Τράπεζες σε συνθήκες νέας προβληματικής. Το χρηματιστήριο υπό κατάρρευση. Τα ομόλογα υπό αμφισβήτηση. Το γενικότερο αναπτυξιακό αφήγημα σε απαξίωση. Η Κυβέρνηση όμως με φόντο την Νέα Υόρκη έκανε «περιπάτους» με επενδυτές ενώ καταθέτει «σχέδια» προυπολογισμού για το ποια από τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες θα… κτυπηθούν λιγότερο.
Τα γεύματα στην κοσμοπολίτική πρωτεύουσα του καπιταλισμού, πίσω από το γκλάμουρ των φωτογραφιών και των selfies, κρύβει απλά την πραγματικότητα πως στην ουσία είναι μία προσπάθεια διασκευής ενός εικονικού αφηγήματος. Αυτό που αναζητούν για να πεισθούν τα διεθνή κεφάλαια να επενδύσουν είναι η αλλαγή νοοτροπίας και προφανώς όχι η ανάδειξη ουτοπίας. Τα μηνύματα κατά συνέπεια υπήρξαν αρνητικά από πλευράς διάθεσης των funds αλλά και επενδυτών γενικά να έλθουν στην χώρα, καθώς ως γνωστό το θέμα νοοτροπίας δεν αποτελεί πρόβλημα μόνον της παρούσας κυβέρνησης. Η αλλαγή δε αναμένεται ακόμα. Ας βρισκόμαστε στον 10 χρόνο της κρίσης.
Η Ελλάδα αδυνατεί να κινηθεί αυτόνομα στις αγορές. Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που η πιθανότητα μη περικοπής των συντάξεων και η αντίστοιχη αρνητική αξιολόγηση της κίνησης αυτής από τις αγορές αφήνει αδιάφορο το οικονομικό επιτελείο. Βάση της αδιαφορίας αυτής αποτελεί το υπερπλεόνασμα. Μία πολιτική απόφαση υψηλού ρίσκου, καθώς εάν η χώρα δεν μπορέσει μέχρι τις αρχές του 2019 να βγει στις αγορές θα υπόκειται σε συνθήκες αναζήτησης χρηματοδότησης από άλλες πηγές.
Δυστυχώς, εν μέσω διεθνών υβριδικών κρίσεων, η αδυναμία ανάγνωσης της πραγματικότητας αναδεικνύεται ακόμα εντονότερα από το γεγονός ότι στατιστικές αναλύσεις διαβάζονται μονοδιάστατα για να αναδειχθεί το επικοινωνιακό αφήγημα. Παράδειγμα η ερμηνεία της φαινομενικής αύξησης επενδύσεων την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2018 μέσω των αριθμών ίδρυσης νέων επιχειρήσεων την ίδια στιγμή που ο δείκτης οικονομικού κλίματος εμφανίζει τον Σεπτέμβριο ραγδαία επιδείνωση. Ένας δείκτης που αποτελεί την βάση διαμόρφωσης του ρυθμού ανάπτυξης.
Αρκεί δε μία ανάγνωση κάποιων δεδομένων του προσχεδίου του προϋπολογισμού για να αναδειχθεί για ακόμα μία φορά η διάθεση επικοινωνιακής υπερβολής. Δίδεται εσφαλμένη βαρύτητα σε μία ακόμα προγραμματική αντίφαση μεταξύ των ρυθμών ανάπτυξης που διεθνής οργανισμοί θεωρούν επιτεύξιμοι σε συνδυασμό με την επιδείνωση των διεθνών δεδομένων και των στόχων της Κυβέρνησης. Ρυθμός ανάπτυξης 2,1% για φέτος και 2,5% για το 2019. Στόχοι ανέφικτης επίτευξης. Την ίδια στιγμή που τυχόν αποκλίσεις από τον προϋπολογισμό θα δημιουργήσουν κενό ως προς τον στόχο του 3.5% των πλεονασμάτων με όλα τα αναμενόμενα επακόλουθα.
Η βάση των υπεραισιόδοξων προβλέψεων του προσχεδίου του προυπολογισμού αναδεικνύεται από το «μαξιλάρι» ενός πλασματικού και αντιαναπτυξιακού πλεονάσματος, αδιαφορώντας στην ουσία για την ικανότητα εξόδου στις αγορές. Κυρίως όμως αδιαφορώντας για την κοινωνική συνοχή. Σκόπιμα παρακάμπτεται δε το γεγονός πως αν οι τράπεζες δεν κερδίσουν την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών, τα κεφάλαια που εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση – εφόσον δεν επιτευχθούν οι στόχοι μείωσης των «κόκκινων δανείων» θα πρέπει να προκύψουν από το κεφαλαιακό απόθεμα του Δημοσίου. Κοινώς το υπερπλεόνασμα. Μία από τους βασικούς λόγους που η βάση των υποθέσεων του προυπολογισμού διαμορφώνει κλίμα ασάφειας, αβεβαιότητας κυρίως δε υποβάθμισης. Άλλωστε εδώ στην Αχαια το κλίμα αυτό είναι περισσότερο από ορατό εδώ και χρόνια.