Ο κλήρος που έλαχε στον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι δίκοπο μαχαίρι. Αύριο, μεθαύριο ή και λίγο αργότερα –αν η ελληνική δημοκρατία δεν πέσει θύμα σοβαρού ατυχήματος– ο πρόεδρος της ΝΔ θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας, ο ρόλος της οποίας, όπως και του ιδίου, θα είναι πέρα για πέρα ιστορικός.
Η σημερινή Ελλάδα υπό την κυβέρνηση Συριζανέλ βιώνει μία εντυπωσιακή πνευματική, αισθητική, θεσμική, κοινωνική και οικονομική κατάρρευση. Ακόμα χειρότερα, τελεί υπό πρωτοφανείς για δημοκρατική χώρα συνθήκες παραπληροφόρησης και διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, με μοναδικό στόχο αυτών που πρωτοστατούν στο έργο αυτό την πλήρη αποχαύνωση του κοινού, ώστε να καταπέσουν και οι όποιες αντιστάσεις του στην εξαπάτησή του. Μέρα με την ημέρα, χιλιάδες φαιοκόκκινοι «φρουροί των ΜΜΕ» επιδιώκουν να μεταμορφώσουν την Ελλάδα σε μία παραπληροφορημένη και ελεγχόμενη κοινωνία, ανίκανη να πάρει το μέλλον στα χέρια της –γιατί κάτι τέτοιο θα έπληττε ένα ολόκληρο σύστημα φαυλοκρατίας και παρασιτισμού, που σήμερα επιβιώνει μόνον με δανεικά.
Συμβαίνει, όμως, το αποκρουστικό αυτό σύστημα να υπάρχει ως παράσημο ή ως «ειδική περίπτωση» σε έναν γρήγορα μεταλλασσόμενο κόσμο, όπου η ταχύτητα, τα ταλέντα, η ευφυΐα, οι γνώσεις, οι ευκίνητες δεξιότητες και η ελεύθερη ενόραση αποτελούν κύρια γνωρίσματά του –τα οποία να υπαγορεύουν και ενίοτε να απαιτούν νέους θεσμούς, ικανούς να επηρεάσουν και την ανάδυση νέων συμπεριφορών.
Στο επίπεδο αυτό, ωστόσο, η καταρρέουσα φαυλοκρατική Ελλάδα έχει σοβαρότερα προβλήματα. Αντιστέκεται στους θεσμούς της σωτηρίας της γιατί αυτό τής υπαγορεύουν οι πραιτωριανοί της πολιτικής απάτης και του άκρατου λαϊκισμού. Ευλόγως. Γιατί, όπως παρατηρεί ο νομπελίστας οικονομολόγος Ντάγκλας Νορθ: «Οι θεσμοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού σε μία κοινωνία. Ή, πιο επίσημα, είναι οι ανθρωπίνως επινοημένοι περιορισμοί που διαμορφώνουν την ανθρώπινη αλληλεπίδραση».
Όμως, όπως πολύ σωστά τονίζει στο βιβλίο του Η Τραγωδία των Κοινών (εκδ. Ίκαρος) ο γνωστός καθηγητής Χαρίδημος Τσούκας, οι θεσμοί περιλαμβάνουν γνωστικές, κανονιστικές και ρυθμιστικές δομές οι οποίες νοηματοδοτούν, οριοθετούν και καθιστούν σχετικά προβλέψιμη την ανθρώπινη συμπεριφορά: «Η οικογένεια, η επιχείρηση, η δημόσια διοίκηση, το δικαιοδοτικό σύστημα, το σύστημα εκπαίδευσης, κλπ., είναι μερικά παραδείγματα θεσμών. Οι θεσμοί είναι εν μέρει προϊόντα εμπρόθετης επινόησης (π.χ. ένα Σύνταγμα) και εν μέρει απρόθετης εξέλιξης στην πορεία του χρόνου (π.χ. λειτουργία των πειθαρχικών επιτροπών στην ελληνική δημόσια διοίκηση). Είναι, επίσης, είτε επίσημοι (π.χ. δημόσιο σύστημα υγείας), είτε ανεπίσημοι (π.χ. φακελάκι στους γιατρούς). Με την ευρύτερη δυνατή έννοια, οι θεσμοί ενσωματώνουν αξίες, περιλαμβάνουν κοινωνικές συμβάσεις και κανόνες συμπεριφοράς, απαρτίζονται συχνά από οργανισμούς (π.χ. δικαστήρια, σχολεία, επιχειρήσεις, κλπ.) και ρυθμίζονται από μετα-θεσμούς, όπως είναι οι κυβερνήσεις και οι υπερεθνικοί οργανισμοί. Όταν εξετάζει κανείς την ανθρώπινη συμπεριφορά σε συνάφεια με το θεσμικό πλαίσιο στο οποίο αυτή αναπόφευκτα εκδηλώνεται, αναζητεί τις αξίες και τους κανόνες (επίσημους και ανεπίσημους) που την ρυθμίζουν».
