Η διατήρησης της παράδοσης και της κοινωνικής συνοχής μέσα από τους Πολιτιστικούς Συλλόγους

του ηρακλη ρουπα

Σε πόσο λανθασμένο συνειρμό μπορεί να οδηγήσει πλέον εν μέσω καλοκαιριού η υποτιμητική λαϊκή ρήση «για τα πανηγύρια είμαστε». Σήμερα ειδικά που κάθε χωριό και πανηγύρι. Κάθε χωριό και Πολιτιστικό Σύλλογο. Με συνεχή δραστηριότητα και προγράμματα. Για όσους ζουν στις πόλεις και δεν διατηρούν δεσμούς με την επαρχία οι σύλλογοι αυτοί είναι θεσμοί απόμακροι. Για κάποιους ίσως και γραφικοί. Για όσους όμως έχουν ρίζες βαθιές στον τόπο τους, οι πολιτιστικοί σύλλογοι σηματοδοτούν από τα βασικότερα στοιχεία διασύνδεσης των οικογενειών, της παράδοσης και των τοπικών κοινωνιών.
 
Για τον επισκέπτη που είχε την τύχη να παρευρεθεί στις εκδηλώσεις τους, από μόνη της κάθε μία αποτελεί «μύση» ξεχωριστή. Για τον συμμετέχοντα όμως και για όσους έχουν καταγωγή από το χωριό, μία «αναπαράσταση» ενδυνάμωσης της συνέχειας της παράδοσης και εξοικείωσης των νεότερων με τις ρίζες τους. Άλλωστε μόνον αυτό πλέον «μας έχει μείνει» αναλλοίωτο. Οι ρίζες μας.  Για τους λόγους αυτούς η δύναμη των τοπικών κοινωνιών και της αυτοοργάνωσης με …κάθε τρόπο, μπορεί να αποτελέσει την μοναδική δικλείδα ασφαλείας –ίσως- για την όποια προσπάθεια ανάταξης τόσο της κοινωνικής συνοχής, όσο και της αναβίωσης των παραδόσεων του τόπου μας εν μέσω γενικευμένης κρίσης.
 
Το καλοκαίρι αυτό είχα την τύχη να παραβρεθώ σε αρκετές εκδηλώσεις σε χωρία της Αχαΐας.  Είχα την ευκαιρία για άλλη μία φορά να διαπιστώσω όχι μόνον την δύναμη των Πολιτιστικών Συλλόγων, αλλά κατά ένα οξύμωρο τρόπο να επισημάνω το γεγονός πως όσο ποιο απομακρυσμένο το χωριό, τόσο μεγαλύτερη η ανάγκη συσπείρωσης και συλλειτουργίας. Τόσο ποιο αποτελεσματική η προσπάθεια. Κάνουν μεγάλο λάθος δε όσοι νομίζουν πως το μόνον που προσφέρουν είναι εκδηλώσεις και χοροί.
 
Εν μέσω κρίσης ο ρόλος των πολιτιστικών συλλόγων αναδεικνύεται όλο και ποιο ουσιώδης στην διατήρηση του συνεκτικού κρίκου της κοινωνίας, στην ενασχόληση των νέων με τις παραδόσεις, κυρίως όμως στην έμμεση «αφύπνιση»  και συντήρηση της αναγκαίας θετικής ψυχολογίας. Όσο βέβαια αυτό είναι δυνατό. Ας μην διαφεύγει της προσοχής μας δε πως σε τελική ανάλυση οι πολίτες –ειδικά στην επαρχία- δεν έχουν, ούτε βέβαια επιθυμούν πλέον επαφή με πολιτικούς της κεντρικής πολιτικής. Αυτοί άλλωστε στην πλειοψηφία φαίνεται πως έχουν αποξενωθεί προ πολλού από τον πραγματικό τους ρόλο.
 
Η απομυθοποίηση κατά συνέπεια της πραγματικής δυνατότητας του βουλευτή να βοηθήσει στην επίλυση των τοπικών προβλημάτων, έχει αναδείξει ως την μόνη διέξοδο πλέον είτε την στήριξη από τους τοπικούς φορείς Δημάρχους, Περιφερειάρχες, είτε την κοινωνική και ψυχολογική στήριξη των πολιτιστικών συλλόγων. Δεν είναι τυχαίο δε το γεγονός πως οι περισσότεροι δήμαρχοι, έχοντας συλλάβει την σπουδαιότητα αυτή, τελευταία ενεργοποιούνται για την ενίσχυση της δραστηριότητας των Πολιτιστικών Συλλόγων. Αυτή η «επικοινωνία», που αναδείχθηκε επί της ουσίας μέσα στην κρίση,  κρατάει κατά έναν τρόπο το επίπεδο αποτελεσματικής διασύνδεσης των τοπικών αναγκών με τους φορείς υλοποίησης σε κάθε επίπεδο. Οι κοινωνία λοιπόν βρήκε τον τρόπο να ενισχύσει την «αντίδρασή» της μέσα από την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και των παραδόσεων. Ας είναι αυτό ένα μικρό θετικό που αναδείχθηκε εν μέσω μνημονίων.
 
 

Διαβάστε επίσης