Ολα θα πάνε πολύ καλά, κυρία Μαρκησία !

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Γραμμένο το 1935 και μουσικοποιημένο από τον ίδιο, το γαλλικό αυτό τραγούδι του Paul Misraki έγινε πολύ γρήγορα διάσημο γιατί περιέγραφε με πολύ ωραία λόγια τί σημαίνει η τύφλωση μπροστά σε μία απελπιστική κατάσταση.

Ακούγοντας, λοιπόν, τον κύριο πρωθυπουργό να δηλώνει στο ακροατήριό του ότι η Ελλάδα εγκαταλείπει την ύφεση, αλλάζει παραγωγικό μοντέλο, υιοθετεί την καινοτομία και την γνώση ως παραγωγικούς συντελεστές, ανακόπτει την μαζική φυγή εγκεφάλων, μπαίνει σε εποχή δημοσιονομικών πλεονασμάτων και, βεβαίως, με το πολιτικό της βάρος αλλάζει και την Ευρώπη, δεν μπόρεσα να μην θυμηθώ αυτό το τόσο χαρούμενο τραγουδάκι. Η καρδιά μου είχε κυριολεκτικά γίνει περιβόλι. Και γιατί όχι, όταν όλα πάνε τόσο καλά;

Ένα μικρό προβληματάκι, πάντως, βρίσκεται στο προσκήνιο. Αυτό της πραγματικότητας, η οποία κάπου δεν δείχνει να συμφωνεί με τον πρωθυπουργό.

Για παράδειγμα, τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνουν ότι η παραγωγική ανανέωση της χώρας μάλλον έχει επιστρέψει στο 1967 –δηλαδή, έχει πάει 50 χρόνια πίσω. Διότι οι επενδύσεις που γίνονται φέτος δεν θα ξεπεράσουν τα 21 δισεκατομμύρια ευρώ και δεν αρκούν ούτε για την συντήρηση του παραγωγικού μηχανισμού της χώρας.

Επίσης, αν πιστέψουμε τα νούμερα του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων, οι εξαγωγές μας βρίσκονται σε αισθητή πτώση –φαινόμενο που δείχνει και χαμηλή παραγωγικότητα, παρά τις δραστικές μειώσεις στις αμοιβές της εργασίας. Ακόμα χειρότερα, αν λάβουμε υπ’ όψιν τον ρόλο που παίζουν οι εξαγωγές πετρελαιοειδών στο σύνολο της εξαγωγικής δραστηριότητας, τότε η κατάσταση είναι ακόμα πιο κακή. Άρα, χωρίς άμεση τόνωση της εξωστρέφειας της οικονομίας, από πού θα υπάρξει παραγωγική ανανέωση;

Επίσης, μπορεί να είναι θετική η αναφορά του πρωθυπουργού στην καινοτομία, αλλά πώς αυτή θα προκύψει χωρίς καινοτόμες επενδύσεις;

Από την άλλη πλευρά, στον τομέα των μεγάλων επενδύσεων, οι οποίες μπορούν να προσφέρουν πολλά, η παρούσα κυβέρνηση έκανε την αναγκαία στροφή 180 μοιρών, όμως αποδεικνύει καθημερινά ότι είναι τεράστια η απόσταση που χωρίζει την θεωρία από την πράξη. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της μεγάλης επένδυσης στην περιοχή του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, η οποία καθυστερεί απαράδεκτα εξ αιτίας των αντιρρήσεων ορισμένων υπουργών, της αναζήτησης αρχαιοτήτων στον χώρο της επένδυσης και της δημιουργίας χώρου συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών σε τμήμα των εγκαταστάσεων του παλαιού αεροδρομίου –χώρος ο οποίος ελέγχεται μάλιστα από παράνομα κυκλώματα.

Δεν υπάρχουν λοιπόν οι προϋποθέσεις για την κάλυψη του τεράστιου επενδυτικού ελλείμματος, χωρίς την οποία είναι πρακτικά αδύνατη η δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας και ο δραστικός περιορισμός της ανεργίας. Όλες οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες είναι σε λάθος κατεύθυνση και οδηγούν στην έλλειψη χρηματοδότησης, στην αύξηση των φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών, στην διατήρηση του ενεργειακού κόστους σε απαράδεκτα για την ανταγωνιστικότητα επίπεδα.

Για όσους λοιπόν καταλαβαίνουν πτυχές της πραγματικότητας, αποεπένδυση και μείωση των εξαγωγών σημαίνει παραμονή της χώρας σε μνημόνιο και πέρα από τον Αύγουστο του 2018 της τωρινής συμφωνίας.

Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η ουσιαστική βελτίωση της οικονομικής κατάστασης εμποδίζεται και από το βαθύ διαρθρωτικό πρόβλημα των δημόσιων οικονομικών μας το οποίο η κυβέρνηση κληρονόμησε μεν, αλλά δεν θέλει να το αντιμετωπίσει.

Στο πλαίσιο αυτής της αδυναμίας, που έχει αμιγώς ιδεοληπτικό χαρακτήρα, η κρίση χρηματοδότησης του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος εξελίσσεται από το κακό στο χειρότερο. Ο νέος γύρος μείωσης των συντάξεων πραγματοποιείται με έναν τρόπο που δεν εξασφαλίζει την εξυγίανση του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος. Απλώς μεταθέτει χρονικά την κρίση του για το 2018.

Η κυβέρνηση αδυνατεί να περιορίσει τις δημόσιες δαπάνες στα μέτρα των δυνατοτήτων της πραγματικής οικονομίας, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτών και των επιχειρήσεων προς το Δημόσιο αυξάνονται με μηνιαίο ρυθμό που ξεπερνάει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα έχουν σταθεροποιηθεί λίγο κάτω από τα 7 δισεκατομμύρια ευρώ –παρά το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των χρημάτων που παίρνει η Ελλάδα από τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές δαπανάται για τον σκοπό αυτόν.

Έτσι, πίσω από την βιτρίνα της σχετικής δημοσιονομικής ομαλότητας, αναπτύσσονται δυναμικές που θα οδηγήσουν στην εκδήλωση νέας δημοσιονομικής κρίσης, με τις γνωστές συνέπειες για την πραγματική οικονομία. Πολύ θα θέλαμε τα όσα είπε ο κύριος πρωθυπουργός στην ΔΕΘ να ήσαν πραγματικά. Κρίμα που δεν είναι, όμως.

Και, υπό αυτή την έννοια, ακόμα πιο κρίμα είναι ο καλλιεργούμενος διχασμός. Διότι αυτός τελικά θα οδηγήσει στην ανθρωπιστική κρίση που τόσο συχνά επικαλείται ο κ. Αλέξης Τσίπρας.

 

 

Διαβάστε επίσης