Η κόρη του Κορνήλιου Καστοριάδη, Κυβέλη, στο tempo24- Πώς είναι να μεγαλώνεις δίπλα στον σημαντικότερο στοχαστή του 20ού αιώνα;- Η παράσταση στην Πάτρα

ΜΕ ΑΦΟΡΜη την εμφανιση στο πολυεδρο

Πώς είναι να μεγαλώνεις με τον σημαντικότερο στοχαστή του 20ού αιώνα; Σίγουρα μια τέτοια ιδιαίτερη τύχη σου δίνει το προνόμιο μιας εξίσου ιδιαίτερης ελευθερίας.

Η Κυβέλη Καστοριάδη πέρασε τα παιδικά της χρόνια ανάμεσα σε διανοουμένους και παρά το γεγονός ότι δεν ήταν δυνατόν να καταλάβει τότε από Καντ και Χάιντεγκερ, το απόσταγμα μιας ατμόσφαιρας κανακεμένης από το κλίμα του Παρισιού και ταξιδεμένης με τα λόγια πνευματικών ανθρώπων, άφησε μέσα της ένα ευδιάκριτο αποτύπωμα που είναι περισσότερο ορατό στην τάση της να  προτιμάει το όμορφο από το πρακτικό, το σημαντικό από το ευτελές, την λιτότητα από το πομπώδες, στη ζωή και στην τέχνη.

- Της Γιώτας Κοντογεωργοπούλου-

Σίγουρα δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να είσαι η κόρη του φιλόσοφου, οικονομολόγου και ψυχαναλυτή Κορνήλιου Καστοριάδη. Θα έλεγε ωστόσο κανείς, χωρίς δεύτερη σκέψη, ότι είναι άκρως ενδιαφέρον.

Ο μπαμπάς Καστοριάδης μοίραζε τη ζωή του ανάμεσα στην ψυχανάλυση και τη γραφή. Το πρωί έγραφε, το απόγευμα ήταν με τους ασθενείς του. Είχε ωστόσο πάντα χρόνο για την κόρη του και μερικές φορές χρόνο για ατελείωτες συζητήσεις μαζί της, καθώς οι στοχαστές βρίσκουν το δρόμο μέσα από το λόγο και μέσα από αυτόν, τον ...δείχνουν κιόλας, για να τον περπατήσουν όσοι ακολουθούν. 

Η φράση του που αποτυπώθηκε στο μυαλό της Κυβέλης ήταν πώς «δεν είναι αναγκαίο κανείς να ελπίζει για να δοκιμάσει και να πετύχει για να ξαναπροσπαθήσει». Φράση μικρή, αλλά άκρως περιεκτική για να μην παρασυρθεί από τα παιχνίδια της λήσμονιάς.

Στο σπίτι οι ήχοι έρχονταν από  βινύλια και κασέτες, με «κύματα» από τον ωκεανό της κλασσικής μουσικής, της όπερας, και της τζαζ.  Ήταν αναμενόμενο να παρασύρουν την Κυβέλη, ιδίως αν λάβει κανείς υπόψιν ότι «πάτησαν» πάνω σε ένα ...απωθημένο του χαρισματικού μπαμπά, ο οποίος ήθελε να γίνει συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας και ο οποίος συνήθιζε να παίζει πιάνο συνοδεύοντας την φωνή της μητέρας της, σε μουσικούς πειραματισμούς και ...γέφυρες από όπου αρέσκονται να περνούν τα παιδικά... αυτιά.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η Κυβέλη Καστοριάδη άρχισε να παίζει πιάνο σε ηλικία πέντε χρόνων. Ακολούθησε το τσέμπαλο και στα 15 της  ξεκίνησε μαθήματα τραγουδιού στο Ωδείο Ραχμάνινοφ. Πήρε το δίπλωμά της στην Κλασική και Αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Paris-X Nanterre, χωρίς να σταματήσει τα μαθήματα τραγουδιού.

Προερχόμενη από το λυρικό ρεπερτόριο δοκιμάζει τη φωνή της σε ένα διαφορετικό τζαζ μουσικό σύμπαν και παίζει σε θέατρα του Παρισιού είτε με τζαζ σχήμα είτε με την παράσταση «Oh My Glotte!», που έγραψε μαζί με την υψίφωνο Audrey Bentley. Ο πρώτος της προσωπικός δίσκος ηχογραφήθηκε στην Αθήνα ερμηνεύοντας Barbara, Jacques Brel, Léo Ferré, Joseph Kosma/Jacques Prévert, Georges Brassens/Louis Aragon κ.ά. με Έλληνες συντελεστές, την Ντόρα Μπακοπούλου στο πιάνο και τον Ηρακλή Βαβάτσικα στο ακορντεόν. Κυκλοφόρησε από τη Μικρή Άρκτο με τίτλο «Sous le ciel de Paris» (Κάτω από τον ουρανό του Παρισιού). Ακολούθησε, επίσης από τη «Μικρή Άρκτο» το νέο άλμπουμ «Songs for a blue cloud» με το φίλο και συνεργάτη Ορέστη Καλαμπαλίκη,  ο οποίος επίσης ζει στη Γαλλία, και με τον οποίο θα την απολαύσουμε απόψε στις 9 το βράδυ  στο Πολύεδρο.

