροσώπου τύπου του Υπουργείου Υγείας για την πανδημία. Για τους δικούς του λόγους. Αυτό του έδωσε την απαραίτητη επιστημονική «αυτονομία» σε κάθε δύσκολη φάση , όπως αυτή που περνάμε τώρα. Σίγουρα ο ρόλος του παραμένει κρίσιμος και εξακολουθεί να διασώζει το κύρος και την - τρωθείσα δυστυχώς λόγω της «εργαλειοποίησης» από την κυβέρνηση - αξιοπιστία της Επιτροπής. Η οπτική του κ. Τσιόδρα παρουσιάστηκε πολύ αναλυτικά στην πρόσφατη διάλεξη του στην Ακαδημία Αθηνών, όπου κατέστησε σαφέστατη την αγωνία του για τον κίνδυνο από τη χαλάρωση των μέτρων και τον εφησυχασμό της κοινωνίας ( και της κυβέρνησης θα προσέθετα εγώ). Με έμφαση προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να γίνουμε Χιλή , που ενώ έχει πετύχει 30% εμβολιασμό του πληθυσμού καταγράφει ταυτόχρονα χιλιάδες κρούσματα, νοσηλείες και θανάτους καθημερινά λόγω μη τήρησης των μέτρων Δημόσιας Υγείας. Απάντησε επίσης ο κ. Τσιόδρας έμμεσα στην κριτική μεγάλου τμήματος της κοινωνίας για αντιφάσεις και διαψεύσεις των επιστημόνων, αναδεικνύοντας την αβεβαιότητα και διαρκή αναθεώρηση της επιστημονικής γνώσης, στην προσπάθεια αναζήτησης της αλήθειας.
3. Η λύση ποια πρέπει να είναι;
Κάθε λύση σήμερα είναι «ναρκοθετημένη» από την πολύμηνη έλλειψη καλής επιδημιολογικής επιτήρησης και έγκαιρης προετοιμασίας του ΕΣΥ. Έστω και στο «και πέντε», χρειαζόμαστε: 1. Αποτελεσματικό έλεγχο της διασποράς του ιού στην κοινότητα με εκτεταμένους και στοχευμένους ταυτόχρονα διαγνωστικούς ελέγχους (μοριακά και rapid test ) στις εστίες υπερμετάδοσης (χώροι εργασίας, κλειστές δομές, σχολεία, ΜΜΜ κλπ) με ευθύνη του Κράτους και των επαγγελματιών υγείας και όχι με αυτοεξέταση των πολιτών 2. Ενίσχυση της προνοσοκομειακής διαχείρισης των κρουσμάτων με ενεργό εμπλοκή της ΠΦΥ 3. Μέγιστη δυνατή στήριξη του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό 4. Αποσυμπίεση των δημόσιων νοσοκομείων με συστράτευση όλων των διαθέσιμων υγειονομικών δομών και δυνάμεων (επίταξη ιδιωτικών κλινικών – αξιοποίηση στρατιωτικών νοσοκομείων) 4. Εγγυημένη πρόσβαση σε εγκεκριμένες θεραπείες όσων ασθενών έχουν ένδειξη 5. Επιτάχυνση των εμβολιασμών με πρωτοβουλίες και πίεση προς την ΕΕ για αλλαγή πορείας (απελευθέρωση πατέντας, κεντρική διαπραγμάτευση, ισότιμη μεταχείριση όλων των κ-μ, αποδυνάμωση του «εμβολιαστικού εθνικισμού»).
4. Γιατί η κυβέρνηση εμφανίζεται έτοιμη να ανοίξει τις δραστηριότητες, παρά τις προειδοποιήσεις;
Γιατί δεν αντέχει την κοινωνική κατακραυγή και το πολιτικό κόστος μιας συνολικά αποτυχημένης και αναποτελεσματικής διαχείρισης, που δεν κατάφερε ούτε την πανδημία να ελέγξει, ούτε το ΕΣΥ να «θωρακίσει», ούτε την κοινωνία να στηρίξει. Είναι ο πανικός μπροστά στην ορατή και επιταχυνόμενη φθορά και η ανάγκη να υπάρξει μια -επίπλαστη έστω- «χαραμάδα αισιοδοξίας» στο σημερινό αδιέξοδο. Μόνο που αυτή η «έξοδος προς την Ελευθερία», όπως την αποκαλεί υπερφίαλα ο κ. Μητσοτάκης, εμπεριέχει σε αυτή τη φάση τεράστια υγειονομική επισφάλεια.
