Είναι ξεκάθαρο και όχι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι η Ευρώπη βρίσκεται υπό καθεστώς απαισιοδοξίας, αλλά και αβεβαιότητας. Ύστερα από 50 και πλέον χρόνια μοναδικής στον κόσμο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) διανύει τον 21ο αιώνα με φόβο και χωρίς εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Η κρίση της απασχόλησης, η παγκοσμιοποίηση, η χρηματοοικονομική αναταραχή, η ένταση του διεθνούς ανταγωνισμού και η ταχύτητα των αλλαγών, αντί να επιδρούν αφυπνιστικά στους Ευρωπαίους, αντίθετα τούς δημιουργούν μία παραλυτική ψυχολογία, η οποία αντιστρατεύεται την γόνιμη αντίδραση στα γεγονότα.
Οι λόγοι για την κατάσταση αυτή είναι πολλοί και, βέβαια, σε μεγάλο βαθμό, υπαγορεύονται από τους εφησυχασμούς και τις νωθρότητες που δημιούργησε το ευρωπαϊκό κράτος-πρόνοιας. Αυτό εκμεταλλεύονται οι λαϊκιστές για να ψευδολογούν και να παραπλανούν. Παράλληλα, όμως, στην ΕΕ παρατηρείται και ένα μεγάλο πνευματικό έλλειμμα, απότοκο των πολιτικών και επικοινωνιακών μεταβολών που χρόνια τώρα διαμορφώνουν το ευρωπαϊκό πνευματικό τοπίο και το συναφές διανοητικό περιβάλλον. Έτσι, όλοι ομιλούν για την ένωση της Ευρώπης με τεχνοκρατικά κριτήρια, αλλά ουδείς λόγος γίνεται για τις πνευματικές προϋποθέσεις της ένωσης αυτής.
«Οι μεγάλες ιδέες», έγραφε παλαιότερα ο Γάλλος φιλόσοφος Σαρλ Πεγκύ, «γεννώνται στο πεδίο της θρησκευτικής εμπειρίας και πεθαίνουν στον στίβο της πολιτικής». Τα αναπεπταμένα λάβαρα των ηρώων του Μάαστριχτ και η χλιδή των επιχειρημάτων για την ΕΕ χαρίζουν μία απρόσμενη δικαίωση στην μάλλον μελαγχολική διαπίστωση του Γάλλου φιλοσόφου. Διότι, βεβαίως, το αίτημα για την ένωση της Ευρώπης ετέθη εδώ και αιώνες αλλά, ενώ σήμερα πολιτικοί, πλήθος ειδικών και δημοσιογράφοι συζητούν την μεθόδευση της ένωσης, οι δε πιο ανήσυχοι από αυτούς και την τελική μορφή της, όσοι έθεσαν προ αιώνων το θέμα είχαν στον νου τους κάτι πολύ πιο θεμελιώδες. Είχαν στον νου τους την αποστολή της Ευρώπης. Στο σημείο αυτό τα πράγματα περιπλέκονται, διότι κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα μόνον, η Ευρώπη γνώρισε τα πιο βίαια αλλά και τα πιο γόνιμα γεγονότα της Ιστορίας της.
Στα πρώτα 50 χρόνια του περασμένου αιώνα, γνωρίσαμε την κάθοδο στην κόλαση. Στην συνέχεια, η βαρειά πληγωμένη Ευρώπη άρχισε να ανεβαίνει ψάχνοντας να βρει την θέση της ανάμεσα σε δύο υπερδυνάμεις. Σήμερα, πριν απ’ όλα, η Ευρώπη, στην πιο ευρεία μορφή της μετά την πτώση του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού, είναι η νοσταλγία μίας χαμένης παγκόσμιας αίγλης και η μελαγχολία των κληρονόμων μίας πολύ πλούσιας ιστορίας και μίας απίστευτης περιουσίας που δεν μπορεί να αξιοποιηθεί. Επίσης, είναι ο φόβος μπροστά σε έναν κόσμο πολύπλοκο, αλλά και η έμμονη ιδέα ότι βρισκόμαστε σε παρακμή.