 Έχει δώσει πολλές συναυλίες στη Γαλλία και στην Ελλάδα: τραγούδια του Kurt Weill, standards της τζαζ, ρεπερτόριο τραγουδιών του υποκόσμου (παραγγελία του δήμου του Παρισιού για τη γιορτή της μουσικής). Το 2013 τραγούδησε έργα του σύγχρονου Γάλλου συνθέτη Thierry Pécou στο μουσείο της Ακρόπολης σε μια βραδιά αφιερωμένη στην Ελλάδα και τη Γαλλία, συνοδευμένη από συμφωνική ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του Διονυσίου Δερβιτσιώτη Μπουρνιά.

 

«ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ, ΑΛΛΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΑ ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝΙΔΑ»

«Γεννήθηκα στο Παρίσι, αλλά η Ελλάδα βαραίνει περισσότερο συναισθηματικά μέσα μου αν και όταν έρχομαι την πρώτη μέρα με πιάνει πάντα μια μελαγχολία που υποχωρεί την επόμενη. Η Γαλλία όμως είναι ο τόπος στον οποίο έμαθα να ζω, είναι ταυτισμένος με την καθημερινότητά μου. Οι Γάλλοι έχουν πολύ καλές σχέσεις με τους Έλληνες και ακούς λόγια συμπάθειας και συμπαράστασης για αυτούς.

Μεγάλωσα στο κέντρο του Παρισιού και από μικρή θυμάμαι συγκεντρώσεις στο σπίτι μας διαφόρων διανοούμενων σε ατελείωτες συζητήσεις στις περισσότερες από τις οποίες παρευρισκόμουν παρά το γεγονός ότι δεν καταλάβαινα τι έλεγαν. Ένιωθα ότι ήμασταν  μια σχεδόν κλασσική οικογένεια, αλλά παράλληλα καταλάβαινα ότι ίσως και να μην ήμασταν μια εντελώς κανονική- με την έννοια της συνηθισμένης-, οικογένεια».

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ

«Θυμάμαι ότι ήταν πολύ εργατικός και πολύ πειθαρχημένος. Είχε τις ασχολίες του, τις αναζητήσεις του, τη δουλειά του, αλλά παράλληλα είχε χρόνο να ασχολείται και με την κόρη του  και  να την φροντίζει. Δεν ήταν όπως άλλοι που βυθίζονται στο έργο τους. Δεν ήταν αυστηρός αλλά είχε μέτρο. Κάναμε πολλές και μερικές φορές πολύωρες συζητήσεις οι τρεις μας, εγώ, αυτός και η μητέρα μου και μέσα απο το διάλογο βρίσκαμε τις λύσεις. Με επηρρέασε πολύ και στον τομέα της μουσικής. Η μουσική ήταν κάτι που και ο ίδιος λάτρευε και με τον τρόπο του με ώθησε να το λατρέψω και εγώ. Όταν ήταν μικρός, ήθελε να γίνει συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας. Μάλιστα είχε ασχοληθεί αρκετά  σοβαρά με το θέμα και είχε κάνει και σπουδές σε αυτή την κατεύθυνση. Ηξερε να γράφει μουσική και παρτιτούρες για ορχήστρα.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης διάβαζε πολύ. Τον θυμάμαι να κάθεται στο γραφείο του, να γράφει, να διαβάζει και να καπνίζει. Ήταν δεινός καπνιστής. Άλλες φορές, τα απογεύματα κυρίως, τον θυμάμαι να χάνεται στο γραφείο του με τους ασθενείς του και η πόρτα να κλείνει.

Η φράση του που χαράχτηκε στο μυαλό του και είναι για μένα μότο ζωής, ήταν η εξής: Δεν είναι αναγκαίο κανείς να ελπίζει για να δοκιμάσει και να πετύχει για να ξαναπροσπαθήσει. Νομίζω ότι είχε απόλυτο δίκιο. Βέβαια εγώ με τη φιλοφοσία τα πάω αρκετά άσχημα, αλλά πιστεύω ότι η ψυχανάλυση είναι ένα σημαντικό εργαλείο που μπορεί να βοηθήσει πολύ τον άνθρωπο και την ποιότητα της ζωής του. Θυμάμαι επίσης, μιας και μιλάμε για μουσική, ότι οι Βeatles δεν άρεσαν στον πατέρα μου. Γελούσε και έλεγε ότι  το «Let it Be» ήταν  τραγούδι της ετερονομίας, καθώς δεν μιλάει για κάτι που εξαρτάται από μας.».

