Το ελάχιστα γνωστό δράμα της χώρας είναι η πλήρης αναξιοπιστία της και η αμαύρωση της εικόνας της που επήλθε στην διάρκεια του 2015. Με αφετηρία τις εκκεντρικότητες του κ. Γ.Βαρουφάκη, την αλαζονική του στάση έναντι των συναδέλφων του και τον γελοίο εξυπνακισμό του, η χώρα έχασε πάρα πολλά από πλευράς κύρους.
Στην σοβαρή αυτή απώλεια ήλθε να προστεθεί η αμορφωσιά και η παντελής έλλειψη γνώσεων του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος σε κάποια Ευρωπαϊκά Συμβούλια ήταν να τον λυπάσαι. Ο άνθρωπος δύσκολα παρακολουθούσε τις συζητήσεις και ακόμα δυσκολότερα αντιλαμβανόταν το εννοιολογικό τους περιεχόμενο. Γι αυτό και ήταν κάκιστος διαπραγματευτής. Κακά πληροφορημένος, μάλλον απροετοίμαστος κα αγνοώντας πλήρως βασικές αρχές που διέπουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, χωρίς την γαλλική στήριξη θα είχε καταδικάσει την χώρα σε συντριβή.
Από την άλλη πλευρά, το να παρουσιάζει ο πρωθυπουργός στον Γάλλο Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Φρανσουά Ολάντ τον γελωτοποιό Λάκη Λαζόπουλο ως πνευματική κορυφή της χώρας, συνιστά βαρύτατη προσβολή στην ελληνική Ιστορία και την οικουμενικότητα της ελληνικής σκέψης. Παράλληλα, όμως, δείχνει και το ποιοτικό επίπεδο του ανθρώπου που προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες.
Υπό τις πιο πάνω συνθήκες, η χώρα, πέρα από όλα τα άλλα δεινά που την πλήττουν, έχει και σοβαρό πρόβλημα εκπροσώπησής της στον διεθνή χώρο. Όσο το κύρος της θα παραμένει χαμηλό, τόσο οι διαπραγματευτικές της δυνατότητες θα είναι αποδυναμωμένες. Το δε κόστος αυτής της αποδυνάμωσης θα ανεβαίνει και θα απομακρύνει από την Ελλάδα επενδύσεις και προοπτικές εξόδου από την κρίση.
Μέσα σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον, η ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας αποτελεί ελπίδα. Οι κ.κ. Κυρ. Μητσοτάκης, Νίκος Δένδιας, Γιώργος Κουμουτσάκος, Κωστής Χατζηδάκης και Άδωνις Γεωργιάδης διαθέτουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο, έχουν διεθνή εμπειρία και κατά κύριο λόγο γνωρίζουν σε βάθος τις ευρωπαϊκές υποθέσεις και τα χρηματοοικονομικά θέματα.
Το ερώτημα είναι κατά πόσον αυτή η ηγετική ομάδα θα μπορέσει να εξυγιάνει το κόμμα, αλλά και να το προσαρμόσει στις νέες συνθήκες που υπαγορεύει η χρεοκοπία της χώρας. Με άλλα λόγια, η μάχη κατά του λαϊκισμού –την οποία, πολύ σωστά, θέλει να δώσει ο νέος πρόεδρος της ΝΔ– θα πρέπει στην ουσία να ξεκινήσει μέσα από το ίδιο το κόμμα του. Σίγουρα δε θα είναι μία πολύ δύσκολη μάχη, γιατί ο λαϊκισμός διαπερνά πλέον ολόκληρο τον κοινωνικό ιστό και αποτελεί κορυφαίο πρόβλημα της χώρας.
Συνεπώς, αν η ηγεσία της ΝΔ δεν αρχίσει από …χθες να ομιλεί μία γενναία μεταρρυθμιστική γλώσσα, σε αντιπαράθεση με την λαϊκιστική του κ.Τσίπρα, τελικά θα βγει χαμένη. Διότι, στην γλώσσα του λαϊκισμού η υπεροχή του πρωθυπουργού είναι αδιαμφισβήτητη. Άρα, όποιος θέλει να τον ανταγωνιστεί, θα είναι πάντα δεύτερος και καταϊδρωμένος.
Για την ΝΔ και την ηγεσία της, το να επιβάλλουν στην δημόσια ζωή την σοβαρότητα, την ευθύνη, την πνευματική ανάταση και την αξιοκρατία ως σύμβολα μιας άλλης Ελλάδος, είναι πλέον σοβαρό στοίχημα απέναντι στην Ιστορία –και νέοι άνθρωποι πρέπει να το αναλάβουν, γιατί αυτό υπαγορεύουν οι περιστάσεις. Ας γνωρίζουν, εξάλλου, ότι όταν θα αρχίσουν να ομιλούν μιαν άλλη γλώσσα από αυτήν του πρωθυπουργού (που είναι ξύλινη και κενή περιεχομένου), από αυτό τον λόγο και μόνον αρκετοί θα αρχίσουν να τείνουν ευήκοον ους. Αυτό λέει η ψυχολογία και μάλλον έχει δίκιο.