Όπως δεν υπάρχει τέλειος ανθρώπινος οργανισμός, έτσι είναι αδύνατον να υπάρχουν και τέλεια συστήματα που να αφορούν τον άνθρωπο και την ζωή του. Κατά συνέπεια, από τότε που οι άνθρωποι ζουν εν κοινωνία, όπως θα έλεγε και ο Τσώρτσιλ, επιλέγουν τα χειρότερα συστήματα ελλείψει καλύτερων. Υπό αυτή την έννοια, ο δημοκρατικός καπιταλισμός είναι το χειρότερο πολιτικο-οικονομικό σύστημα, ελλείψει καλύτερου. Ως τέτοιο δε, βάλλεται συνεπώς από τους εχθρούς του –οι οποίοι βεβαίως δεν έχουν να προτείνουν κάτι καλύτερο.
Από τις αρχές του 21ου αιώνα, έτσι, με δεδομένη την κατάρρευση του κομμουνισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αναπτύσσονται διάφορες θεωρίες για την πορεία του κόσμου μας, σύμφωνα με τις οποίες για όλα τα δεινά του πλανήτη δεν φταίνε οι άνθρωποι που τον κατοικούν αλλά το σύστημα που εφαρμόζουν. Και, φυσικά, αυτό δεν είναι άλλο από τον καπιταλισμό.
Πλην όμως, οι διάφοροι θεωρητικοί του είδους αποφεύγουν να προσδιορίσουν για ποιον καπιταλισμό ομιλούν. Γι αυτό προσφεύγουν στην πιο εύκολη θεωρητική προσέγγιση, που είναι αυτή των ανισοτήτων. Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ, Μπέρνι Σάντερς, λόγου χάρη, επικαλείται στατιστικές για τις οικονομικές ανισότητες στον κόσμο που δείχνουν ότι οι πλούσιοι γίνονται διαρκώς πλουσιότεροι και οι πτωχοί πτωχότεροι. Ανάλογα στοιχεία έχει φέρει στο φως και ο Γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικεττύ με το βιβλίο του «Το Κεφάλαιο τον 21ο Αιώνα», που έκανε πάταγο προ διετίας.
Η αλήθεια είναι πως παγκοσμίως τα ανωτέρω έχουν κάποια βάση. Δύσκολα μπορεί να αντικρούσει κανείς το ότι η συγκέντρωση κεφαλαίων σε λίγους οδηγεί στην αναπαραγωγή του πλούτου για λογαριασμό τους και το ότι εντείνει τις οικονομικές ανισότητες. Και επομένως ότι ο γεννήτωρ της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης είναι εν πολλοίς ο καπιταλισμός, που ως σύστημα αναμφίβολα διέρχεται και αυτός κρίση.
Για την Ελλάδα, όμως, δεν ισχύει το ίδιο. Ο γεννήτωρ της δικής μας κρίσης είναι ο εγχώριος σοσιαλισμός και ο κρατισμός που αναπόφευκτα τον συνοδεύει.
Τα προβλήματα στην χώρα μας δεν είναι προϊόν του καπιταλισμού και της ελεύθερης οικονομίας, η οποία άλλωστε ουδέποτε λειτούργησε πραγματικά. Είναι αποτέλεσμα του κρατισμού. Η κρίση που πλήττει την ελληνική οικονομία επί έξι χρόνια άρχισε με την δημοσιονομική εκτροπή του 2009. Και ο κύριος λόγος που συνεχίζεται είναι διότι οι ελληνικές κυβερνήσεις επιμένουν να αυξάνουν τους φόρους και να μην μειώνουν τις δημόσιες δαπάνες, με συνέπεια να έχουν καταδικάσει την οικονομία σε παρατεινόμενη ύφεση.
Έτσι, όπως μάς έλεγε πρόσφατα και ο καθηγητής Οικονομίας και πρώην υπουργός κ. Τάσος Γιαννίτσης, η τελευταία δημιουργεί τεράστιες ανισότητες και στρεβλώνει σε όλα τα επίπεδα όλες τις οικονομικές λειτουργίες και τις κοινωνικές ισορροπίες. Ευνοεί δε, παράλληλα, και παραοικονομικές δραστηριότητες, που με την σειρά τους ωθούν προς την φοροδιαφυγή.
Κατά συνέπεια, στην Ελλάδα οι φόροι αντί να αναδιανέμουν το εισόδημα, αποβαίνουν εις βάρος των έντιμων φορολογουμένων. Και το αποτέλεσμα είναι να ευνοούνται οι κατά σύστημα φοροδιαφεύγοντες και να πληρώνουν τα σπασμένα οι υπόλοιποι.
Έτσι επήλθε η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, για την οποία μιλούν όλοι σήμερα. Και η ευθύνη δεν ανήκει στην τρόϊκα, που από την πρώτη στιγμή επέμενε να μειωθούν οι κρατικές δαπάνες και να περιοριστεί ο δημόσιος τομέας. Ανάγεται στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ αρχικά, της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στην συνέχεια και του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, που δεν εννοούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της οικονομίας στην ρίζα του –με την συρρίκνωση, δηλαδή, του πολυδάπανου και αναποτελεσματικού κράτους.
Αν το κράτος δεν συρρικνωθεί και δεν γίνει αποτελεσματικότερο, η κατάρρευση της χώρας θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη. Μία χώρα στην οποία ένας εργαζόμενος συντηρεί έναν συνταξιούχο και έναν άνεργο καταβάλλοντας στο κράτος το μισό εισόδημά του, δεν μπορεί ούτε να αναπτυχθεί, αλλά ούτε καν να επιβιώσει. Όσοι θέλουν, ας καταλάβουν αυτή την αμείλικτη πραγματικότητα πριν τους ισοπεδώσει…