Τα πολλά και δυσβάστακτα προβλήματα που δημιούργησε η οικονομική κρίση στην Κύπρο και στην Ελλάδα, δεν τις άφησαν να δουν με πιο καθαρό φακό τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα. Και οι δύο χώρες, με υπόδειξη των δανειστών τους, επικεντρώθηκαν τα τελευταία χρόνια σε πολιτικές μείωσης δαπανών, συγκράτησης και μείωσης μισθών και συντάξεων, αναδιάρθρωσης του τραπεζικού τομέα και γενικά μιας βαθιάς χειρουργικής επέμβασης που στόχευε κυρίως στην εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και των χρηματοοικονομικών.
Πίσω, όμως, απ΄ αυτή την υποχρεωτική ομφαλοσκόπηση, οι δύο χώρες λησμόνησαν τις ξένες αγορές, οι οποίες μπορούσαν να τους αποφέρουν φρέσκο χρήμα, να ενισχύσουν το επιχειρείν τους και υπό προϋποθέσεις να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Πράγματι, όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης, ούτε η Κύπρος, ούτε η Ελλάδα έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στον εξαγωγικό προσανατολισμό των οικονομιών τους. Κι΄ όμως, λόγω της συμπίεσης του κόστους παραγωγής (μειώσεις μισθών, πτώση τιμών πρώτων υλών, κλπ) απέκτησαν συγκριτικό πλεονέκτημα, έναντι ανταγωνιστικών χωρών, οι οποίες διεκδικούν μερίδα αγοράς διεθνώς.
Οι δύο χώρες, με ευνοϊκότερους όρους σήμερα, έχουν τη δυνατότητα και μπορούν να αυξήσουν περισσότερο την εξωστρέφεια τους και να διεκδικήσουν καλύτερα αποτελέσματα στις εξαγωγές τους.
Αυτό στην περίπτωση της Κύπρου επιβεβαιώθηκε το 2015, όπου οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 12%. Χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια και ενώ η χώρα μαστιζόταν από τα ψηλά επίπεδα ανεργίας (15%), τα "κόκκινα δάνεια" (48.8% του συνόλου), το τραυματισμένο επιχειρείν, την έλλειψη ρευστότητας χρήματος, παρουσίασε σημαντική αύξηση στις εξαγωγές της.
Αν οι δύο χώρες δώσουν περισσότερη σημασία στις εξαγωγικές τους δυνατότητες, μπορούν να ενισχύσουν σημαντικά τις οικονομίες τους και το κυριότερο να αποκτήσουν νέο και μόνιμο πελατολόγιο για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους.
Δίνοντας έμφαση στην ποιότητα και στην τιμή των προϊόντων και υπηρεσιών τους, μπορούν να πετύχουν σημαντικά αποτελέσματα στον εξαγωγικό τομέα.
Μάλιστα για προώθηση των προϊόντων τους, οι δύο χώρες μπορούν να συνεργαστούν στην προώθηση κοινών επιχειρηματικών αποστολών στο εξωτερικό, στην κοινή προβολή των προϊόντων και υπηρεσιών τους και γενικά στην στόχευση αγορών που είτε η μία χώρα, είτε η άλλη είναι δυνατή (π.χ. η Κύπρος στις Αραβικές χώρες και η Ελλάδα στην Ευρώπη). Με δεδομένο ότι οι δύο χώρες έχουν πολλές συνεργαζόμενες επιχειρήσεις (διαφόρων τομέων) θα πρέπει πέραν της μεταξύ τους αύξηση στις εμπορικές συναλλαγές (είναι στο +2%), να απλώσουν τα δίκτυα τους και στις άλλες γειτονικές ή μακρινές αγορές.
Τα νέα δεδομένα που διαφαίνονται στο παγκόσμιο εμπόριο, δημιουργούν μια νέα πρόκληση για την Κύπρο και την Ελλάδα. Από τις ίδιες εξαρτάται κατά πόσον θα την αξιοποιήσουν θετικά για τις οικονομίες τους.
*Ο Ιωσήφ Ιωσήφ είναι δημοσιογράφος, διευθυντής του Κυπριακού ιστότοπου nomisma.com.cy