Υπέρ των επιχειρηματικών συνεργασιών και της επέκτασης σε νέες αγορές τάχθηκε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Εμμανουήλ Παναγιωτάκης, μιλώντας στην εκδήλωση για την κοπή της πίτας της επιχείρησης.
Παρουσιάζοντας τη στρατηγική της επιχείρησης η οποία αναμένεται να εξειδικευθεί σύντομα ζήτησε αξιοποίηση στο έπακρο συνεργασιών με άλλες εταιρείες, ιδιωτικές ή δημόσιες, εγχώριες ή ξένες.
Πρόσθεσε δε πως πρέπει να αναζητώντα διαρκώς με προσοχή αλλά και τόλμη νέες ευκαιρίες «στον τομέα του ηλεκτρισμού, διαβλέποντας, ωστόσο, τις νέες εξελίξεις, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, η εξοικονόμηση ενέργειας, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως το φυσικό αέριο. Να ανιχνεύσουμε και να αξιοποιήσουμε ευκαιρίες ανάπτυξης έξω από τα σύνορά μας».
Ο επικεφαλής του ομίλου περιέγραψε εξάλλου τις τέσσερις σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η επιχείρηση, οι οποίες περιλαμβάνουν:
Την οικονομική κατάσταση, που πλήττεται από τις ανεξόφλητες οφειλές και τις ρευματοκλοπές.
Τη μείωση της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ, η οποία με βάση τις πλέον αισιόδοξες προβλέψεις το 2030 θα έχει μειωθεί κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 50% σε σχέση με το 2009.
«Η προοπτική αυτή είναι ζοφερή, όχι μόνο για τη ΔΕΗ, άλλα και για την οικονομία της χώρας, της οποίας η εξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα και η έκθεση στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών θα αυξηθούν σε βαθμό πολύ δύσκολα διαχειρίσιμο», ανέφερε ο κ. Παναγιωτάκης.
Την απώλεια μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ, η οποία συνολικά στην αγορά διαμορφώνεται στο 4%, ωστόσο στην Εμπορική και Βιομηχανική χρήση Μέσης και Χαμηλής Τάσης αγγίζει το 20%.
Την υποχρεωτική, βάσει των δεσμεύσεων έναντι των θεσμών, μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ κατά 25% (στα επόμενα 1-2 χρόνια) και 50% μέχρι το 2020.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος στάθηκε, επίσης, στην ανάγκη ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών, ενώ περιέγραψε τις προκλήσεις που αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία το 2015, οπότε, παρά την κρίση, τα capital controls και τη μείωση της λειτουργικής κερδοφορίας, οι επενδύσεις αυξήθηκαν πάνω από 100 εκατ. και το χρέος μειώθηκε κατά 75 εκατ.
Σημειώνεται ότι το 2016 απαιτείται χρηματοδότηση του επενδυτικού προγράμματος 980 εκατ. και πληρωμή των χρεολυσίων 620 εκατ.