Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Αναπληρωτών Φιλολόγων προχωρά σε συλλογή υπογραφών κατά της υποβάθμισης των ανθρωπιστικών σπουδών. Συγκεκριμένα σε κείμενο αναφέρεται ότι:
Ολοένα και πληθαίνουν οι φωνές γύρω μας, όσων συνδέουν την έξοδο από τα δεινά της κρίσης με τις απαραίτητες ενέργειες, στις οποίες χρειάζεται να προβεί η Πολιτεία για την ποιοτική αναβάθμιση της παιδείας μας. Ενώ, όμως, από παντού εκφράζεται η επιθυμία για τη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού συστήματος, που θα αναδεικνύει τις δεξιότητες κάθε μαθητή, θα δημιουργεί άρτιες προσωπικότητες και θα γίνει ο χώρος της ζύμωσης της νέας προσπάθειας, γινόμαστε παράλληλα μάρτυρες ενός οξύμωρου σχήματος: οι ανθρωπιστικές σπουδές πάνω στις οποίες οφείλει να βασίζεται το φιλόδοξο αυτό εγχείρημα, τα τελευταία χρόνια παραγκωνίζονται από το δημόσιο σχολείο με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος της εκπαιδευτικής κοινότητας να εκφράζει βαθύ προβληματισμό για τους σκοπούς που εξυπηρετεί μια τέτοια επιλογή.
Έτσι, ενώ από κάθε πλευρά υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα της καλλιέργειας στις συνειδήσεις των νέων της ιδέας της Δημοκρατίας, κρίνεται σκόπιμη η κατάργηση της διδασκαλίας του Επιταφίου του Περικλή από τη Γ΄ Λυκείου. Το μάθημα για την αξία της δημοκρατίας, δηλαδή, εξοβελίζεται οριστικά από τα σχολεία της χώρας μας, την ίδια ώρα που στο δημόσιο λόγο τα υποκριτικά δάκρυα για την αδιαφορία της νεολαίας προς τα κοινά και τους θεσμούς αφθονούν.
Παράλληλα, μέσα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και της γενικότερης αβεβαιότητας που επικρατεί σε όλη την Ευρώπη για την πορεία των εθνικών κρατών, προκαλεί εύλογες απορίες η εμμονή στη μείωση ωρών από το μάθημα της Νεώτερης Ιστορίας στο Γυμνάσιο, η παντελής κατάργηση του από την Β΄ και Γ΄ τάξη του ΕΠΑΛ, όσο και η γενικότερη έλλειψη σχεδιασμού σε ένα διδακτικό αντικείμενο που βοηθά ουσιαστικά τους μαθητές να καθορίσουν και τη δική τους θέση μέσα σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται.
Οι παλινωδίες των εκάστοτε ηγεσιών του Υπουργείου Παιδείας βρίσκουν την συνέχεια τους και στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, που χωρίς καμία αιτιολογία μειώθηκε κατά μία ώρα στη Γ΄ Λυκείου, στο μάθημα των Λατινικών, που αποφασίστηκε να μη διδάσκεται πλέον στη Β΄ Λυκείου, ενώ στα Αρχαία Κατεύθυνσης της ίδιας τάξης οι ώρες διδασκαλίας μειώθηκαν κατά τα 2/5.
Τελευταίο θύμα της πολιτικής αυτής είναι τα Αρχαία Ελληνικά στο Γυμνάσιο. Παραβλέποντας τις έντονες διαμαρτυρίες που έχουν εκφράσει έγκριτοι επιστήμονες από όλο το φάσμα των επιστημών και αδιαφορώντας για όλες εκείνες τις ετερόκλητες φωνές που τονίζουν τη σημασία της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών, η ελληνική πολιτεία δέσμια των αγκυλώσεων της διαμορφώνει το δικό της παράξενο αφήγημα. Επιρρίπτοντας, προφανώς, στη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών την ευθύνη για τη χρόνια παθογένεια του εκπαιδευτικού μας συστήματος μειώνει τις ώρες διδασκαλίας του μαθήματος, καταργεί την εξέτασή του από το «νέο» γυμνάσιο και ουσιαστικά προτείνει μία νέα διδασκαλία του μαθήματος με πολλές ασυνέχειες και κενά.
