Εθνικό Ορφανοτροφείο Θηλέων Πατρών: Η ιστορία του και μια συγκινητική μαρτυρία τροφίμου του την δεκαετία του '40

Ιδρύθηκε το 1925 στην έπαυλη του Θεόδωρου Τριάντη

Εθνικό Ορφανοτροφείο Θηλέων Πατρών (νυν Κέντρο Παιδικής Μέριμνας Θηλέων Πατρών ). Βρίσκεται στην Ακτή Δυμαίων, δίπλα ακριβώς από τον Ι.Ν.Αγίου Γερασίμου. H ανάρτηση που έγινε στο fb από τον Ανδρέα Αύλιχο, μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία του. Ο Ανδρέας Αύλιχος αναφέρεται σε όσα του είπε μια Πατρινιά παλιά τρόφιμος του Ορφανοτροφείου, σημειώνοντας, ότι επί κατοχής είχαν σωθεί πολλά παιδιά:
"'Ημουν οικότροφος από το ......μέχρι το .......( 8 χρόνια συνολικά ).Σήμερα είμαι 7... ετών και μόλις βγήκα έξω τότε κατάλαβα τι πάει να πει φτώχεια. Μέσα δεν ήξερα,διότι σαν παιδί δεν μου έλειψε τίποτα,ούτε το φαγητό,ούτε το φρούτο καθημερινά,ούτε η καθαριότητα εβδομαδιαίως σχολείο τέχνη.Σου τα γράφω διότι αξίζει ο κόσμος να ξέρει. Ζήσαμε παιδιά με τα όλα τους.Ζω 5... χρόνια στο εξωτερικό.Αυτές είναι ιστορίες.Βλέπω ότι πάντα βάζετε τις πλατείες ,αλλά αυτό είναι η αληθινή ιστορία που ο κόσμος δεν ξέρει τίποτα.Τότε δεν παίρνανε αδέρφι ,διότι έπρεπε να βοηθήσουν την πιο άπορη οικογένεια και τα πιο μικρά. Εγώ ήμουν ένα από τα τυχερά παιδιά, έπαιξα, έφαγα, έμαθα, ενώ άλλα γίνονταν υπηρέτριες από 9 και 10 ετών.Φαντάζεσαι την διαφορά. Ένα μόνο μας έλειψε, το χάδι της Μητέρας. Είχαμε την ''τύχη'' ,εγώ και τα .... αδέρφια μου ,να χάσουμε και τους δύο .Πριν γεννηθώ εγώ ,μέσα στην κατοχή σκότωσαν τον πατέρα μου και την χρονιά που μπήκα στο ορφανοτροφείο το 19... χάνουμε και την Μητέρα μας.Τόσα αδέρφια στο πουθενά. Μεγαλώσαμε στην Πάτρα,αλλά δεν ήμασταν γεννημένα στην Πάτρα.


Πάντα όταν έρχομαι Ελλάδα επισκέπτομαι το ορφανοτροφείο.Λογικά την σήμερον ημέρα τα πάντα έχουν αλλάξει.Τότε δεν βγαίναμε έξω,εκτός αν μας έπαιρνε κάποιος δικός μας αδελφός ή ο υπεύθυνος της οικογένειάς μας
. Εξωτερικά δεν έχει αλλάξει τίποτα και θυμάμαι και το παραμικρό δωμάτιο.Ο επάνω όροφος ήταν για τα παιδάκια που ήταν σαν σοφίτα κοιμόντουσαν τα παιδάκια που είχαν πρόβλημα στην νυχτερινή ούρηση. Ο δεύτερος όροφος ήταν το νοσοκομείο μας και ο τρίτος στις σκάλες ήταν της διευθύντριας το διαμέρισμα και το γραφείο του διαχειριστή,και στο τέρμα κάτω ήταν οι αποθήκες με τον ρουχισμό και το ραφείο που μας έραβαν τα ρούχα μας. Ποτέ δεν φορέσαμε μπαλωμένο ή τρύπια παπούτσια.Πάντα στην εποχή τους καινούρια,καλοκαιρινά χειμωνιάτικα .Δυο φορές την εβδομάδα κρέας .μία ψάρι και κατά την εποχή τα υπόλοιπα.Καθημερινά το μεσημέρι φρούτο της εποχής.Καθαριότητα.Αυτά τα κατάλαβα μόλις βγήκα έξω κι είδα την φτώχεια στα σπίτια .