Πολλές προσπάθειες ονοματολογικής προσέγγισης γίνονται για να χαρακτηρίσουν ένα ευρύ πολιτικό ρεύμα που αναζητεί μέσα από την επίφαση του προοδευτισμού να προσδιορίσει την νέα ταυτότητα της «Κεντροαριστεράς» μετά το πέρασμα από τα μνημόνια. «Προοδευτικό Κέντρο», "Πράσινη Συμμαχία" και ακόμα περισσότερες ονοματολογικές προσεγγίσεις χαρακτηρίζουν την αναζήτηση ιδεών μίας σύγχρονης πολιτικής ταυτότητας.
Όσοι όμως αναλώνονται στην επικοινωνιακή αναζήτηση εννοιών και ταυτοτήτων, αδυνατούν να αντιληφθούν πως η εξέλιξη της πολιτικής εν μέσω παγκοσμιοποίησης, τεχνολογικής επανάστασης, και υβριδικών κρίσεων εστιάζεται στο βασικό πλέον διακύβευμα ανάδειξης «προοδευτικών» πολιτικών. Αν συνεχίσει η Κεντροαριστερά να θεωρεί ως δεδομένη την εννοιολογική ταύτιση του "προόδου" μόνο με την «αριστερά» και όχι με «κεντροαριστερά», κινδυνεύει πολύ σύντομα να βρεθεί εκτός ουσιαστικού ιδεολογικού αφηγήματος.
Προφανώς κάθε μία πολιτική ορολογία δίνει ένα σαφές θεωρητικό στίγμα. Στίγμα όμως που επί της ουσίας δεν λέει τίποτα στον αγωνιζόμενο με την καθημερινότητα πολίτη. Η βάση της πολιτικής κάθε πολιτικού φορέα θα πρέπει να αποτελεί σίγουρα πεδίο ζυμώσεων όταν φθάσει ο καιρός. Η ουσιαστική ζύμωση όμως, πρέπει να γίνει –έπρεπε να έχει γίνει από καιρό- με την καθημερινότητα του πολίτη και την αδυναμία του να αντιληφθεί «γιατί φθάσαμε ως εδώ».
Ο τρόπος με το οποίο θα απαντηθεί με ειλικρίνεια αυτό το καθοριστικό ερώτημα και η στόχευση των λύσεων αποτελούν την ουσία της επιτυχίας κάθε νέου εγχειρήματος ή κάθε προσπάθειας προσδιορισμού ιδεολογικής και πολιτικής ταυτότητας. Άλλωστε, το πρώτο με το οποίο θα πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε είναι το γεγονός πως την περίοδο του μνημονίου ουσία δεν υπήρχαν θεωρητικές προεκτάσεις, αλλά μόνο η πρακτικότητα και αμεσότητα των μέτρων εξόδου από την κρίση. Όχι μέτρων μνημονίων. Μέτρων πρακτικότητας και ενεργοποίησης όλων των δομών της κοινωνίας.
Το κεντρικό αφήγημα κάθε φορέα που θέλει να βλέπει το πολιτικό μέλλον ως βάση διαμόρφωσης θετικής πολιτικής για την κοινωνία και τον τόπο πρέπει να είναι απαλλαγμένο από «τσιτάτα» και πολιτικές φιοριτούρες του παρελθόντος.
Πρέπει να μην διακατέχεται από την τάση κεκαλυμμένης παραπλάνησης του ψηφοφόρου με στόχο την εξουσία. Πρέπει να είναι ένα αφήγημα απλό και κατανοητό για να αγγίξει την βάση. Απλό και ειλικρινές για να δώσει το νέο στίγμα. Με ουσιαστικό πέρασμα στον «απογοητευμένο». Να αγγίξει την καθημερινότητα πολιτών, την εμπιστοσύνη των οποίων δικαιολογημένα χάθηκε στην πορεία των εξελίξεων.
Η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουμε μπροστά μας ως Έλληνες μετά την κρίση είναι να ξαναχτίσουμε τις δομές μας. Όχι μόνον οικονομικές και παραγωγικές. Κυρίως κοινωνικές. Άλλωστε, η ανασυγκρότηση ξεκινάει από την βάση.
Η ελληνική κοινωνία και η ελληνική οικονομία θα σταθούν στα πόδια τους και θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για μια ισχυρή παραγωγική βάση όταν απελευθερώσουμε τις δικές μας δημιουργικές δυνάμεις από όσα τις εγκλωβίζουν σήμερα. Και τίποτα δεν κρατάει τις δυνάμεις μας περισσότερο εγκλωβισμένες από το ίδιο το κράτος και τις διαχρονικές στρεβλότητες του πολιτικού συστήματος.
Ο μύθος των ξένων επενδύσεων που θα έρθουν όταν απαξιώσουμε την αξία των δυνατοτήτων των Ελλήνων είναι αποπροσανατολιστικός αφού κανένας δεν πρόκειται να εμπιστευτεί την ελληνική οικονομία αν δεν την εμπιστευτούμε πρώτα εμείς.Όταν οι πολίτες αποφασίσουν να απομακρυνθούν με την ψήφο τους από διαχρονικές πολιτικές μετριότητες της εξουσίας και εμπιστευθούν τον ειλικρινή προοδευτικό λόγο και πολιτική.
Η πραγματικότητα όμως είναι ότι κανένας πολιτικός χώρος ιστορικά δεν εξέφρασε συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο για μια κοινωνία που στέκεται περήφανα στα πόδια της, συμμετέχει ενεργά στην οικοδόμηση και πρόοδο μιας δίκαιης πολιτείας μέσα στην οποία ο καθένας μας εκφράζεται και δημιουργεί ελεύθερα με πραγματικό «προοδευτικό» πόσιμο. Αυτή η ιστορική πραγματικότητα, η δικαιωματική αυτή διεκδίκηση πρέπει να επανέλθει εκ νέου στο προσκήνιο.