Και αν η περιπέτεια της υγείας του Αρχιεπισκόπου βαίνει αισίως, η συζήτηση στο παρασκήνιο για τη διαδοχή του κ. Ιερώνυμου φάνηκε μεν να αναζωπυρώνεται αλλά με μεγάλη προσοχή και διακριτικότητα για να μην εκτεθεί κανείς.
Αλλωστε οι παλαιότεροι στην Εκκλησία θυμούνται τι είχε συμβεί με μια ανάλογη περιπέτεια υγείας που είχε το καλοκαίρι του 1997 ο τότε Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ και από την οποία βγήκε νικητής, όταν εκδηλώθηκαν ανοιχτά και πρόωρα φιλοδοξίες από επίδοξους διαδόχους του, με αποτέλεσμα ο εμβληματικός ιεράρχης να μιλήσει για «κοράκια που κράζουν και περιμένουν να ψοφήσει το πρόβατο για να το φάνε»! Βέβαια, στην τρέχουσα περίοδο τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τη διαδοχολογία πυροδότησε με έναν ιδιότυπα λανθάνοντα τρόπο πριν από ακριβώς έναν χρόνο ο ίδιος ο κ. Ιερώνυμος, όταν είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο παραίτησής του, με αφορμή την αποχώρηση του Μητροπολίτη Καλαβρύτων κ. Αμβρόσιου.
Η αποστροφή του τότε πως ήθελε να μιμηθεί την κίνηση του κ. Αμβροσίου και να πράξει και ο ίδιος κάτι ανάλογο την κατάλληλη ώρα είχε πέσει σαν βόμβα στους κόλπους της Εκκλησίας. Λίγο αργότερα ξεκαθαρίστηκε από συνεργάτες του ότι όσο ο κ. Ιερώνυμος είναι δραστήριος και μπορεί να ασκεί τα διοικητικά, οργανωτικά και ποιμαντικά του καθήκοντα δεν υπάρχει κανένα θέμα. «Αν δεν μπορεί και είναι ένα “περιφερόμενο ράσο”, τότε και μόνο τότε δεν θα δεχτεί ούτε να εξευτελιστεί, ούτε να τον κάνει ό,τι θέλει ο περίγυρός του, ούτε να γίνει ένας Αρχιεπίσκοπος -‘‘μούμια’’», ήταν μία από τις διαρροές από το περιβάλλον του που έκλεισαν αμέσως τη συζήτηση. Η αλήθεια είναι ουδείς μπορεί να προβλέψει με απόλυτη βεβαιότητα τι επιλογές θα κάνει στο μέλλον ο κ. Ιερώνυμος, ο οποίος έχει αξιοθαύμαστη προσήλωση στο έργο του και δείχνοντας μεγάλες αντοχές καταφέρνει τώρα να ξεπεράσει μια σοβαρή περιπέτεια υγείας.
Φαίνεται, όμως, να ισχύουν ταυτόχρονα δύο πράγματα που φέρνουν τους δελφίνους του μπροστά σε διλήμματα και προκλήσεις: από τη μία, σχεδόν όλοι αιφνιδιάστηκαν από αυτή την περιπέτεια του κ. Ιερώνυμου και ουδείς είναι έτοιμος τούτη την ώρα, αλλά και ούτε επιθυμεί, για προφανείς λόγους ασφαλώς, να εκφράσει οποιαδήποτε φιλοδοξία και να θέσει έστω και έμμεσα οποιοδήποτε θέμα, ενώ είναι αναγκασμένοι να προσέχουν ακόμη και στο παρασκήνιο τι λένε και τι κάνουν. Από την άλλη, είναι υποχρεωμένοι να κινηθούν με κάποιον τρόπο, να βολιδοσκοπήσουν διαθέσεις και να εκτιμήσουν το πεδίο, ώστε να πλασαριστούν καλύτερα στην κούρσα, ειδικά στην περίπτωση που οι εξελίξεις αποκτήσουν απροσδόκητα ραγδαία τροπή.
Τα δύο σενάρια
Οι γνωρίζοντες τις βασικές παρασκηνιακές διεργασίες εκτιμούν ότι υπάρχουν δύο σενάρια για την επόμενη μέρα, εφόσον αυτή δεν είναι μετά από χρόνια, αλλά σχετικά σύντομα. Το πρώτο αφορά την επιλογή ενός μεταβατικού διαδόχου, ώστε οι ισχυροί διεκδικητές να λύσουν αργότερα και σε ένα πιο καθαρό πεδίο για την Εκκλησία τις διαφορές τους, καθότι στην παρούσα φάση η ηγεσία μοιάζει με καυτή πατάτα και οι συμμαχίες που απαιτούνται για την απόκτηση του θρόνου εξαιρετικά δύσκολες και ίσως μη λειτουργικές. Το δεύτερο σενάριο είναι η επιλογή μιας κανονικής λύσης, με την επιλογή ενός ισχυρού διαδόχου από τη γενιά που βρίσκεται γύρω στην ηλικία των 60 ετών. Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, η πρώτη εκδοχή, αυτής της μεταβατικής ηγεσίας, θα επιλεγεί εφόσον οι τέσσερις ή πέντε βασικοί δελφίνοι εκτιμήσουν ότι δεν είναι έτοιμοι για την τελική αναμέτρηση. Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν κυρίως δύο μητροπολίτες που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν έναν τέτοιον ρόλο: ο Σπάρτης κ. Ευστάθιος, 80 ετών, και ο Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, 75 ετών. Αμφότεροι χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης στους κόλπους της Εκκλησίας, χωρίς όμως να θεωρείται ότι διαθέτουν αναμφισβήτητα ηγετικά χαρακτηριστικά και για τούτο φαντάζουν ως ιδανικοί μεταβατικοί προκαθήμενοι.