Όσο για τα κρεβάτια μας,ούτε μία ζάρα δεν υπήρχε,καλύτερα και από το στρατιωτικό. Όλα ήταν στην ώρα τους ,φαγητό, ύπνο,σχολείο,παιχνίδι και κέντημα και ραπτική. Οι θάλαμοι ήσαν στο μεγάλο κτίριο με τα λιακωτά. Αξέχαστες χριστουγεννιάτικες γιορτές,ανοιχτό να έρθουν οι επισκέπτες,με το δέντρο μας,με την χορωδία μας και τέλος ένα γλυκό κι ένα δωράκι.Όταν ερχόταν πολεμικό καράβι αμερικάνικο,μας καλούσαν και εκεί τρώγαμε ό,τι θέλαμε, γαριδάκια, τσιπς, παγωτά,και τέλος ένα δωράκι στο φεύγα σε κάθε παιδάκι.Μας πήγαιναν τα πιο μικρά μπάνιο κάθε μέρα στη θάλασσα,σε όλες τις εκκλησίες με τα πόδια ,ή εκδρομές κοντινές. Εάν ήταν μακρυά όπως στο Γηροκομειό ή στον Κόκκινο Μύλο ή στο Χαλίλι και δεν θυμάμαι άλλα,τότε μας πήγαιναν με λεωφορείο.Τι άλλο ήθελε ένα παιδί που δεν είχε γονιούς.Τον πατέρα μου τον σκότωσαν δύο μήνες πριν γεννηθώ.''

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟΥ
"Παραθέτω τώρα μερικά στοιχεία για το ορφανοτροφείο. Ευχαριστώ πάρα πάρα πολύ την ιστορικό κ. Γιώτα Καϊκά-Μαντανίκα που ανταποκρίθηκε άμεσα στο ερώτημά μου και μου έστειλε με mail πληροφορίες για το ορφανοτροφείο,για τον Θεόδωρο Τριάντη και για τον Παναγιώτη Σκαγιόπουλο.
Όσα ακολουθούν είναι από δική της πληροφόρηση", γράφει ο Ανδρέας Αύλιχος και παραθέτει:
Το Ελληνικό κράτος προκειμένου να βοηθήσει τα παιδιά που ή- ταν ορφανά και δεν είχαν τη δυνατότητα μόνα τους να επιβιώσουν και για να μη χαθούν μέσα στην κοινωνία ίδρυσε με το Νόμο 2851/1922, που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ’ 114 Φ.Ε.Κ (Τεύχος Α΄) της 15-7-1922, τα Εθνικά Ορφανοτροφεία απόρων Μαθητών. Σκοπός των Εθνικών Ορφανοτροφείων ήταν η παροχή περίθαλψης σε απροστάτευτα παιδιά από 7 μέχρι 18 ετών, κυρίως ορφανά από τον ένα ή τους δύο γονείς, η σχολική και επαγγελματική τους μόρφωση και κατάρτιση και φυσικά η ηθικοπλαστική τους διαπαιδαγώγηση. Όλα λειτουργούσαν ως Ν.Π.Δ.Δ και υπάγονταν στο Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας. (Βάσει του άρθρου 14 του Νόμου 2851/1922 εξεδόθησαν από το Υπουργείο Κοινωνικής Προνοίας ο κανονισμός εσωτερικής λειτουργίας των Εθνικών Ορφανοτροφείων αριθ. Πρωτ. 15309/30-6-1926 και ο Κανονισμός Λειτουργίας Ταμιακής και Λογιστικής Υπηρεσίας αριθ. Πρωτ. 86236/24-8-1925).
Επειδή όμως μετά από χρόνια διαπιστώθηκε ότι αυτά δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τις νέες ανάγκες, κυρίως της επαρχίας, με την άφιξη των προσφύγων της Μ. Ασίας, με νέο Νόμο 2852/ 15 Ιουλίου 1926 αναδιοργάνωσε τα παλιά και ίδρυσε και νέα, 20 Αρρένων και 19 Θηλέων, κυρίως σε επαρχιακές πόλεις της Βορείου Ελλάδος, για την αντιμετώπιση της περίθαλψης των απόρων ορφανών προ- σφύγων. Ένα από αυτά ήταν και το Εθνικό Ορφανοτροφείο Θηλέων Καβάλας.( Αυτές οι πληροφορίες προέρχονται από το ιντερνετ στις πληροφορίες για το Θηλέων Καβάλας.)
