Διαβάζοντας πολιτικά τα αποτελέσματα του πρώτου και του δεύτερου γύρου στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, μπορούμε να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα σε σχέση με τις αιτίες που οδήγησαν στην σαφή επικράτηση του Νεκτάριου Φαρμάκη και την ήττα του Απόστολου Κατσιφάρα.
Ξεκινώντας από την μάχη του πρώτου γύρου συμπεραίνουμε τα εξής:
1ον: Ο Νεκτάριος Φαρμάκης ήταν το νέο και άφθαρτο πολιτικά πρόσωπο της εκλογικής αναμέτρησης. Στον αντίποδα, ο Απόστολος Κατσιφάρας βρέθηκε στην δυσχερή θέση να ζητά για τρίτη φορά την ανανέωση της εμπιστοσύνης του εκλογικού Σώματος
2ον: Ο νεοεκλεγείς Περιφερειάρχης είχε μπροστά του μόνο ένα ζητούμενο: Αφενός μεν να συσπειρώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας και να εκμεταλλευτεί στο έπακρο το πολιτικό κλίμα που ευνοούσε σημαντικά την υποψηφιότητα του και τελικά το κατάφερε. Ο Απόστολος Κατσιφάρας εγκλωβίστηκε παράλληλα σε τοπίο σφιχτού εναγκαλισμού με τον ΣΥΡΙΖΑ που φαινόταν από την αρχή πως βρίσκεται σε εκλογική αποδρομή. Αυτό και μόνο το γεγονός προκάλεσε την πολιτική του ρήξη με ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ γεγονός που άμεσα κίνήθηκε να εκμεταλλευτεί με την υποψηφιότητα του ο Κώστας Σπηλιόπουλος. Η συγκεκριμένη ρήξη, τροφοδοτήθηκε από ένα και μοναδικό επιχείρημα από την συγκεκριμένη πλευρά: Πως είναι αδύνατον ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ να συνυπάρξουν σε ένα αυτοδιοικητικό εγχείρημα, όταν έχει καταγραφεί πολιτικά, επιχείρηση του Κυβερνώντος κόμματος να αποσυσπειρώσει και να συμπιέσει προς όφελός του το Κίνημα της Φώφης Γεννηματά. Υπήρξε δε και δεύτερο επιχείρημα από πλευράς των διαφωνούντων, οι οποίοι δημόσια υποστήριζαν πως είναι αδύνατον να συνυπάρξουμε με όλους όσους μας κατηγορούσαν ως «δοσίλογους» και «γερμανοτσολιάδες» κατά τη διάρκεια της προηγούμενης συγκυβέρνησης.
3ον: Ο Κώστας Σπηλιόπουλος δεν εκμεταλλεύτηκε μόνον τα παραπάνω δεδομένα, αλλά φάνηκε αποφασισμένος να απαντήσει στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ για την αντιμετώπισή του στις εθνικές εκλογές του 2015, όταν στην ουσία εκπαραθυρώθηκε από την πρώτη θέση του ψηφοδελτίου του ΚΙΝΑΛ στην Αχαΐα, προκειμένου να διευκολυνθεί η υποψηφιότητα του Θ. Παπαθεοδώρου. Μόνο και μόνο για αυτό το γεγονός πολλοί θεωρούσαν ως απολύτως βέβαιο, ότι με τον πρώην βουλευτή και υφυπουργό, δεν θα μπορούσε να υπάρξει καμία απολύτως προσέγγιση β’ γύρου. Ανάμεσα σε αυτά, φήμες περί αρχικής συμφωνίας του Κώστα Σπηλιόπουλου με την ηγεσία της ΝΔ, κυκλοφόρησαν μεν, αλλά προς το παρόν δεν μπορούν να αποδειχθούν.
4ον: Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών, ο Νεκτάριος Φαρμάκης προσπόρισε εκλογικά οφέλη, χαράζοντας επικοινωνιακή πολιτική χαμηλού προφίλ, η οποία παράλληλα, συνέδεε όλο και περισσότερο τον αντίπαλό του με τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβερνητική πολιτική
Στον δεύτερο γύρο:
Το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής κάτω από αυτές τις συνθήκες έφερε τον Νεκτάριο Φαρμάκη να προηγείται με τέσσερις μονάδες του Απόστολου Κατσιφάρα
1ον: Μόνο και μόνο η εκλογική επικράτηση Φαρμάκη σε μία Περιφέρεια «κάστρο» για την Κυβέρνηση αλλά και για το ΠΑΣΟΚ παλαιότερα, δημιούρηγσε για τον πρώτο ισχυρές συνθήκες παράστασης νίκης
2ον: Το επιτελείο του Απόστολου Κατσιφάρα επεδίωξε μέσα σε λίγες ημέρες να αναστρέψει το κλίμα, κάνοντας εμφανώς επικοινωνιακή «στροφή» μέσω της οποίας ξεχάστηκε εντελώς ο ΣΥΡΙΖΑ και όλες οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στην ανάδειξη της υποψηφιότητάς του ως αμιγώς προερχόμενης από τον χώρο του ΚΙΝΑΛ (επίσκεψη και στήριξη της Φώφης Γεννηματά) αλλά και του ιστορικού ΠΑΣΟΚ,(επιστράτευση Γ. Παπανδρέου και Κώστα Λαλιώτη). Στο εγχείρημα αυτό επενδύθηκαν μεγάλες προσδοκίες και στην ουσία επιδιώχθηκε η μονοπώλησή του με δύο στόχους: Αυτόν της αποδόμησης των ποσοστών της Παράταξης Σπηλιόπουλου, αφού "εμείς είμαστε το αληθινό ΠΑΣΟΚ" και της αποφυγής νέου κύματος φθοράς από τον πολύμηνο εναγκαλισμό με το Κυβερνών κόμμα. Στον αντίποδα η Παράταξη Φαρμάκη δεν απάντησε και κινήθηκε πάλι σε εξαιρετικά χαμηλούς τόνους, ποντάροντας (σωστά όπως προέκυψε) στο γεγονός ότι κανένας από τους δύο προαναφερθέντες στόχους δεν θα ευνοούσε πολιτικά τον απερχόμενο Περιφερειάρχη.
3ον: Το αποτέλεσμα των εκλογών ήρθε εκκωφαντικά να αναδείξει με τον πιο απλό τρόπο όλα τα παραπάνω. Βοήθησαν προφανώς και οι πολιτικές συγκυρίες, αλλά στην ουσία τα συμπεράσματα είναι ίδια και αναδεικνύουν πως όταν στην αυτοδιοίκηση παίζεις με πολιτικά κριτήρια, η ουσία της αναμέτρησης αλλάζει «γήπεδο»