Νέα Ζηλανδία: Τα δύο τελευταία θύματα του ηφαιστείου ενδέχεται να μην βρεθούν ποτέ

«Πρέπει να περιμένουμε η μητέρα φύση να μας δώσει αυτά τα πτώματα. Μπορεί να το κάνει, μπορεί και όχι»

Δύο άνθρωποι παραμένουν αγνοούμενοι σχεδόν δέκα μέρες μετά την έκρηξη του ηφαιστείου στη Νέα Ζηλανδία και η Αστυνομία τους θεωρεί νεκρούς και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να μην βρεθούν ποτέ.

Οι αρχές ανακοίνωσαν σήμερα ότι μειώνουν την έκταση των επιχειρήσεων έρευνας για να εντοπιστούν και να ανασυρθούν τα δύο τελευταία πτώματα μετά την ηφαιστειακή έκρηξη στο νησί Γουάιτ.

Επισήμως, ο απολογισμός των νεκρών της έκρηξης στο ηφαίστειο, γνωστό με το όνομά του στη γλώσσα των Μαορί Ουακαάρι, ανέρχεται σε 16. Έξι πτώματα θυμάτων ανασύρθηκαν από το νησί Γουάιτ την Παρασκευή.

Οι δύο άνθρωποι που συνεχίζουν να αγνοούνται είναι η Γουαϊνόνα Λάνγκφορντ, 17 ετών, υπήκοος Αυστραλίας, και ο Χέιντεν Μάρσαλ-Ίνμαν, 40 ετών, Νεοζηλανδός, επαγγελματίας ταξιδιωτικός οδηγός. Τα πτώματά τους πιστεύεται πως βρίσκονται στα νερά γύρω από το νησί, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.

«Δεν εγκαταλείπουμε αλλά έχουμε φθάσει σε μια φάση που τα πάντα κρίνονται από τη θάλασσα» δήλωσε ο Μάικ Κλέμεντ, ανώτερος αξιωματικός της νεοζηλανδικής αστυνομίας, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην πόλη Ουακατάνε, πολύ κοντά στο ηφαίστειο.

«Πρέπει να περιμένουμε η μητέρα φύση να μας δώσει αυτά τα πτώματα. Μπορεί να το κάνει, μπορεί και όχι», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τον Κλέμεντ, επιχειρήσεις έρευνας θα διεξάγει πλέον μόνο η τοπική δύναμη της αστυνομίας, καθώς η συμμετοχή της των δυνάμεων που είχαν σπεύσει στην περιοχή από αλλού τερματίζεται.

Όταν έγινε η έκρηξη στο ηφαίστειο, δημοφιλή τουριστικό προορισμό, τη Δευτέρα, βρίσκονταν πάνω στο νησί ή κοντά σε αυτό 47 άνθρωποι. Εξ αυτών, 27 εξακολουθούν να νοσηλεύονται σε νοσοκομεία στη Νέα Ζηλανδία και στην Αυστραλία με σοβαρά εγκαύματα.

Η πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας Τζασίντα Αρντέρν δήλωσε ότι οι ιατροδικαστικές εξετάσεις και το έργο των εποπτικών φορέων για εργασιακή ασφάλεια και την ασφάλεια των τουριστικών εκδρομών ενδέχεται να διαρκέσουν έως και έναν χρόνο. Κατά την ίδια, εάν εξακριβωθεί πως διαπράχθηκαν αξιόποινες πράξεις, οι υπεύθυνοι θα αντιμετωπίσουν ποινές φυλάκισης έως και πέντε ετών.

Διαβάστε επίσης