Το Θηλέων Πάτρας άρχισε να λειτουργεί 1925 γράφει ο Τριανταφύλλου, ενώ στο διαδίκτυο διαβάζουμε το 1927. Το 1973 με προεδρικό διάταγμα μετατράπηκε σε «Κέντρο παιδικής μέριμνας Θηλέων». Σκοπός του ιδρύματος είναι η περίθαλψη , μόρφωση και επαγγελματική εκπαίδευση των παιδιών (θηλέων) που είναι απροστάτευτα και στερούνται οικογενειακής φροντίδας. Τα φιλοξενούμενα παιδιά είναι ηλικίας 6-20 ετών. Πρέπει να είναι σωματικά, ψυχικά και πνευματικά απόλυτα υγιή. Αυτές οι πληροφορίες προέρχονται από το διαδίκτυο.
Ορφανοτροφείο Θηλέων Πάτρα.
Ιδρύθηκε το 1925 στην έπαυλη του Θεόδωρου Τριάντη, η οποία αγοράστηκε από το Δημόσιο από το Τριάντειο ίδρυμα. Ο Θεόδωρος Τριάντης πέθανε το 1913.(Από το βιβλίο της ''Το πτερόν εις τον πίλον'')
Ένας άλλος μεγάλος ευεργέτης υπήρξε ο Θεόδωρος Τριάντης Ξένος στην πόλη, αφού συγκέντρωσε ένα τεράστιο ποσόν, ενσάρκωσε το όνειρό του με τη διαθήκη του. Η πράξη του υπήρξε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς την πόλη, στην οποία ήρθε φτωχός και αξιώθηκε να δει τον εαυτό του να προάγεται σε ευπορία και κοινωνική ευπρέπεια. Επειδή ήταν πρακτικός άνθρωπος και γνώριζε, βέβαια, τις ανάγκες της εποχής του, σε μια πόλη κατεξοχήν εμπορική, όπως ήταν η Πάτρα, επιθυμούσε να γίνει μια σχολή όπου η νεολαία θα αποκτούσε εκείνες τις πρακτικές γνώσεις που θα της επέτρεπαν να βρει μια εργασία για να καλύψει τις βιοποριστικές της ανάγκες. Η δωρεά υπήρξε σημαντικό γεγονός για την πόλη, γιατί αφενός θα ήταν δυνατόν να ιδρυθεί η σχολή, αφετέρου δε είχε εξασφαλίσει τη συντήρησή της ανεπηρέαστα από κάθε κίνδυνο.
Πέθανε τον Μάρτιο του 1913. Η σορός του μεταφέρθηκε από τη μεγαλοπρεπή του έπαυλη, που ήταν δίπλα στον Άγιο Γεράσιμο, στην Ευαγγελίστρια. Υπήρξε, επίσης, ένας ακόμα μεγάλος ευεργέτης για την πόλη, με τη δημιουργία της Τριαντείου Σχολής, η οποία υπάρχει ακόμα και σήμερα, αφού δεν κατόρθωσε να έχει απογόνους, όπως μαθαίνουμε. Δεν είχε το προσόν του γένους, αλλά είχε τη λαμπρότητα των αισθημάτων. Δεν καταγόταν από καμία ξεχωριστή οικογένεια, αλλά ξεχώρισε ο ίδιος με τη δωρεά του. Συγκέντρωσε μεγάλο πλούτο με την άοκνη εργασία του και τον απλό τρόπο της ζωής του, την οποία ζωή του μάλιστα αδίκησε, σύμφωνα με τη νεκρολογία, αφού απείχε «από τας απολαύσεις τας τρελλάς του βίου». Ζούσε μάλιστα τόσο απλά, ώστε πολλές φορές άκουγε ο ίδιος τις ειρωνείες του κόσμου, καθώς έβλεπε ο κόσμος έναν εκατομμυριούχο, όπως ήταν ο Τριάντης, να ζει πάρα πολύ απλά, χωρίς να μπορεί να το δικαιολογήσει, ή ίσως πιστεύοντας ότι ήταν τσιγκούνης. Αλλά ο Τριάντης, ζώντας σε μια εποχή που η υστεροφημία έπαιζε σπουδαίο ρόλο, είχε το λόγο του. Ήθελε μετά το θάνατό του να φτιάξει την Τριάντειο Επαγγελματική Σχολή, για την οποία έχει ήδη γίνει λόγος. Σε ένδειξη πένθους, κατά τη διάρκεια της κηδείας οι φανοί των οδών από όπου θα διερχόταν η νεκρική πομπή περιβλήθηκαν με πένθιμα κρεπ, ενώ οι κώδωνες των ναών ηχούσαν πένθιμα. Ο συντάκτης της νεκρολογίας όμως τελειώνει με ένα παράπονο, που αναφέρεται στην απουσία επωνύμων και απόδοσης τιμών στην κηδεία, την οποία, βέβαια, δικαιολογεί με το «άσημον της καταγωγής», κάτι βέβαια που δείχνει τη σημασία που είχε η καταγωγή εκείνη την εποχή.