Η ΜΟΥΣΙΚΗ, ΔΙΑΧΥΤΗ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι τη μουσική διάχυτη στο σπίτι. Δεν θεωρώ καθόλου τυχαίο το ότι ασχολήθηκα με αυτή. Θυμάμαι τον πατέρα μου να παίζει στο πιάνο και την μητέρα μου, η οποία είναι αρχιτέκτονας, αλλά αγαπούσε επίσης τη μουσική, να τραγουδάει. Θυμάμαι μουσικές βραδιές με φίλους, πολλοί από τους οποίους ήταν μουσικοί, όπως η  διεθνούς φήμης πιανίστρια Ντόρα Μπακοπούλου. Ακούγαμε από κλασσική μουσική και όπερα μέχρι τζαζ. Ξεκίνησα τη μουσική στα 5 μου χρόνια, στα 7 είχα αποφασίσει να γίνω τραγουδίστρια και από τα 15 έκανα κλασσικές σπουδές πιάνου και τραγουδιού. Ασχολούμαι παράλληλα και με το  θέατρο και παίζω σε παραστάσις στο Παρίσι. Πάντα βεβαίως το λυρικό τραγούδι έχει τη θέση του στην καλλιτεχνική μου ζωή, αν και δεν είναι πάντα εύκολο να συνδυάζεις διαφορετικά είδη στην ίδια πορεία»

"ΜΕ ΤΟΝ ΟΡΕΣΤΗ ΜΑΣ ΕΝΩΣΕ ΕΝΑ ΜΠΛΟΥΖ"

«Με τον Ορέστη Καλαμπαλίκη, συναντηθήκαμε σε μια παρέα Ελλήνων φίλων στην Γαλλία. Πολύ γρήγορα, μετά από ένα μπλουζ, καταλάβαμε ότι ταιριάζουμε καλλιτεχνικά και αποφασίσαμε να συνεργαστούμε, παρά το γεγονός ότι ξεκινήσαμε με διαφορετικό τρόπο τη μουσική. Για τον  Ορέστη το ερέθισμα ήταν  μια   κιθάρα που ήταν στο πατάρι του σπιτιού του, την οποία είχε κερδίσει ο πατέρας του σε ένα στοίχημα από έναν θείο. Ήταν έξι χρονών και είχε εντυπωσιαστεί. Ανέβαινε στο πατάρι, την κατέβαζε και την χτυπούσε. Με αυτή τη σχέση... κακοποίησης ξεκίνησε, όπως λέει ο ίδιος τη μουσική και στα 7 οι γονείς του τον έγραψαν στο ωδείο.

Στο Πολύεδρο, στην Πάτρα που είναι ο δεύτερος σταθμός της περιοδείας μας στην Ελλάδα μετά την Αθήνα, θα παρουσιάσουμε τη δουλειά μας Songs for a blue cloud, ένα ταξίδι στο χρόνο με σταθμούς – ορόσημα γνωστά τραγούδια όπως των Μάνου Χατζιδάκι, Γιάννη Αγγελάκα, Leonard Cohen, Bob Dylan, Kurt Weill, Serge Gainsbourg, Boris Vian κ.α. Είναι το δεύτερο cd μου που κυκλοφόρησε  από τη Μικρή Άρκτο τον Ιούνιο, με συνοδοιπόρο τον Ορέστη Καλαμπαλίκη στην ενορχήστρωση και στη συνοδεία στην κιθάρα".

 

Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

«Το θέατρο ασκεί πάνω μου μεγάλη γοητεία, είτε συνδιάζεται, είτε όχι με τη μουσική. Εχω παίξει στο θεατρικό έργο DNA του Denis Kelly στο Théâtre de la Bastille, στο Ματαρόα: η διάτρητη μνήμη στο θέατρο του Ήλιου και στο θέατρο Liberté της Toulon. Το 2017 συμμετείχα στην παρουσίαση την παράστασης Υπόθεση Φαρμακονήσι στο Théâtre de la Ville, σε σκηνοθεσία Ανέστη Αζά, ενώ με την υψίφωνο Audrey Bentley γράψαμε το «Oh my Glotte!» μία ξέφρενη μουσική κωμωδία, που έπαιξαν σε διάφορα μέρη στη Γαλλία και τελευταία στο Théâtre de l’ Épée de Bois στην Cartoucherie».

Λίγα λόγια για τον Ορέστη Καλαμπαλίκη

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1981, και άρχισε την ενασχόλησή του με τη μουσική στην ηλικία των 7 ετών. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην κιθάρα στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών έγινε δεκτός στο Conservatoire National Superieur de Musique et de danse de Paris στο Παρίσι το 2005. Έχει κερδίσει βραβεία σε διάφορους διεθνείς διαγωνισμούς κιθάρας. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχει κερδίσει δύο πρώτα βραβεία σε ισάριθμους διεθνείς διαγωνισμούς σύνθεσης για κιθάρα. Ζει και εργάζεται στο Παρίσι.