Ήταν πολύ ευγενικοί οι δημοσιογράφοι απέναντι στον Κώστα Σημίτη. Ο Παύλος Τσίμας και η Σία Κοσιώνη δεν ήθελαν να τον στενοχωρήσουν.
Για παράδειγμα, ελάχιστα επέμεναν στο γεγονός ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος ήταν υπουργός και οι μίζες που έλαβε οφείλονταν σε αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ όπου πρόεδρος ήταν ο Σημίτης. Όπως επίσης, τον άκουσαν μεν να επικρίνει σφοδρά το Γιώργο Παπανδρέου για τους χειρισμούς του στο ξέσπασμα της κρίσης, αλλά απέφυγαν να του θυμίσουν ότι ο ίδιος είχε δώσει το δαχτυλίδι του αρχηγού στον ΓΑΠ. Όπως επίσης δεν είχαν στο ερωτηματολόγιό τους την υπόθεση Τσουκάτου-Ζήμενς ή την απλή απορία μη τυχόν οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν μια αβάσταχτη πολυτέλεια για τη ελληνικά δημοσιονομικά.
Σε κάθε περίπτωση ήταν μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη. Ο Σημίτης είναι πάντα ο μεθοδικός πολιτικός με τη συνεκτική αφήγηση αν και τον διακατέχει το άγχος της υστεροφημίας. Επί των ημερών του όλα ήταν καλώς καμωμένα, ακόμα και την άτακτη υποχώρησή του στο σχέδιο Γιαννίτση για το ασφαλιστικό, την δικαιολόγησε πλήρως.
Σε κάθε περίπτωση όμως ο Σημίτης, σε σύγκριση με προκατόχους και διαδόχους του, μάλλον ξεχωρίζει. Η ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη και της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν δύο κορυφαίες στιγμές που άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό τη μοίρα τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου.
Ο «λογιστής» όπως ανοήτως τον κατηγορούσαν οι αντίπαλοί του, μας πρότεινε ένα μοντέλο πρωθυπουργού που αποδεικνύεται είδος εν ανεπαρκεία στο πολιτικό μας σύστημα.