Με «έξυπνα» δάνεια... «χειρουργικής» ακρίβειας τα οποία θα στοχεύσουν στη στήριξη μικρών υγιών οικογενειακών επιχειρήσεων -με την εστίαση μάλιστα να διεκδικεί ενισχυμένο μερίδιο της «πίτας»- το υπουργείο Ανάπτυξης επιχειρεί να ρίξει «ζεστό χρήμα» στην αγορά: Μένει να βρεθεί τις επόμενες ημέρες η «χρυσή τομή» και να παρακαμφθούν κάποιοι «σκληροί» τραπεζικοί κανόνες.
Πρόγραμμα «έξυπνης» χρηματοδότησης κεφαλαίων κίνησης πολύ μικρών επιχειρήσεων με ποσά έως 50.000 ευρώ, εγγυημένων από το Δημόσιο, ετοιμάζεται να βγει στον αέρα τις επόμενες ημέρες: Βάσει των σχεδιασμών του υπουργείου Ανάπτυξης το νέο «έξυπνο» δάνειο θα έχει... στόχευση. Και αυτή δεν θα είναι άλλη από το να στηριχθούν επιχειρήσεις -ως επί το πλείστον- αποκλεισμένες από τα τραπεζικά προϊόντα. Η δράση αυτή θα αφορά σε εγγυημένα δάνεια κεφαλαίου κίνησης με ευνοϊκότερους όρους, με το ποσό που θα χορηγηθεί να κυμαίνεται μεταξύ 30.000 και 50.000 ευρώ. Μάλιστα η εγγύηση από το Δημόσιο θα φτάνει έως και το 90% του ποσού.
Οι λεπτοί χειρισμοί και τα εμπόδια του τραπεζικού συστήματος
Βεβαίως η όλη διαδικασία ακριβώς επειδή περιλαμβάνει τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και άρα κρύβει «παγίδες» και κινδύνους, πέρασε από «κόσκινο» και προσέκρουσε και σε εμπόδια που θέτουν τραπεζικοί κανόνες. Συγκεκριμένα, στο τραπέζι έπεσαν δύο πολύ συγκεκριμένοι προβληματισμοί:
Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν πληρούν τα κριτήρια δανειοδότησης, ακόμη και με την αυξημένη εγγύηση που θα προσφέρει το Δημόσιο. Ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της ΕΚΤ, σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, έχει δώσει αυστηρές οδηγίες να τηρούνται «άρτια πιστοδοτικά κριτήρια ακόμα και στη διάρκεια της κρίσης». Ο SSM τονίζει πως «οι κανόνες που οι τράπεζες πρέπει να τηρούν πάντοτε όταν χορηγούν δάνεια ισχύουν και για τη χορήγηση δανείων με κρατικές εγγυήσεις». Δηλαδή, «οι τράπεζες πρέπει πάντοτε να αξιολογούν τη φερεγγυότητα των πελατών τους, με άλλα λόγια την οικονομική τους κατάσταση και τον κίνδυνο μη αποπληρωμής των δανείων. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να χορηγούν δάνεια μόνο όταν θεωρούν ότι ο δανειολήπτης θα είναι σε θέση να τα αποπληρώσει. Οι κρατικές εγγυήσεις δεν μεταβάλλουν αυτόν τον κανόνα και, επομένως, δεν θα πρέπει να ενθαρρύνουν τις τράπεζες να δανειοδοτούν επιχειρήσεις "ζόμπι".
Σε αυτό το πλαίσιο, στο τραπεζικό σύστημα υπήρχε η εκτίμηση ότι δεν είναι εφικτό να παρακαμφθούν τα κριτήρια δανειοδότησης ούτε και με τις αυξημένες εγγυήσεις που θα προσφέρει το Δημόσιο, ούτε ίσως και αν οι επιχειρήσεις προσφέρουν σημαντικές εξασφαλίσεις, διότι αυτό που προέχει είναι να κρίνεται πως η επιχείρηση θα μπορέσει να αποπληρώσει το δάνειο. Έτσι, επισημαίνεται ότι υπάρχει ο κίνδυνος να κατακλυσθεί το τραπεζικό σύστημα από εκατοντάδες χιλιάδες αιτήσεις επιχειρήσεων, να «φρακάρει» η διαδικασία αξιολόγησης των αιτημάτων και, τελικά, να είναι πολύ λίγες οι επιχειρήσεις που θα φθάσουν στην εκταμίευση δανείου.
