Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού δεν είναι δουλειά για όλους. Για την ακρίβεια δεν είναι δουλειά, αλλά ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ εξαιρετικά απαιτητικό, χρονοβόρο και δυστυχώς το πλέον απαξιωμένο.
Στη σύγχρονη κοινωνία της γνώσης και της πληροφορίας το σχολείο καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, που θα επιτρέπει στις κοινωνίες να προσαρμοστούν εύκολα και ομαλά στα νέα κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα. Βασικός πρωταγωνιστής σε όλη αυτή τη διαδικασία είναι ο εκπαιδευτικός, ο οποίος με την εμπειρία, την παρώθηση και την οργάνωσή του θα συμβάλλει στην επιτυχή, ουσιαστική ή και ριζική αναδιαμόρφωση των συστημάτων τους. Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να εγκαταλείψει τον παραδοσιακό ρόλο, του μεταδότη των γνώσεων, αλλά να γίνει ο διαμεσολαβητής, ο διευκολυντής της μάθησης.
Θα πρέπει να συνεργάζεται με τους συναδέλφους του ως μέλος της ομάδας των εκπαιδευτικών της σχολικής μονάδας προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης της ιδιαίτερης κουλτούρας του σχολείου. Επιβεβλημένη, επίσης, είναι και η συνεργασία με τους γονείς, την τοπική κοινωνία και άλλους κοινωνικούς φορείς στα πλαίσια του ανοίγματος της σχολικής μονάδας στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
Ένα ερώτημα που ο κάθε εκπαιδευτικός οφείλει να θέτει συχνά στον εαυτό του είναι το εξής: «Με ποιο τρόπο θα μπορούσα να είχα διδάξει πιο αποτελεσματικά;». Ο εκπαιδευτικός σήμερα καλείται να επιτελέσει έναν πολυσύνθετο ρόλο, εντελώς διαφορετικό από αυτόν που ίσχυε τα προηγούμενα χρόνια. Έχει χρέος να αποκτήσει έναν περισσότερο καινοτομικό ρόλο, να επινοήσει δηλαδή τρόπους να βοηθήσει το μαθητή να αντιληφθεί τις επιστημονικά αποδεκτές ιδέες, ως περισσότερο εύλογες, ευνόητες και εν δυνάμει χρήσιμες, από εκείνες που έχει ήδη οικοδομήσει. Οφείλει να καθοδηγεί τους μαθητές μέσω ενός αιτιολογημένου επιχειρήματος προς την επίλυση ενός προβλήματος, χρησιμοποιώντας μία βήμα προς βήμα σειρά ερωτήσεων.
Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να έχει υπόψη του ότι λόγω των «ιδιαιτεροτήτων» και των «αναγκών» της τάξης του οφείλει να εντάξει στο ρόλο του την εξατομικευμένη διδασκαλία, δηλαδή να διαφοροποιήσει τη διδασκαλία του και να την προσαρμόσει ατομικά σε κάθε μαθητή ή σε ομάδες μαθητών με ιδιαίτερα «προβλήματα» και ανάγκες. Θα πρέπει λοιπόν να γνωρίζει τις «ιδιαιτερότητες» της τάξης στην οποία θα διδάξει και να έχει την ανάλογη προετοιμασία ώστε η διδασκαλία να αποβεί δημιουργική και αποτελεσματική. Τέλος, είναι αναγκαίο να μην αγνοεί την προηγούμενη γνώση των μαθητών και να περιορίζεται στην απλή μετάδοση της επιστημονικής γνώσης και στην απλή εκμάθηση μεθόδων επίλυσης συγκεκριμένων προβλημάτων σε συγκεκριμένες θεματικές περιοχές, αλλά να ενθαρρύνει το μαθητή να αλληλεπιδρά με τη διδασκόμενη γνώση.
Ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι ιδιαίτερα σημαντικός, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι είναι αυτός που υλοποιεί την εκπαιδευτική πολιτική. Στην προσπάθειά του αυτή και στον αγώνα που κάνει θα πρέπει να έχει σύμμαχο την Πολιτεία, η οποία με τις κατάλληλες παρεμβάσεις και σχεδιασμούς της χαράσσει τα πλαίσια που θα κινηθεί ο εκπαιδευτικός και θα αναπτυχθεί.
Η στρατολόγηση υψηλά καταρτισμένων εκπαιδευτικών πρέπει να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα της εκπαιδευτικής ατζέντας κάθε χώρας, εάν επιθυμεί το εκπαιδευτικό της σύστημα να γίνει περισσότερο ανταγωνιστικό. Οι αλλαγές πρέπει απαραίτητα να συνοδεύονται και από επανεξέταση του ρόλου των εκπαιδευτικών, της αρχικής τους κατάρτισης, της εργασίας τους και της επαγγελματικής εξέλιξής τους.