Το θέαμα της Αθηνάς και το spectacle των Παρισίων

Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

 

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν κατακλυστεί από επικριτές και θαυμαστές του spectacle, που παρουσιάστηκε στην τελετή ενάρξεως των 33ων Ολυμπιακών Αγώνων, που φέτος ήδη διεξάγονται στο Παρίσι. Ήταν βαρετό είπαν οι μεν, υπερθέαμα οι δε. Άντε να βρεις άκρη.

Ο καθένας και το γούστο του. Εξάλλου γι αυτό το θέμα της τελετής, που συνδέεται με την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, οι απόψεις και οι γνώμες είναι άκρως υποκειμενικές και ως εκ τούτου σεβαστές, μιας και αφορούν την κάθε μια και τον καθένα χωριστά.

Πάντως παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, την βροχή που δεν έλεγε να σταματήσει, οι Γάλλοι αναμφισβήτητα προσέφεραν ένα θέαμα λαμπρό και μοναδικό, αξιοποιώντας και την τεχνολογία, που έχει κάνει θαύματα την εικοσαετία που διέρρευσε, γι αυτό και κάθε σύγκριση με τους Ολυμπιακούς της Αθήνας, είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Όμως οι πολλοί, που κάνουν σχόλια επί παντός επιστητού, δεν παρατήρησαν ότι το Παρίσι έκανε μια και μοναδική σταθερή κατασκευή. Όλες οι άλλες είναι λυόμενες, περιορίζοντας σημαντικά το κόστος του όλου εγχειρήματος, σε αντίθεση με την Αθήνα, που έφτιαξε βαριές κατασκευές, καταξοδεύοντας το ελληνικό δημόσιο με έξι δις προς χάριν των εργολάβων, χωρίς να προγραμματίσει τι θα γίνουν αυτά τα έργα, όταν σβήσουν τα φώτα με την λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων.

Το τι συνέβη είναι γνωστό, μιας και ότι μπορούσε να αποκολληθεί καταληστεύθηκε και έμειναν τα κουφάρια των κατασκευών, βορά στην φθορά του χρόνου. Κάτι ανάλογο έκανε και το Λονδίνο, που διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς του 2012. Όλες οι σταθερές κατασκευές  είχαν προπωληθεί, για κάποια μελλοντική χρήση και την επομένη των Αγώνων, δόθηκε στην δημοσιότητα ο απολογισμός, που με αριθμούς αποδείκνυε ότι ο προϋπολογισμός υπήρξε απόλυτα ισοσκελισμένος.

Δηλαδή όπως λένε και οι μη γνωρίζοντες οικονομικούς όρους, ίσα βάρκα ίσα νερά. Κάτι ανάλογο δεν συνέβη στην χώρα μας. Κανείς δεν γνώριζε και δεν γνωρίζει, πόσα χρήματα ξοδεύτηκαν και πόσα εισπράχθηκαν. Και το κυριότερο, τι απέγιναν και πως αξιοποιήθηκαν τα λεγόμενα Ολυμπιακά ακίνητα.

Και επειδή κάποιοι πονηροί, για να θολώσουν τα νερά επικαλούνται τα έργα υποδομών, όπως το μετρό, το τραμ και η Αττική Οδός, καλό είναι να ξεχωρίσουμε αυτά, από τα καθαρά Ολυμπιακά έργα, προκειμένου να δούμε και να βγάλουμε τα ανάλογα συμπεράσματα, από την όλη διαχείριση.

Ο πολίτης δικαιούται να ξέρει τι πλήρωσε και πως διαχειρίστηκε η εκτελεστική εξουσία τα λεφτά του. Κι αυτό, γιατί στην επταετία της ανάθεσης τα τρία πρώτα χρόνια πέρασαν με πλήρη αδράνεια προετοιμασίας, με αποτέλεσμα μετά να τρέχουν για να προλάβουν. Αυτό μεταφράζεται σε απευθείας αναθέσεις με κόστος υπέρμετρα  επιβαρυμένο.

Με ανάλογο τρόπο, αυτόν του Λονδίνου, οργάνωσαν και στη Βαρκελώνη τους Ολυμπιακούς του 1992. Από το όλο εγχείρημα η πόλη επωφελήθηκε και δεν καταξοδεύτηκε η Ισπανία, όπως συνέβη με την Ελλάδα.

Άρα υπήρχε και εμπειρία και ανάλογη τεχνογνωσία. Θα μπορούσε και η Αθήνα να κινηθεί στα ίδια χνάρια. Η επιπολαιότητα, η τσαπατσουλιά και οι γνωστές αρπαχτές  των μεγαλοεργολάβων, επιβάρυναν με την σειρά τους υπέρμετρα το δημόσιο χρέος και τέσσερα χρόνια αργότερα, να φανούν τα σημάδια του υπερβολικού χρέους, που οδήγησε δύο χρόνια αργότερα την Ελλάδα στην χρεοκοπία.

Ας μην ξεχνάμε, ότι και τότε, πριν από την διεξαγωγή της πρώτης Ολυμπιάδας στην Αθήνα το 1896, είχε προηγηθεί το ‘Δυστυχώς Επτωχεύσαμεν’ του Χαριλάου Τρικούπη το 1893. Η διαφορά είναι ότι τότε προηγήθηκε, στους Ολυμπιακούς του 2004 ακολούθησε.

Αντί λοιπόν να ασχολούμεθα με το αν μας άρεσε η εναρκτήρια τελετή στο Παρίσι, κι αντί να μιλάμε για τα κατορθώματά μας το 2004, καλό θα ήταν να βλέπουμε τα δικά μας λάθη και τα οδυνηρά αποτελέσματά τους, γιατί έτσι μονίμως, θα στρουθοκαμηλίζουμε…