Στην σημερινή Ελλάδα, οι θεσμοί τελούν υπό κατάρρευση. Διότι, στο μέτρο που υποτάσσονταν στην κομματοκρατική-πελατειακή λογική, ατροφούσαν και διαφθείρονταν. Παράλληλα, στην χρεοκοπημένη και υπερδανεισμένη χώρα μας η ποιότητα των συλλογικών αγαθών που παράγουν οι θεσμοί αυτοί μειώνεται, αλλά το κόστος τους αυξάνεται. Η διοίκηση των θεσμών εκπίπτει σε βαριεστημένη διαχείριση, ενώ ως επικεφαλής των θεσμών αναδεικνύονται όχι διοικητικά και επαγγελματικά επαρκείς ηγέτες, έτοιμοι να πάρουν δύσκολες αποφάσεις, αλλά πειθήνιοι εντολοδόχοι των πολιτικών προϊσταμένων ή μεντόρων τους, χάρη στους οποίους αναρριχήθηκαν σε θέσεις ευθύνης.
Ιδού λοιπόν όλα τα στοιχεία της πορείας που οδήγησε στο εθνικό ναυάγιο: 1) πολιτική διαφθορά (πελατειακή-κομματοκρατική πολιτική λογική), 2) στρέβλωση, απίσχναση και απαξίωση των θεσμών, 3) ηγετική ανεπάρκεια. Σε τέτοιες συνθήκες, το πραγματικά ενδιαφέρον ερώτημα δεν είναι «γιατί χρεοκοπήσαμε;», αλλά «γιατί αργήσαμε τόσο πολύ να χρεοκοπήσουμε;».
Επίσης, ένα πρόσθετο ερώτημα είναι έως πότε οι εταίροι-δανειστές μας θα χρηματοδοτούν μία χρεοκοπημένη χώρα μέλος της ευρωζώνης και της Ένωσης χωρίς αυτή η τακτική να έχει παράπλευρες αρνητικές επιπτώσεις στην συνοχή της ΕΕ. Με πιο απλά λόγια, έως πότε και με ποιο κόστος η σημερινή ΕΕ θα δέχεται να έχει στους κόλπους της λαθρεπιβάτες, οι οποίοι έχουν ήδη στην πλάτη τους 35 χρόνια λαθρεπιβίβασης;
Τα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι προϊόντα διανοητικής κατασκευής. Είναι πραγματικότητες και, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, μπορούν να εξελιχθούν σε πραγματικό τυφώνα για την χώρα. Η σημερινή χρεοκοπία μπορεί να γίνει άβυσσος.
Αυτό το ενδεχόμενο καλείται να αποτρέψει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Γι αυτό, πριν απ’ όλα, με δεδομένη την ήδη δύσκολη πορεία του σε πολύ βαθειά νερά, ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει απαιτεί Αρετή και Τόλμη. Η Ελλάδα του αύριο δεν θα χρειάζεται απλή διακυβέρνηση. Θα έχει ανάγκη από συνολική ανοικοδόμηση και ανασυγκρότηση. Οι δυνάμεις του ζόφου που σήμερα βρίσκονται στην εξουσία παίρνουν ρεβάνς από την Ιστορία δια της καταστροφής –όπως συνέβη πριν αρκετά χρόνια και σε γειτονικές μας βαλκανικές χώρες.