Ως Πανελλήνιος Σύλλογος Αναπληρωτών Φιλολόγων γίναμε παρατηρητές μέσα στα δύσκολα αυτά χρόνια της κρίσης, μιας συγκεκριμένης πολιτικής της ελληνικής πολιτείας, που δυστυχώς παγιώθηκε κατά τα τελευταία χρόνια: για την εξοικονόμηση λίγων ψιχίων στον τομέα της οικονομίας, θυσιάζεται η δυνατότητα των νέων ανθρώπων, των μαθητών μας δηλαδή, να μορφωθούν ουσιαστικά και να γίνουν αυτό που δυνητικά έχουν ονειρευτεί. Αν σε όλα τα παραπάνω προστεθούν και οι εξαγγελίες για το «Νέο Λύκειο», καθώς και η μη υποχρεωτική διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στα ΕΠΑΛ, όπως έχει εξαγγελθεί, τότε η στρεβλή εικόνα του νέου τοπίου ολοκληρώνεται.
Η μείωση των ωρών διδασκαλίας των φιλολογικών μαθημάτων, όμως, δεν αποτελεί απλώς την ήττα μίας συντεχνίας μέσα στο δημόσιο σχολείο, όπως κάποιοι με πείσμα προπαγανδίζοντας παρουσιάζουν, αλλά αποτελεί υποβάθμιση ολόκληρου του δημοσίου σχολείου. Η άρτια διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας θα αποτελεί πάντα τη βασική προϋπόθεση και το απαραίτητο εργαλείο κάθε εκπαιδευτικού λειτουργού, οποιοδήποτε κι αν είναι το αντικείμενο της διδασκαλίας του. Προοδευτικό σχολείο, επομένως, δεν είναι αυτό που διαθέτει πληρότητα στα εποπτικά μέσα και τους διαδραστικούς πίνακες, αλλά αυτό που δημιουργεί μαθητές σκεπτόμενους, που έχουν την ικανότητα να χρησιμοποιούν όλα τα παραπάνω δίχως να γίνονται παράλληλα δέσμιοί τους.
Χωρίς την εκμάθηση της γλώσσας μας και την ανακάλυψη του πλούτου της, δίχως την γνώση της ιστορίας του ελληνισμού και αποκομμένοι από τις πιο λυρικές φωνές που έζησαν εδώ, ένιωσαν, έγραψαν και τραγούδησαν, το ελληνικό σχολείο είναι φτωχό και οι πολίτες που προετοιμάζει όχι ελεύθεροι, αλλά έτοιμοι να παραδώσουν «γην και ύδωρ», όπου τυχόν τους ζητηθεί.
Αν ζητούμενο σήμερα είναι να διαμορφώσουμε μια νέα γενιά πολιτών, μέσα στο δημόσιο σχολείο, που έχει μάθει να σκέφτεται και όχι να ακολουθεί άβουλα καθετί που φαντάζει εύκολο ή απλώς δελεαστικό, τότε, ίσως, πρέπει να ψάξουμε ξανά τα γενεσιουργά αίτια αυτής της Αναγέννησης στην παλιγγενεσία της Παιδείας μας.
Όσοι ενδιαφερόμαστε για ένα σχολείο με αξία, θεωρούμε με πίστη ακλόνητη πως ο δρόμος αυτός περνά μέσα από την αναβάθμιση των σπουδών του και σε καμία περίπτωση μέσα από την περαιτέρω υποβάθμιση των φιλολογικών μαθημάτων στο Αναλυτικό Πρόγραμμα για λόγους στείρας δημοσιονομικής πολιτικής. Η επιλογή του σχολείου που σήμερα θα αποφασίσουμε να δημιουργήσουμε, θα αντικατοπτρίζει και το είδος της κοινωνίας που αύριο θα έχουμε.