Την εισαγωγή... κόφτη φόρων, δηλαδή μείωση φορολογικών συντελεστών όταν μειώνεται η φοροδιαφυγή, προτείνουν οι βιομήχανοι.
Συγκεκριμένα, στο εβδομαδιαίο δελτίο του ο ΣΕΒ αναφέρει:
O επιχειρηματικός κόσμος θεωρεί κάτι παραπάνω από αναγκαία την ανάληψη άμεσων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών για να γυρίσει η χώρα σελίδα και να εισέλθει μία ώρα αρχύτερα στην κανονικότητα της ανάκαμψης.
Είναι αδήριτη ανάγκη να υιοθετηθεί ένα πρόγραμμα με μέτρα αναπτυξιακού χαρακτήρα, ώστε να μετριασθούν οι υφεσιακές επιπτώσεις των μέτρων υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας, που κακώς υιοθετήθηκαν και εφαρμόζονται. Δεδομένου ότι η τήρηση του προγράμματος που έχει συμφωνηθεί με τους εταίρους είναι εκ των ων ουκ άνευ για την ανάκτηση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, δεν τίθεται θέμα μη υλοποίησης του προγράμματος.
Ο ΣΕΒ, στο πλαίσιο της δίκαιης ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση, και για να δοθεί ουσιαστική σημασία στις παραδοσιακές δράσεις της αναπτυξιακής πολιτικής, προτείνει την εισαγωγή ενός «κόφτη φόρων», δηλαδή τη μείωση των φορολογικών συντελεστών στο βαθμό που μειώνεται η φοροδιαφυγή από την υλοποίηση ενός συνεκτικού και αποτελεσματικού σχεδίου επέκτασης της φορολογικής βάσης με μετρήσιμους στόχους. Εγγύηση για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου είναι να εισαχθεί ως προαπαιτούμενο για την εκταμίευση των δόσεων του προγράμματος.
Σε περίπτωση επίτευξης των στόχων της πάταξης της φοροδιαφυγής, οι φορολογικοί συντελεστές μειώνονται pari passu χωρίς να επηρεάζεται (παρά μόνον θετικά από την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας) η επίτευξη των στόχων δημοσιονομικής προσαρμογής του προγράμματος. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι η πληρωμή των φόρων μετακυλύεται από τους συνεπείς φορολογουμένους στους φοροκλέφτες, τους λαθρέμπορους κ.λπ. Σε περίπτωση μερικής ή μηδενικής επίτευξης των στόχων, τότε οι φορολογικοί συντελεστές μειώνονται ως εάν οι στόχοι να είχαν επιτευχθεί, με την αναπλήρωση, όμως, των εσόδων να χρηματοδοτείται από περικοπές δαπανών.
Το σύστημα αυτό θα δώσει το απαραίτητο κίνητρο/φόβητρο στη δημοσιονομική διοίκηση και τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν, με επάρκεια και συνέπεια, ένα πραγματικά αποτελεσματικό σύστημα πάταξης της φοροδιαφυγής. Στην ουσία, πρόκειται για την εφαρμογή ενός κόφτη φορολογικών συντελεστών που λειτουργεί παράλληλα, και , με την ίδια λογική, με τον κόφτη δαπανών που έχει ήδη ψηφισθεί. Όπως τόνισε και ο Θεόδωρος Φέσσας στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ στις 21/6/2016: «Πρέπει όλοι να κάνουν σωστά τη δουλειά τους και να την κάνουν τώρα».
Η καλή πορεία των τακτικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, πάντα συνεπικουρούμενη από τη συγκράτηση των ταμειακών δαπανών, οδήγησε σε διατήρηση της ισχυρής επίδοσης του πρωτογενούς αποτελέσματος.
Αντίστοιχα, καλή ήταν η επίδοση της αγοράς εργασίας σε ό,τι αφορά τις καθαρές προσλήψεις ενόψει της τουριστικής περιόδου, την ώρα που ο εμπορικός στόλος δείχνει να σταθεροποιείται και ο κύκλος εργασιών στη βιομηχανία συνεχίζει να δείχνει αντοχές ενώ κορυφώνεται η αβεβαιότητα. H υστέρηση ειδικά στις εισπράξεις τουριστικού και ναυτιλιακού συναλλάγματος στο ισοζύγιο τρεχουσών πληρωμών καταγράφει τη διαρκή επίπτωση των capital controls.
Ανάκαμψη αλλά...
Με τη σταδιακή επαναφορά, από το 2012, της προοπτικής ομαλοποίησης της οικονομίας, τις μεταρρυθμίσεις στον μηχανισμό καθορισμού κατώτατων αποδοχών, την εντατικοποίηση των ελέγχων και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η ασφαλισμένη στο ΙΚΑ απασχόληση ανέκαμψε σημαντικά. Όμως καθώς οι νέες προσλήψεις έγιναν κυρίως εκεί που είχαν γίνει οι απολύσεις την περίοδο 2010-12, δηλαδή στις μικρότερες επιχειρήσεις, και με τους νέους, μειωμένους μισθούς, παρατηρείται μια σταθερή υποχώρηση των μέσων αποδοχών, γεγονός που επιδρά αρνητικά στα έσοδα του κράτους και των ταμείων. Σήμερα, καθώς υποχωρεί η αβεβαιότητα και ομαλοποιείται η λειτουργία της οικονομίας, αναμένεται πλέον μια σταδιακή ενίσχυση της μισθωτής απασχόλησης, αλλά με πολύ χαμηλές αποδοχές και με εντατική χρήση της μερικής απασχόλησης ειδικά στις μικρότερες επιχειρήσεις για τις οποίες ακόμα και ο ήδη χαμηλός κατώτατος μισθός αποτελεί πλέον πρόβλημα.
Έτσι, για τους εργαζόμενους στις μικρότερες επιχειρήσεις η μείωση των εισοδημάτων θα προέλθει από τις πιέσεις της αγοράς εργασίας. Αντίθετα, για τους εργαζόμενους στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα προέλθει κυρίως ως αποτέλεσμα της αυξημένης επιβάρυνσης με φόρους και εισφορές, η οποία μάλιστα θα συντηρήσει την αργή, αλλά εμφανή τάση αντικατάστασης όσων υψηλόμισθων αποχωρούν (πχ λόγω συνταξιοδότησης ή μετανάστευσης) με προσλήψεις σε χαμηλότερους μισθούς. Τελικά, η πολιτική σταθεροποίηση της οικονομίας θα ευνοήσει την απασχόληση, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό τα εισοδήματα ή τα έσοδα του κράτους.