Η "ενσυναίσθηση" του δανειακού εγκλωβισμού μίας ανομοιογενούς Ευρώπης

Του Ηρακλή Ρούπα

 

Η κρίση της πανδημίας δοκιμάζει τις αντοχές της συνοχής της Ευρώπης σε μία διαδικασία που επιτάσσει την ομογενοποίηση  βασικών λειτουργιών της όπως η αντιμετώπιση του ιδιωτικού και δημοσίου χρέους σημαντικού αριθμού χωρών της Ευρωζώνης.

Βρισκόμαστε στην φάση εκείνη όπου το πρώτο εκείνο "whatever it takes” του Μ. Ντράγκι, έχει πλέον μεταλλαχθεί από τον ίδιο στην ανάγκη διαγραφής των χρεών (ιδιωτικών και κρατικών) που θα δημιουργηθούν λόγω κορονοϊού. Άλλωστε, η πρόταση των εννέα χωρών για την έκδοση "κορονοομολόγου" έγινε στη βάση μίας τέτοιας εναλλακτικής προσέγγισης.

Παρά το γεγονός ότι το συνολικό διακύβευμα της ΕΕ είναι η αμοιβαιοποίηση πολλών συνισταμένων του λειτουργικού πλαισίου των κρατών - στον βαθμό εκείνο που θα επιτρέπει μία ισοβαρή κατανομή τόσο των υποχρεώσεων, όσο και των ωφελειών - η κρατούσα προσέγγιση τα τελευταία χρόνια δείχνει να αποκλίνει από τη στόχευση αυτή. Η παραμετροποίηση αυτής της επιδιωκόμενης ισορροπίας, εμποδίζεται από ένα ετεροβαρές πλαίσιο υποχρεώσεων και δεσμεύσεων στο όνομα της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Η ενιαία Ευρώπη δεν δομήθηκε με ενιαία κουλτούρα ανάπτυξης, παραγωγικού προσανατολισμού και ευαισθησίας στην ανάδειξη κοινού πλαισίου διαμόρφωσης κοινωνικών ισορροπιών. Το αντίθετο μάλιστα. Με δεδομένη τη διαφορά ιδιοσυγκρασίας Βορρά – Νότου αναδείχθηκε ένα πλαίσιο χωρίς την ευελιξία της άμεσης διαφοροποίησης σε καιρό κρίσης. Αυτό θα απαιτούσε μία διαχρονική "ενσυναίσθηση",  που όμως ιστορικά εξέλειπε ως δομικό θεμέλιο πολλών λαών της Ευρώπης. Άλλωστε, ο καπιταλισμός δεν προσαρμόσθηκε ποτέ σε καταστάσεις στη βάση κάποιας θεωρητικής "ενσυναίσθησης", αλλά εκμεταλλεύεται τις ψυχολογικές μεταλλάξεις κρίσεων για την ενίσχυση της διαδικασίας παραγωγής κέρδους.

Δεν είναι ανάγκη να βάλουμε ταμπέλες θεωριών για να αναδείξουμε ως τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα που αποτρέπει τα ευρωπαϊκά κράτη από το να συμφωνήσουν σε ένα δραστικά υβριδικό πλαίσιο ανάταξης των οικονομιών μετά την κρίση ως την διαχείριση του υπέρογκου δανεισμού. Τη συνολική διαχείριση τόσο του ιδιωτικού, όσο και του κρατικού χρέους.

Η αιτία μπορεί να μην είναι τόσο προφανής, καθώς τις τελευταίες δεκαετίες η παραμετροποίηση των συνισταμένων συνοχής της Ευρώπης βασιζόταν σε πολιτικά κριτήρια. Την τελευταία δεκαετία όμως η πορεία συνοχής διαταράχθηκε από τον τρόπο με τον οποίο κάθε κράτος διαχειρίσθηκε την υπερβάλλουσα ρευστότητα που διοχέτευε η ΕΚΤ για την αποτροπή υφεσιακών καταστάσεων στην ευρωζώνη. Μπορεί να υπήρχε σύμφωνο σταθερότητας, αλλά εμμέσως η παρεχόμενη ρευστότητα – εντός των πλαισίων του συμφώνου – ενέτεινε τον φαύλο κύκλο δανεισμού. Κατ΄επέκταση την εξάρτηση κρατών από μηχανισμούς πολιτικών ισορροπιών που ήταν αδύνατον να ελέγξουν.

Εντός αυτού του στρεβλού περιβάλλοντος εξάρτησης, αγορών, ρευστότητας και χρέους, στηρίχθηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια μία ισορροπία πολιτικά "βολική" όταν η διάθεση επιβολής των συμφωνημένων κανόνων – όπως στην περίπτωση της Ελλάδος – αφορούσε τις ασθενέστερες οικονομικά χώρες.  Σήμερα που η κρίση αγγίζει όλους, το "πολιτικά ορθό" της προ κρίσης περιόδου πλέον διαφέρει μεταξύ Βορρά και Νότου.

Ενώ η κρίση τοποθετείται εκτός συστημικών παραμέτρων, οι χώρες του Βορρά αδυνατούν να συμβιβασθούν με την αναγκαιότητα της αμοιβαιοποίησης των χρεών που προέκυψαν εξαιτίας της κρίσης. Παραπέμπουν στους "κανόνες" αλλά και στον θεωρητικά ή προσχηματικά μακρύ χρόνο που απαιτείται για να συμφωνηθούν οι όποιες προσαρμογές. Κατ΄αυτόν τον τρόπο δύσκολα αποφεύγεται ο συνειρμός της έμμεσης επιδίωξης της συνέχισης του δανειακού εγκλωβισμού των χωρών του Νότου.