«Πού έμειναν λοιπόν οι επικήδειοι οι καταλαμβάνοντες ολοκλήρους στήλας των εφημερίδων, τα ρητορικά σχήματα αι ποιητικαί εξάρσεις.
»Γιατί, αφού και ο ασημότερος των θνητών θα ακούση κατά την τελευταίαν του εμφάνισιν εις αυτήν την ζωήν κολακευτικά και ψεύτικα συνήθως λόγια, ο Θεόδωρος Τριάντης δεν ήκουσεν;
»Εστείρευσεν η έμπνευσις, ή εξησφαλίσθη η ευγνωμοσύνη;
»Ίσως και τα δύο – από τους επισήμους μόνον.
»Διότι κατά τον τελευταίον ασπασμόν, πολλά χέρια χονδροειδή αγκάλιασαν τα πόδια του νεκρού και πολλά στόματα μη αρωματισμένα όταν εφίλησαν το άγιον εκείνο μέτωπον εψιθύρισαν “στο καλό μεγάλη ψυχή, στο καλό άγιε άνθρωπε”.
»Αυτά τα λόγια τα κρυφά, τα μυστικά χωρίς σχήματα και χωρίς έξαρσιν ήσαν μοναχά ο επικήδειος και επιτάφιος λόγος του Θεοδώρου Τριάντη.
»Αλλά και τις οίδε μήπως αυτών και μόνον είχεν ανάγκην ο χθες κηδευθείς μεγάλος ευεργέτης;»
Στην ιστορία, όμως, της Πάτρας και στο κεφάλαιο φιλανθρωπία έχουμε να αναφέρουμε τα εξής παραδείγματα. Στις αρχές του 20ου αιώνα η Πάτρα ευεργετήθηκε με το ποσόν του 1.500.000 δραχμών, ποσόν πολύ μεγάλο για την εποχή. Ο ευεργέτης, ο Θεόδωρος Τριάντης, όπως αναφέρεται σε άλλα κεφάλαια του βιβλίου ήλθε στην Πάτρα φτωχός, έγινε μεγάλος έμπορος και θεώρησε χρέος του να επιστρέψει κατά κάποιο τρόπο χρήματα στην πόλη που τον ανέδειξε. Φτάχτηκε, λοιπόν, με τα χρήματα του επαγγελματική σχολή η «Τριάντειος», που υπάρχει ακόμη και σήμερα, επειδή ακριβώς ήξερε ότι η εποχή γενικά και η πόλη ειδικά είχε ανάγκη από επαγγελματικά χέρια.
΄Ενας άλλος μεγάλος ευεργέτης της πόλης υπήρξε ο σταφιδέμπορος Παναγιώτης Σκαγιόπουλος, ο οποίος με συμβόλαιο εν ζωή συνέστησε το ομώνυμο Ορφανοτροφείο αρρένων, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν την 19/12/1929[]. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η δεκαετία του 1920 είναι μία οδυνηρή για την Ελλάδα δεκαετία. Η Ελλάδα προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της οικονομικά και κοινωνικά. Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος και η Μικρασιατική καταστροφή άφησαν βαθιά χαραγμένα τα ίχνη τους. Τα ορφανά από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας ήταν πληγή για την κοινωνία. Το Ορφανοτροφείο, λοιπόν, αυτό ήταν μία σπουδαία προσφορά στην πατρινή, αλλά και την ελληνική κοινωνία εκείνη την εποχή".