Παρελθόν αποτελούν από σήμερα οι παλιές ευνοϊκές διατάξεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς που άτυπα είχαν παραταθεί έως και τα τέλη του χρόνου.
Σε ισχύ τίθεται ο νέος νόμος Κατσέλη που προστατεύει συγκεκριμένες κατηγορίες δανειοληπτών βάσει συγκεκριμένων εισοδηματικών κριτηρίων που διαθέτουν ορισμένης αντικειμενικής αξίας πρώτη κατοικία. Οι δανειολήπτες που δεν θα επιλέξουν τη δικαστική οδό για την προστασία της πρώτης ή άλλης κατοικίας τους θα πρέπει βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ να συνεργαστούν με την τράπεζα, προκειμένου να αναζητήσουν από κοινού μια λύση για την αποπληρωμή της οφειλής τους, επιλέγοντας εργαλεία όπως η μετάθεση ενός μέρους της οφειλής τους στο μέλλον (ballon payments), ή συμφωνία για την πώληση του ακινήτου κ.ά. Οι νέες λύσεις θα αρχίσουν να ξεδιπλώνονται σταδιακά σε συνεργασία με τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, που θα δραστηριοποιηθούν στην ελληνική αγορά εντός του πρώτου τριμήνου. Ο Γολγοθάς όσων έκαναν αίτηση για να προλάβουν το προηγούμενο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας θα συνεχιστεί τις επόμενες ημέρες, μέσα από την προσπάθειά τους να συγκεντρώσουν τον αυξημένο όγκο των δικαιολογητικών που απαιτεί ο νόμος, όπως τροποποιήθηκε το καλοκαίρι.
Την ίδια διαδικασία απαιτείται να ακολουθήσουν και όσοι πρέπει να επικαιροποιήσουν την αίτησή τους, ακόμη και αν την είχαν καταθέσει στο παρελθόν, πριν δηλαδή την πρόσφατη αλλαγή του νόμου. Η προστασία της πρώτης κατοικίας γίνεται πλέον δυσκολότερη και υπακούει σε αυστηρά κριτήρια για την περίπτωση που κάποιος θελήσει να προσφύγει δικαστικά και να κάνει χρήση των νέων διατάξεων του νόμου Κατσέλη. Η δικαστική προστασία με βάση την οποία θα ρυθμίζονται η οφειλή και η δόση του δανείου, παρέχεται σε δύο κατηγορίες δανειοληπτών: • Η πρώτη είναι αυτή με βάση την οποία η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας είναι έως 120.000 ευρώ (για τον άγαμο) προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο και κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα. Οι οφειλέτες αυτής της κατηγορίας πρέπει να έχουν εισόδημα που είναι ίσο ή υπολείπεται των ευλόγων δαπανών διαβίωσης (όπως αυτές διαμορφώνονται στην τέταρτη ομάδα δαπανών, δηλαδή την ομάδα που περιλαμβάνει και τις δαπάνες για αναψυχή, ταξίδια κ.λπ.).
Με βάση τις εύλογες δαπάνες του 2014, αυτό αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα έως 8.180 ευρώ για ένα άτομο, 13.917 ευρώ για δύο άτομα, 17.278 για δύο άτομα και ένα τέκνο και 20.639 ευρώ για τετραμελή οικογένεια. Ο δανειολήπτης αυτής της κατηγορίας θα πληρώνει την αξία του ακινήτου του μέχρι 20 έτη (κατ’ εξαίρεση 35 έτη) με μηνιαίες έντοκες καταβολές. Η αξία του ακινήτου είναι αυτή που θα προέκυπτε αν πήγαινε σε πλειστηριασμό το ακίνητο και συνεπώς όσα έπαιρναν οι πιστωτές θα τα πάρουν και τώρα αλλά με μηνιαίες καταβολές. Η αξία αυτή αποτελεί τη βάση υπολογισμού για τις πληρωμές. Ο νόμος που ψηφίστηκε προβλέπει επίσης ότι εάν το εισόδημα του δανειολήπτη δεν επαρκεί, θα συμμετάσχει το Δημόσιο, που θα αναλάβει την αποπληρωμή της δόσης τουλάχιστον για το 2016. • Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτή που ο δανειολήπτης έχει ακίνητο αντικειμενικής αξίας έως 180.000 ευρώ εάν είναι άγαμος, 220.000 ευρώ εάν είναι έγγαμος, προσαυξημένο κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα. Αντίστοιχα το εισόδημα που υπολογίζεται και πάλι με βάση τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, ορίζεται στα 13.906 ευρώ για ένα άτομο, στα 23.659 ευρώ για δύο άτομα και για κάθε παιδί έως τρία παιδιά 5.714 ευρώ. Αυτός θα πληρώνει για είκοσι χρόνια (κατ’ εξαίρεση για 35), μια δόση που θα υπολογιστεί όπως υπολογίζεται η αξία στην παραπάνω κατηγορία. Σε αυτήν την κατηγορία, το Δημόσιο δεν συμμετέχει ακόμα και αν ο δανειολήπτης δεν μπορεί να πληρώσει τις μηνιαίες δόσεις. Και στις δύο περιπτώσεις, το ποσό που απομένει ως διαφορά μεταξύ του δανείου που πήρε και της ρευστοποιήσιμης αξίας του ακινήτου, θα διαγραφεί στο τέλος της περιόδου, δηλαδή της εικοσαετίας.