Προκειμένου να είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε στη σωστή ανάγνωση των δεδομένων αρκεί μία μικρή ιστορική παράκαμψη μέσω αρχαίας Ελλάδας και Μεσαίωνα, για να επαληθεύσουμε την ιστορική συνέχεια της σχέσης χρέους – εξουσίας. Στα πλαίσια αυτά αξίζει να αναδείξουμε, με στόχο να προσδώσουμε και μία σύγχρονη φιλοσοφική διάσταση της εξάρτησης αυτής, την θεωρία του χρήματος που αναπτύσσει ο Μ. Φουκώ.

Υπάρχει ουσιαστική διαφοροποίησή του με την παραδοσιακή ερμηνεία που θέλει το χρήμα να γεννάται από μία εμπορευματική οικονομία. "Η εμφάνιση του χρήματος συνδέεται με τη συγκρότηση ενός νέου τύπου εξουσίας, μίας εξουσίας που έχει ως λόγο ύπαρξης να παρεμβαίνει στο καθεστώς ιδιοκτησίας, στο παιγνίδι των χρεών και εξοφλήσεων". 

Η Ε.Ε. συστάθηκε και ενισχύθηκε σε πρώτη φάση με στόχο την προώθηση κυρίως των σχέσεων εμπορίου. Μετεξελίχθηκε όπως μετεξελίχθηκαν και οι αγορές. Σήμερα, βρίσκεται διασπασμένη εξαιτίας αυτής ακριβώς της βάσης του παιγνίου "χρεών και εξοφλήσεων".

Η Ευρώπη στην παρούσα φάση βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Σε εκείνη ακριβώς την ιστορική καμπή όπου η ροή καταστροφής/δημιουργίας είτε θα δομήσει μία νέα Ευρώπη της ουσιαστικής ενοποίησης, ή θα αναδείξει τον πόλο εκείνο της εξουσίας όπου το "χρήμα" που θα την υποστηρίξει θα την οδηγήσει στη διάλυση. Άλλωστε, αν το χρήμα δεν υποστηρίζεται από μία ουσιαστική ροή εξουσίας καταρρέει και οι οικονομικές λειτουργίες καταρρέουν μαζί του. Αυτό συνέβη στην ευρωπαϊκή οικονομία μετά την πτώση της αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου, όταν έλειψε η ροή της αυτοκρατορικής εξουσίας.

Οι χώρες του Βορρά με προεξέχουσα τη Γερμανία, προβάλλουν τον οικονομικό συντηρητισμό ως βάση τήρησης κανόνων και θεσμών. Το ερώτημα βέβαια που αναδεικνύεται εντονότερα σήμερα παρά ποτέ είναι εάν ο συντηρητισμός αυτός είναι προσχηματικός ή όχι. Οι ίδιοι οι κανόνες που συμφωνήθηκαν σε περιόδους πολιτικής χαλαρότητας ως βάση πολιτικών αποφάσεων της Ε.Ε. επέτρεψαν την υπερχρέωση κρατών που σήμερα σε μία μη συστημική κρίση η κυνικότητα της "εξουσίας του χρέους" και των αγορών, κινδυνεύει να μην τους αφήσει άλλα περιθώρια παρά μόνον ακραίες αντιδράσεις επιβίωσης.

Αποτελεί οξύμωρο το γεγονός πως τα σημερινά διλήμματα και τα πιθανά επακόλουθα των συντηρητικών θέσεων των Γερμανών κυρίως – ειδικά μετά τις πρόσφατες δηλώσεις Σοιμπλε περί αδυναμίας ενός κορονο-ομολόγου – κινδυνεύουν να αναδείξουν ως φιλοσοφικό και οικονομικό θέσφατο την θεωρία ενός άλλου Γερμανού οικονομολόγου και φιλοσόφου του Κ. Μαρξ. Ο προβληματισμός του για το εάν οι συνθήκες εξάρτησης που δημιουργεί το χρέος προωθούνται ως πλαίσιο "προγράμματος" ή αποτελούν τυχαίο γεγονός, είναι εκ νέου επίκαιρος. Τόσο ο Μαρξ, όσο και ο Νίτσε υποστήριξαν πως η πορεία φιλελευθεροποίσης των οικονομιών μετατρέπει το κράτος σε κράτος διαχειριστή της κατανομής του χρέους.

Κάθε κρίση ευρωπαϊκή ή μη προκύπτει από την ανάγκη αναζήτησης "ζωτικού χώρου" με την ευρεία έννοια του όρου. Οι γεωγραφικοί χώροι διεκδικούνται με πολέμους. Οι οικονομικοί ζωτικοί χώροι μέσω των αγορών και της σχέσεως χρέους των κρατών. Στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής κρίσης και της επερχόμενης νέας κρίσης χρέους το διευρυμένο ρόλο προάσπισης των συμφερόντων του κράτους και τήρησης των "κανόνων" έχουν αναλάβει οι πλειοψηφούντες θεσμοί. Θεσμοί και κανόνες μίας Ευρωπαικής Ένωσης που κινδυνεύει να αλλοιώσει οριστικά τα ιδρυτικά χαρακτηριστικά παραδίδοντας τα όποια χαρακτηριστικά πολιτικής και οικονομικής "ενσυναίσθησης" σε νεοεθνικιστικές επανεμφανίσεις. 

* Ο κ. Ηρακλής Ρούπας είναι Οικονομολόγος

Διαβάστε επίσης