Στην παρούσα φάση η συζήτησή στην Βουλή πρέπει να αναδείξει δύο παραμέτρους η πορεία των οποίων δύσκολα μπορεί να προσδιορισθεί για το μέλλον: Τις πληθωριστικές πιέσεις και την καλπαζουσα αύξηση τις τιμής του φυσικού αερίου και κατ΄επέκταση του ρεύματος, με επακόλουθες αρνητικές προεκτάσεις στην πορεία και ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Την ίδια στιγμή ο πρόεδρος της FED αναμένεται να ανακοινώσει μετατόπιση πολιτικής με στόχευση την σταδιακή αύξηση των επιτοκίων από το 2022. Η ΕΚΤ αναμένεται να ακολουθήσει.
Το βασικό ερώτημα είναι εάν η στόχευση της κυβέρνησης μέσω του προϋπολογισμού λαμβάνει υπόψη τις παραμέτρους αυτές. Ειδικά αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι με βάση τις ενδείξεις των χρηματιστηριακών τιμών, οι υψηλές τιμές ήλθαν για να μείνουν και το 22.
Επιπρόσθετα δε, εάν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις η ΕΚΤ θα σταματήσει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα, η εικόνα που αναδεικνύεται δεν θα πρέπει να παρουσιάζεται ως αισιόδοξη. Εκτός αν, τουλάχιστον στο θέμα το ομολόγων, έχουν υπάρξει διαβεβαιώσεις πως εντός του 2022 το χρέος θα λάβει διαβάθμιση αξιόχρεου, οπότε η χάραξη της κυβερνητικής πορεία βασίζεται στη επίτευξη του στόχου αυτού με πιθανή παράλληλη προσφυγή στις κάλπες.
Οι εξαγγελλόμενες επενδύσεις των δις προφανώς σηματοδοτούν μία αλλαγή ως προς την αντιμετώπιση της χώρας από τους διεθνείς «παίκτες». Αυτό που δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτό όμως, είναι πως εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων και αυξανόμενων στρεβλοτήτων της οικονομίας οι επενδύσεις αυτές δύσκολα θα διαμορφώσουν αναπτυξιακό αποτύπωμα που να εκφρασθεί άμεσα στην οικονομία.
Εν τω μεταξύ οι αναφερόμενες παράμετροι αβεβαιότητας δεν θα επιτρέψουν σε βραχυπρόθεσμες αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Εξαιρετικά σημαντικός ο ψηφιακός μετασχημετισμός ή η αλλαγή του ενεργειακού αποτυπώματος, αλλά φαίνεται να διαφεύγει των σχεδιαστών της πολιτικής αυτής η ζώσα πραγματικότητα.
Δεν αντιλαμβάνομαι τον λόγο για τον οποίο δεν επιδιώκεται λύση στο πρόβλημα του ενεργειακού κόστους των επιχειρήσεων παρά μετατίθεται η ευθύνη στην αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των χωρών βορά -Νότου.
Μία δυσαρμονία της ΕΕ που αναμένεται πλέον να την αντιμετωπίζουμε συχνά. Είναι αναγκαίο να επισημανθεί αφενός το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις και βιομηχανίες βλέπουν τα κόστη να ξεφεύγουν και μετακυλούν τις αυξήσεις στον καταναλωτή, αφετέρου το γεγονός ότι οι πληθωριστικές πιέσεις δεν αναμένεται να υποχωρήσουν παρά το γεγονός ότι σε επικοινωνιακή βάση, η κυβέρνηση επιλέγει να είναι καθησυχαστική.
Κερδίζοντας χρόνο όμως, μέσω επιδοματικής πολιτικής στήριξης των καταναλωτών, πιθανώς αναμένοντας -λανθασμένα κατά την άποψή μου- σύντομη εξαφάνιση των πληθωριστικών πιέσεων δεν αναδεικνύονται στοιχεία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Επιπρόσθετα, φαίνεται να προκρίνεται πλέον η λήξη των οριζόντιων επιδοτήσεων των λογαριασμών ρεύματος, καθώς και αύξηση της έκπτωσης για τους καταναλωτές φυσικού αερίου. Θέση που επιβάλλεται από την Ευρωπαική Ενωση.
Δυστυχώς, η συζήτηση εστιάζεται μόνον στο πρόβλημα των ιδιωτών καταναλωτών. Δεν έχω αντιληφθεί ουσιαστικές αντιδράσεις από τους φορείς και συνδέσμους για την αδυναμία της κυβέρνησης να οριοθετήσει ένα βραχυπρόθεσμο πλέγμα προστασίας για τις επιχειρήσεις. Στην παρούσα φάση ο συνδυασμός των υπέρογκων αυξήσεων των χρεώσεων του ρεύματος, της δημιουργίας νέων προβληματικών επιχειρήσεων εξαιτίας των εξελίξεων αυτών, και της αδυναμίας των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν επιχειρήσεις του αναπτυξιακού κορμού της χώρας, συνθέτουν ένα οικονομικά τοξικό μείγμα.
Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να τεθεί δύο βασικά ερωτήματα. Ήταν λανθασμένος ο τρόπος που επιλέχθηκε για την ενεργειακή πράσινη μετάβαση με την ουσιαστική κατάργηση των φθηνών λιγνιτικών μονάδων; Η κρίση είναι μόνον εισαγόμενη ή θα μπορούσε να έχουν μετριασθεί οι επιπτώσεις της; Αν αναγνωρισθεί πως η αδυναμία ουσιαστικής στήριξης των νοικοκυριών και επιχειρήσεων προήλθε από έλλειψη αμυντικών μηχανισμών τότε οφείλει η κυβέρνηση να συνεχίσει τις ενισχύσεις χωρίς εξαιρέσεις. Για δε τις επιχειρήσεις απαιτείται η προσωρινή απαλλαγή των χρεώσεων των λογαριασμών από κάθε είδους φόρους και άλλες επιβαρύνσεις (ειδικός φόρος κατανάλωσης, Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας, ΕΤΜΕΑΡ, ΕΡΤ κλπ).
Κάθε προϋπολογισμός για λόγους ψυχολογίας λειάνει τις γωνίες. Όσο αισιόδοξο και να είναι το παρουσιαζόμενο σενάριο, δεν μπορεί να μην υπολογισθεί το γεγονός ότι ο αναμενόμενος πληθωρισμός του επιπέδου 5%, αφαιρούμενος από όποιο επίπεδο προσδοκώμενης ανάπτυξης (7%), δεν αφήνει μεγάλο περιθώριο ουσιαστικής αναπτυξιακής εξυγίανσης. Η φιλοσοφία του βασίζεται στο αισιόδοξο σενάριο διεθνών εξελίξεων. Την ίδια στιγμή όμως που η αγορά και η μικροοικονομία από το νέο έτος αναμένεται να παρουσιάσει εντεινόμενα προβλήματα.
Αν όμως οι διεθνείς εξελίξεις ακολουθήσουν την ποιο απαισιόδοξη πορεία, εύκολα γίνεται αντιληπτό πως η αναμενόμενη καλή τουριστική περίοδος για το 2022, δεν θα είναι αρκετή για να διαμορφώσει δομική ανάπτυξη με ονοματικούς όρους καθώς τα νούμερα άλλα θα αναφέρουν, άλλη όμως θα είναι η πραγματικότητα.