5. Το θέμα των εντατικών πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί; Σαν να έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα, παρότι οι διασωληνωμένοι εμφανίζουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο…
Στις ΜΕΘ και έξω από αυτές παίζεται συνήθως η τελευταία πράξη του δράματος. Όταν χαθεί ο έλεγχος στην κοινότητα και όταν δεν έχει γίνει η σωστή προετοιμασία του ΕΣΥ, η έκβαση της μάχης είναι προδιαγεγραμμένη. Εδώ και 2-3 βδομάδες στην Αττική έχει ξεπεραστεί η «κόκκινη γραμμή» που είχε υποτίθεται θέσει η κυβέρνηση: να μη μείνει κανείς διασωληνωμένος ασθενής με covid εκτός Εντατικής. Έχουμε φτάσει τους 800 διασωληνωμένους σε ΜΕΘ και περίπου 100 επίσης διασωληνωμένους καθημερινά που είναι σε κοινούς θαλάμους σε λίστα αναμονής . Αυτό λέγεται υγειονομική τραγωδία και κατάρρευση του ΕΣΥ. Αμφισβητούμε ευθέως τις διαβεβαιώσεις τις κυβέρνησης ότι έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια του ιδιωτικού τομέα. Γιατί ούτε ενιαία ταχύτητα στο Σύστημα Υγείας υπάρχει (τα τακτικά χειρουργεία στα ιδιωτικά θεραπευτήρια συνεχίζονται κανονικά ενώ στο ΕΣΥ έχουν περικοπεί κατά 80%), ούτε ο ιδιωτικός τομέας και τα στρατιωτικά νοσοκομεία έχουν συμβάλλει με βάση τις δυνατότητες τους στη διαχείριση της πανδημίας. Από τις 15.000 κλίνες του ιδιωτικού τομέα σε όλη τη χώρα (το 30% του συνόλου) μόνο 250 έχουν διατεθεί για νοσηλεία περιστατικών covid, δηλαδή κάτω από το 5% των 5500 νοσηλευομένων.
6. Συμμερίζεσθε το αφήγημα της κυβέρνησης για τον αριθμό των εμβολιασμών; Γιατί και στην Ευρώπη βλέπουμε να υπάρχουν προβλήματα
Ούτε στους εμβολιασμούς υπάρχει κυβερνητικό success story. Δεν έχει ξεχάσει ο κόσμος τις μεγαλοστομίες για 700.000 δόσεις το Δεκέμβριο (με το εμβόλιο της Astra-Zeneca μάλιστα), για 2 εκατομμύρια δόσεις το μήνα από τον Γενάρη, για το «τελευταίο μίλι» που διανύουμε, για επίτευξη συλλογικής ανοσίας μέχρι τις αρχές καλοκαιριού. Όλα αυτά αποδείχθηκαν εκτός πραγματικότητας (σήμερα, μετά από 3,5 μήνες, έχουν πραγματοποιηθεί 2,1 εκ. δόσεις αλλά μόνο το 7% του πληθυσμού έχει κάνει και τις δύο) και γιατί υπήρξαν προβλήματα οργανωτικά και, κυρίως, γιατί είναι μειωμένη η διαθεσιμότητα εμβολίων στη χώρα μας, όπως και σε όλη την Ευρώπη. Είναι αλήθεια ότι η ψηφιακή υποστήριξη της εμβολιαστικής εκστρατείας είναι πολύ καλή και ότι στα εμβολιαστικά κέντρα (ιδιαίτερα όσα είναι εκτός νοσοκομείων) υπάρχει αξιοπρεπής εξυπηρέτηση των πολιτών. Όμως δεν υπήρξε πρόνοια για κατ’ οίκον εμβολιασμούς κατακεκλιμένων ή ανήμπορων ασθενών, μέσω συνεργασίας των ΚΟΜΥ (Κινητών Ομάδων του ΕΟΔΥ) με το «Βοήθεια στο Σπίτι» των Δήμων. Όπως επίσης δεν υπήρξε έγκαιρη αξιοποίηση όλων των δημόσιων δομών ΠΦΥ για αποκέντρωση της διαδικασίας και κακώς εξακολουθούν να διενεργούνται εμβολιασμοί στα νοσοκομεία. Εξ ’αιτίας αυτών των δυσλειτουργιών και άλλων παραγόντων φυσικά (έλλειμμα ενημέρωσης, δυσπιστία, φόβος) το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης των ηλικιωμένων δεν είναι ικανοποιητικό (60% στους άνω των 85 ετών και 64% στους 80-84) και αυτό εξηγεί την υψηλή διάμεση ηλικία των θανόντων (79 έτη).