Ο κ. Ευστάθιος, πάντως, έχει διαμηνύσει εδώ και καιρό με κατηγορηματικό τρόπο σε συνομιλητές του ότι δεν ενδιαφέρεται για οποιονδήποτε ρόλο. Αλλωστε, ακόμη νιώθει πικρία για τα όσα υπέστη στη μάχη διαδοχής του μακαριστού Χριστόδουλου τον Φεβρουάριο του 2008, όταν διεκδίκησε την ηγεσία και κατασυκοφαντήθηκε αισχρά, για να δικαιωθεί στη συνέχεια, όταν πλέον ήταν αργά.
Εφόσον, ειδικά δε στην περίπτωση που το θέμα ηγεσίας προκύψει αργότερα, επιλεγεί μια «τελική αναμέτρηση», τότε η μάχη θα δοθεί, κατά τα φαινόμενα, ανάμεσα σε μια πεντάδα ενδιαφερομένων, ανεξαρτήτως αν καταφέρουν όλοι τους να θέσουν υποψηφιότητα ή αναθεωρήσουν κάποια στιγμή, αντιλαμβανόμενοι ότι δεν διαθέτουν τις αναγκαίες δυνάμεις. Πέρα από τους πέντε εμφανείς δελφίνους, κρίσιμο ρόλο στις διεργασίες αναμένεται να διαδραματίσουν και άλλοι, παλαιότεροι και ιδίως νεότεροι μητροπολίτες, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει ανανεωθεί σε μεγάλο βαθμό η Ιεραρχία και οι ισορροπίες είναι αχαρτογράφητες. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα σε δώδεκα χρόνια, κατά τα οποία στο τιμόνι της Εκκλησίας βρίσκεται ο κ. Ιερώνυμος, άλλαξαν ηγεσία οι μισές Μητροπόλεις. Για την ακρίβεια, από τους 80 μητροπολίτες χειροτονήθηκαν αυτό το διάστημα οι 44, σηματοδοτώντας ουσιαστικά μια νέα περίοδο για την Ελλαδική Εκκλησία.
Πέντε ενδιαφερόμενοι
Η μάχη για την επόμενη μέρα στην Εκκλησία δεν θα είναι εύκολη, όποια στιγμή και αν χτυπήσει το καμπανάκι. Κατά τα φαινόμενα, πάντως, αυτή την ώρα η προσοχή στρέφεται στις κινήσεις πέντε ιεραρχών που θεωρούνται επικρατέστεροι για να διεκδικήσουν τον θρόνο. Πρόκειται για μητροπολίτες ηλικίας από 59 έως 67 ετών, με κύρος, έντονη δράση και ισχυρή προσωπικότητα. Φυσικά, δεν αποκλείονται εκπλήξεις, είτε να αποχωρήσει κάποιος ή κάποιοι εξ αυτών στον δρόμο προς την αφετηρία, είτε να εμφανιστεί στην πορεία κάποιος άλλος που δεν υπολογίζεται στις τρέχουσες διεργασίες. Οι πέντε υποψήφιοι είναι οι Μητροπολίτες Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, Σύρου κ. Δωρόθεος, Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος και Πατρών κ. Χρυσόστομος. Συμπτωματικά, και οι πέντε έχουν αναδειχθεί μητροπολίτες επί της περιόδου Χριστόδουλου, με παλαιότερο τον κ. Ιγνάτιο, που διαδέχτηκε στη Μητρόπολη Δημητριάδος τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο όταν εκείνος εκλέχθηκε προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας, και νεότερο τον Μεσσήνιας κ. Χρυσόστομο, ο οποίος χειροτονήθηκε το 2007.
Ο 59χρονος Μητροπολιτης Πατρών κ. Χρυσόστομος θεωρείται ιδιαίτερα δυναμικός και γενικά δεν ανήκει στη συντηρητική πτέρυγα της Ιεραρχίας. Λέγεται ωστόσο ότι ενώ διαθέτει ηγετικά χαρακτηριστικά κάνει μάλλον με ευκολία εχθρούς, στοιχείο που δεν ευνοεί τη διαμόρφωση συμμαχιών σε μια τόσο δύσκολη και αμφίρροπη αναμέτρηση. Σημειωτέον ότι Αρχιεπίσκοπος εκλέγεται εκείνος που θα κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία του σώματος των 80 μητροπολιτών, ήτοι τουλάχιστον 41 ψήφους. Εάν δεν αναδεχθεί Αρχιεπίσκοπος με την πρώτη ψηφοφορία, αυτή επαναλαμβάνεται – προβλέπονται περίπλοκες διαδικασίες εάν είναι πολλοί υποψήφιοι και μεγάλη κατανομή σταυρών προτίμησης.