"Έρχεται το τέλος της πενθήμερης εργασίας"

Του Θεόδωρου Ξούλου, οικονομολόγου

Στο όχι και τόσο μακρινό 2012 το υπουργείο εργασίας δεχόταν πιέσεις από την τρόικα που τότε ζητούσε την μείωση του κατώτατου μισθού μέσα από την αναθεώρηση της διαδικασίας για τη σύναψη της εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Την μείωση των αποζημιώσεων στον ιδιωτικό τομέα. Τηναύξηση του μέγιστου αριθμού των εργάσιμων ημερών εβδομαδιαίως από 5 σε 6 για όλους τους τομείς, καθώς επίσης και τον περιορισμό της ελάχιστης ημερήσιας ανάπαυσης στις 11 ώρες.

Με τον Ν.5053/2023 κι ενώη χώρα τυπικά έχει βγει από την μνημονιακή επιτήρηση από το 2018, προβλέπεται από την 1η.7.2024η έναρξη της εξαήμερης εργασίας για τους οργανισμούς και τις εκμεταλλεύσεις συνεχούς λειτουργίας, που εφαρμόζουν σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας. Οι εργαζόμενοι αυτοί θα αμείβονται επιπλέον για την έκτη μέρα με το 40% του ημερομισθίου και το 115% αν είναι αργία, ενώ θα δικαιούνται ένα ρεπό μέσα στην εβδομάδα. Σύμφωνα με τον νόμο, η απασχόληση των εργαζομένων, κατά την πρόσθετη ημέρα, δεν δύναται να υπερβαίνει τις οκτώ ώρες. Ενώ,σύμφωνα με το άρθρο 26 αφορά και σε κατ’ εξαίρεση απασχόληση την έκτη ημέρα σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, που δεν είναι εκ φύσεως συνεχούς λειτουργίας, αλλά είναι δυνατόν να λειτουργούν κατά τις ημέρες Δευτέρα έως και Σάββατο, επί είκοσι τέσσερις ώρες, με σύστημα εναλλασσόμενων βαρδιών.

Η εξαήμερη εργασία έρχεται υποτίθεται να αντιμετωπίσει την έλλειψη σε εξειδικευμένα «εργατικά χέρια» σε συνθήκες αυξημένης παραγωγικής δραστηριότητας. Σε μια χώρα όμως, που το ποσοστό ανεργίας παραμένει υψηλό και οι νέοι μεταναστεύουν προκειμένου να βρουν εργασία με αξιοπρέπεια, αντί ο προσανατολισμός να είναι στις νέες προσλήψεις, δίνεται η δυνατότητα σε μεγάλες επιχειρήσεις να «στύψουν» στην κυριολεξία τους εργαζόμενους, προσαρμόζοντας την ζωή τους στις ανάγκες των επιχειρήσεων.

Ταυτόχρονα με πολλά προβλήματα εφαρμόζεται η διάταξη για την υποχρέωση καταβολής των τριετιών στους εργαζομένους.Ειδικότερα, πολλές επιχειρήσεις υποχρεώνουν τους εργαζόμενους να υπογράφουν νέα ατομική σύμβαση εργασίας, στην οποία δεν θα προβλέπεται δικαίωμα αύξησης του μισθού με βάση την προϋπηρεσία, ενώ υπάρχουν και επιχειρήσεις που ερμηνεύουν λανθασμένα τον πρόσφατο νόμο, θεωρώντας ότι η προϋπηρεσία για να ισχύει, θα πρέπει να έχει διανυθεί στο σύνολό της, στον ίδιο εργοδότη. Πλην όμως, το άρθρο 33 του νόμου 5053/2023 αλλά και η ειδική εγκύκλιος που εξέδωσε το υπουργείο Εργασίας είναι σαφείς και ορίζουν ξεκάθαρα πως για όσους εργαζόμενους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο, ως χρόνος προϋπηρεσίας αναγνωρίζεται ο χρόνος εξαρτημένης σύμβασης ή σχέσης εργασίας, που έχει διανυθεί σε οποιονδήποτε εργοδότη και σε οποιαδήποτε ειδικότητα πριν από τις 14.02.2012 και μετά την 1.1.2024.

Εάν θέλουμε λοιπόν να μην έχουμε φαινόμενα καταστρατήγησης του νόμου, ώστε να δούμε πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς των εργαζόμενων και ταυτόχρονα να επιτευχθεί και η προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης για μέσο μισθό στα 1.500€ το 2027,είναι απαραίτητο να επανέλθει το πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, μοναδικός μοχλός πίεσης από πλευράς των εργαζόμενων για αυξήσεις.