7. Τι κάνει λάθος η Ευρώπη στο θέμα των εμβολιασμών;
Η Ευρώπη έκανε ένα σημαντικό βήμα, που ήταν η κοινή διαπραγμάτευση με τις φαρμακευτικές και η ισότιμη κατανομή των εμβολίων στα κ-μ με βάση πληθυσμιακά κριτήρια. Όταν όμως φάνηκε ότι οι κατασκευάστριες εταιρείες δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην παγκόσμια ζήτηση και δεν τηρούσαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις στην παράδοση των συμφωνημένων δόσεων, δεν τόλμησε η συντηρητική ηγεσία της ΕΕ να κάνει την κρίσιμη κίνηση: να δεσμεύσει τις «πατέντες», να πολλαπλασιάσει την παραγωγική ισχύ των φαρμακοβιομηχανιών και να επιταχύνει τους εμβολιασμούς και στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο μέσω της πρωτοβουλίας covax του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Η Δεξιά λοιπόν στην Ευρώπη (μέρος της οποίας είναι ο κ. Μητσοτάκης) που έχει το «πάνω χέρι» στα όργανα της ΕΕ, αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων, δεν είχε την αναγκαία διορατικότητα και αποφασιστικότητα στις κινήσεις της, κράτησε παραλυτικές ισορροπίες και δεν τόλμησε να θίξει τα «ιερά και τα όσια» (πατέντες) της φαρμακοβιομηχανίας, δεν διασφάλισε τη Δημόσια Υγεία και δεν έπεισε ότι μπορεί ένας κοινός ευρωπαϊκός μηχανισμός να διαχειριστεί αποτελεσματικά μια μεγάλη υγειονομική κρίση. Η στάση αυτή πυροδότησε τον «εμβολιαστικό εθνικισμό» όπως είχε προειδοποιήσει ο ΠΟΥ και τις αποσχιστικές τάσεις πολλών χωρών από την πρωτοβουλία της Κομισιόν. Η αριστερή και προοδευτική απάντηση δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στον εθνοκεντρισμό, η λογική «πρώτα η Ελλάδα» κατά το «πρώτα οι ΗΠΑ» του Τραμπ. Και γιατί είναι ανέφικτο και γιατί είναι λάθος. Η δική μας θέση πρέπει να είναι η ριζική τροποποίηση της ευρωπαϊκής γραμμής, περισσότερη και πιο αλληλέγγυα Ευρώπη, κεντρικές συμφωνίες για όλα τα εγκεκριμένα από τον ΕΜΑ εμβόλια και φάρμακα, δομικές αλλαγές στη φαρμακευτική πολιτική και στο καθεστώς προστασίας των πνευματικών «δικαιωμάτων» των εταιρειών, έγκαιρη και ισότιμη πρόσβαση όλων των χωρών και όλων των λαών στα νέα εμβόλια, χωρίς διακρίσεις και «παιγνίδια» γεωπολιτικών ή εταιρικών ανταγωνισμών.