Μέσα από αλλεπάλληλες επαφές όμως όλων των εμπλεκομένων και τις σχετικές ζυμώσεις, μοιάζει να βρίσκεται η «χρυσή» τομή και αναμένεται το πρόγραμμα να ξεμπλοκάρει το επόμενο διάστημα.
Εξόφληση στα 5 χρόνια για τα «έξυπνα» δάνεια
Μέσα από αυτό το «έξυπνο» πρόγραμμα που θα στοχεύει στην ενίσχυση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που δυσκολεύονται να βρουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό θα ενισχυθούν εκείνες οι επιχειρήσεις που έχουν κύκλο εργασιών μεταξύ 100.000 έως 200.000 ευρώ. Η περίοδος αποπληρωμής των δανείων θα είναι έως 5 έτη, όπως άλλωστε ισχύει για όλα τα δάνεια που χορηγούνται από το Ταμείο Εγγυοδοσίας και το ΤΕΠΙΧ ΙΙ.
Πόσα χρήματα θα χορηγηθούν
Σύμφωνα με πληροφορίες, μέσω του νέου προγράμματος θα διατεθούν 450 εκατ. ευρώ για τη χορήγηση δανείων με την εγγύηση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ) σε πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η επέκταση του Ταμείου Εγγυοδοσίας με ειδική πρόβλεψη για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις προέκυψε από την ανάγκη κάλυψης των αναγκών που αντιμετωπίζει η συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων, η οποία είναι εν πολλοίς αποκλεισμένη από τον τραπεζικό δανεισμό.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, από τον αριθμό των αιτήσεων που υποβλήθηκαν για δανειοδότηση τόσο στο πλαίσιο του ΤΕΠΙΧ ΙΙ όσο και του Ταμείου Εγγυοδοσίας, διαπιστώθηκε ότι μεγάλος αριθμός πολύ μικρών επιχειρήσεων αναζητεί εναγωνίως χρηματοδότηση μερικών δεκάδων χιλιάδων ευρώ, ώστε να αντεπεξέλθει στις επιπτώσεις που έχει δημιουργήσει η πανδημία και οι περιοριστικοί όροι ή και η αναστολή της λειτουργίας τους. Ενδεικτικό, άλλωστε, είναι το εύρημα ότι ο μέσος όρος των δανείων κεφαλαίου κίνησης που εγκρίθηκαν και χορηγούνται στο πλαίσιο του ΤΕΠΙΧ ΙΙ ανέρχεται στις 60.000 ευρώ, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος των δανείων της προηγούμενης φάσης του ΤΕΠΙΧ (ΤΕΠΙΧ Ι) ήταν σχεδόν 130.000 ευρώ. Το εύρημα αυτό αποτέλεσε και την «πυξίδα» του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων και της ΕΑΤ να ορίσουν ως ανώτατο όριο των δανείων που θα χορηγούνται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις στις 50.000 ευρώ.
Η «στροφή» στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Εδώ να σημειωθεί, πως η «στροφή» προς τις μικρότερες επιχειρήσεις ξεκίνησε από τον δεύτερο κύκλο του Ταμείου Εγγυοδοσίας, όπου υπήρξε ειδική πρόβλεψη για αυτές. Συγκεκριμένα, στις αιτήσεις που έχουν εγκρίνει οι τράπεζες, τα δάνεια προς τις ΜμΕ ανέρχονται στα 2,1 δισ. ευρώ, ενώ στις μεγάλες, στα 450 εκατ. ευρώ. Τα δεδομένα ήταν διαφορετικά για τον πρώτο κύκλο του Ταμείου, όπου εγκρίθηκαν δάνεια 2 δισ. ευρώ για τις μεγάλες επιχειρήσεις και 1,5 δισ. ευρώ για τις ΜμΕ. Για τον δεύτερο κύκλο του προγράμματος, που έχουν εγκριθεί 2,550 δισ. ευρώ από τις τράπεζες, βρίσκεται σε εξέλιξη η τελική αξιολόγηση από την ΕΑΤ, με το ποσοστό των εγκρίσεων να ανέρχεται στο 70%. Οι εκταμιεύσεις για τον δεύτερο κύκλο θα πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί έως τις 30 Ιουνίου του τρέχοντος έτους.