Εν τούτοις, η Ευρώπη διαθέτει μεγάλα ατού για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του παρόντος και τα διακυβεύματα του μέλλοντος.
Μετά τους κατακλυσμούς, η Ευρώπη απέδειξε ότι μπορεί να διαχειρίζεται την ειρήνη και την ευημερία της. Απέδειξε ότι διαθέτει τεράστια αποθέματα τεχνογνωσίας και πνευματικών δυνάμεων. Έτσι, εκείνο που πριν απ’ όλα χρειάζεται η Ευρώπη σήμερα είναι μία πνευματική ενότητα, ένα πνευματικό Μάαστριχτ δηλαδή, το οποίο θα αδιαφορεί για τις όποιες συγκρούσεις θα συνέβαιναν στην ήπειρό μας για λόγους συμφέροντος και ιδιοτέλειας.
Τί ακριβώς σημαίνει αυτό, το νοιώθουμε χωρίς να το προσδιορίζουμε. Το νοιώθουμε από το απλό γεγονός ότι όλοι αισθανόμαστε Ευρωπαίοι με έναν τρόπο που δεν μπορούν να νοιώσουν οι κάτοικοι της Ασίας ή της Αφρικής –αφού γι αυτούς το Ασιάτης ή το Αφρικανός είναι απλώς και μόνον γεωγραφικός προσδιορισμός. Εμείς, παρά τις πολιτικές, οικονομικές ή και θρησκευτικές ακόμα διαφορές μας, αισθανόμαστε όλοι τον Σαίξπηρ δικό μας, τον Γκαίτε δικό μας. Ο Ουγκώ δεν είναι μεγάλος μόνον για τους Γάλλους, ούτε ο Δάντης μόνον για τους Ιταλούς. Ο Μπαχ, ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Έγελος, είναι μεγάλοι για όλους μας. Είναι δημιουργοί του κόσμου μας.
Ακόμα, η Ευρώπη είναι η ελληνική φιλοσοφία. Ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Σωκράτης, ο Ηράκλειτος και άλλο πολλοί αποτελούν σημαντικό μέρος της μεγάλης ευρωπαϊκής κληρονομιάς, που σίγουρα είναι και μοναδική στον κόσμο. Και αυτή η κληρονομιά είναι που συνδέει πνευματικά τους Ευρωπαίους –έστω και αν κάποιοι ανιστόρητοι και, κυρίως, συμπλεγματικοί «διανοούμενοι» προσπαθούν να μάς πείσουν ότι δεν είμαστε Ευρωπαίοι.
Εις πείσμα τους, είναι αποδεδειγμένο ότι τα παιδιά όλης της Ευρώπης γαλουχούνται με τα παραμύθια του Άντερσεν χωρίς να νοιώθουν ότι αυτός που τούς μιλάει εκφράζει κάποιον ξένον σε αυτά κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ακόμα και προσωπικότητες που θα έπρεπε να είναι αποκλειστικά και μόνον εθνικοί ήρωες, όπως ο Ναπολέων, ο Τσώρτσιλ, ο Μπίσμαρκ ή ο Καβούρ, αναγνωρίζονται από όλους μας ως μεγάλες ευρωπαϊκές μορφές.
Υπάρχει μία ενότητα εμπεδωμένη τόσο, ώστε να μην έχει κλονιστεί από τον Μεσαίωνα έως τις μέρες μας, παρά το ότι οι πόλεμοι στην Ευρώπη ήταν τακτικότεροι και από τις ιπποδρομίες του Άσκοτ. Όσο για έμπρακτες αποδείξεις αυτής της ενότητας, βρίσκει κανείς καθημερινά στον δρόμο του διαβάζοντας, ακούγοντας και βλέποντας τους άλλους Ευρωπαίους.
Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η Ευρώπη είναι, πριν απ’ όλα, μία κολοσσιαία πνευματική παρουσία σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι η πηγή της σκέψης και της γνώσης. Με θεμέλιά της την Αρχαία Ελλάδα και την Ρώμη, η Ευρώπη, στην σημερινή εποχή της οικουμενικότητας, αποτελεί κορυφαίο πνευματικό γεγονός που φωτίζει τον ιστορικό ορίζοντα και αποπνέει μία αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα την οποία αναγνωρίζουν φίλοι και εχθροί της Ευρώπης και που αξιοποιούν προς όφελός τους, αποσπώντας τις καλύτερες και γονιμότερες πλευρές της. Ακόμα και αυτί που πολεμούν με λύσσα και φανατισμό την Ευρώπη, το κάνουν χρησιμοποιώντας πολλά από τα δικά της πνευματικά και πολιτικά εργαλεία.
Υπό αυτή την έννοια, μπορούμε να πούμε ότι ο ευρωπαϊσμός, όπως παλαιότερα ο Ελληνισμός, είναι ένα οικουμενικό φαινόμενο με τεράστιες θετικές και αρνητικές επιπτώσεις στην ζωή της μητέρας-Γης, όπως θα έλεγε και ο φιλόσοφος Εντγκάρ Μορέν.
Το ίδιο το πνεύμα της ΕΕ, άλλωστε, όπως τονίζει και ο Παν. Δρακόπουλος, προϋποθέτει την ενότητα του ευρωπαϊκού πνεύματος –μία ενότητα που θεμελίωσε ο ασκητικός Πάπας Γρηγόριος Α΄, ο άνθρωπος που τον 6ο αιώνα ανέλαβε να θεμελιώσει την χριστιανική Ευρώπη και να την αντιπαραθέσει ακλόνητη και συμπαγή απέναντι στο Ισλάμ. Η μεσαιωνική ελληνική αυτοκρατορία, δηλαδή το Βυζάντιο, μπήκε τότε ανάμεσα στις δαγκάνες ενός καρυοθραύστη και είχε πολύ γερό τσόφλι, αφού έσπασε μετά από έξι αιώνες πιέσεων. Συνεπώς, ο Γρηγόριος Α΄ είναι αναμφισβήτητα ο δημιουργός της Ευρώπης. Δεν προσπάθησε να φτιάξει μία κοινοπολιτεία, ούτε να ενώσει τα κράτη ξεπερνώντας τις διακρίσεις φυλών και συμφερόντων. Το δικό του Μάαστριχτ απέβλεπε στην εμπέδωση μίας πνευματικής ενότητας.
Δεν έχει νόημα να σκοτωνόμαστε περί της δομής που θα πρέπει να αποκτήσει η αυριανή Ευρώπη. Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι, δυστυχώς ή ευτυχώς, για το θέμα αυτό δεν ερωτώνται οι πολιτικοί. Δεν ερωτώνται ούτε οι γραφειοκράτες. Η μορφή που θα πάρει η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη καθοριστεί μέσα στις συνειδήσεις των Ευρωπαίων. Το πολιτικό γραφειοκρατικό πλέγμα μπορεί μόνον να εκφράσει ή να μην εκφράσει μία κίνηση που έχει αρχίσει εδώ και πάρα πολλές γενεές και δύσκολα μπορεί να σταματήσει.
Αλλά δεν συρόμαστε από την Ιστορία, όπως τα σλέπια του Βόλγα. Είναι δουλειά δική μας –πολιτικών, γραφειοτεχνοκρατών, διανοουμένων, δημοσιογράφων– να απαντήσουμε, με όποιον τρόπο, στο ερώτημα: Πώς θα παραμείνουμε Ευρωπαίοι μέσα στην Ευρώπη και ποια θα είναι η δική μας Ευρώπη;
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι η Ένωση Ευρωπαίων Δημοσιογράφων έχει υποβάλει σχετικές προτάσεις στα θεσμικά όργανα, με πρωτοβουλία του ελληνικού της τμήματος –το οποίο μάλιστα τονίζει ότι στο όλο εγχείρημα θα μπορούσε να ηγηθεί και ο πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.