του Μιχάλη Ψύλου, δημοσιογράφου
Η δικτατορία των συνταγματαρχών υπήρξε μία από τις πλέον ζοφερές σελίδες στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Μια σκοτεινή περίοδος. Σε αυτό συμφωνούν οι Ελληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία (75%), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, που πραγματοποίησε η Prorata για το πώς σκέφτονται σήμερα τη χούντα της 21ης Απριλίου 1967.
Ουδεμία έκπληξη ως προς αυτό.
Αλλά ίσως απρόσμενες οι απαντήσεις της κοινής γνώμης για τα «έργα» της χούντας: Το 32% θεωρεί ότι ήταν μια πολύ καλή περίοδος για την οικονομία της χώρας και η πλειοψηφία (56%) εκτιμάει ότι κατά τη δικτατορία έγιναν πολύ σημαντικά έργα στο οδικό δίκτυο της χώρας.
Οσο και αν οι περισσότεροι ιστορικοί και οικονομολόγοι θα μπορούσαν να καταρρίψουν με στοιχεία αυτή την αντίληψη ως μύθο ή υπερβολή, το ερώτημα παραμένει: Γιατί τόσοι πολλοί συμπατριώτες μας πιστώνουν «έργο» στη χούντα; Οταν μάλιστα τα όποια «έργα» στην επταετία συνοδεύτηκαν από τεράστια σκάνδαλα και «φαυλοκρατία», όπως κατήγγειλε ακόμη και ο υμνητής της χούντας Σάββας Κωνσταντόπουλος;
Δεν θα έλεγα ότι στην πλειονότητά τους είναι «φασίστες» ή νοσταλγοί της χούντας, οι πολίτες που σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο.
Το «ελατήριο»
Είναι η άγνοια, αλλά κυρίως η μειονεκτική οικονομική και κοινωνική θέση που βρίσκονται σήμερα πολλοί Έλληνες, το «ελατήριο που μολύνει» τόσους πολλούς ανθρώπους: Ο ελληνικός λαός, που το 2009 ζούσε με ένα επίπεδο ευημερίας κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό όρο, είναι ο δεύτερος φτωχότερος στην Ευρώπη, μετά τη Βουλγαρία.
Στην ΕΕ εκείνοι που αισθάνονται φτωχοί είναι 1 στους 4, ενώ στην Ελλάδα είναι 7 στους 10! Η έξαρση των ανισοτήτων αρχίζει να «απενοχοποιεί» συγκρίσεις ακόμη και με την περίοδο της χούντας σε ό,τι αφορά την καθημερινότητα των πολιτών.
Είναι «η λογική του φόβου», όπως γράφει στο ομώνυμο βιβλίο του « Logic of Fear», ο Πητερ Νόιμαν, καθηγητής Σπουδών Ασφαλείας στο King’s College του Λονδίνο.
Ο καθηγητής Νόιμαν διευθύνει το Διεθνέα Κέντρο για τη Μελέτη της Ριζοσπαστικοποίησης (ICSR) και συμβουλεύει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον ακροδεξιό εξτρεμισμό. Και δεν αναρωτιέται μόνο «Τι είναι αυτό το φαινόμενο;», αλλά επίσης: Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι είναι πρόθυμοι να ακολουθήσουν ακροδεξιά λαϊκιστικά συνθήματα;
Αν ρωτήσετε μάλιστα αυτούς τους ανθρώπους πού βρίσκονται πολιτικά, το 90% λέει: στο κέντρο. Αλλά αντιπροσωπεύουν όλο και περισσότερο αντιδημοκρατικές θέσεις.
Αυτό δεν έχει να κάνει με τις «λύσεις» που προσφέρουν όλα τα ακροδεξιά κόμματα και ομάδες που συσπειρώνουν τον κόσμο πίσω από τις σημαίες τους.
Είναι γνωστό εδώ και καιρό ότι τα ακροδεξιά κινήματα είναι ιδιαίτερα δημοφιλή σε περιόδους κρίσης. Γιατί ζουν και ενισχύονται από το φόβο και την αβεβαιότητα. Και αυτό έχει να κάνει με την κοσμοθεωρία που μοιράζονται με τους ανθρώπους που τα ψηφίζουν: την απόλυτη απαισιοδοξία.
Η «χρυσή εποχή»
Γιατί για αυτούς η «χρυσή εποχή» είναι πάντα παρελθόν. Δεν περιμένουν τίποτα άλλο από την παρακμή και το πλήρες χάος από το μέλλον. Από το οποίο -ενδεχομένως- θα αναδυθεί ξανά μια νέα, χρυσή εποχή.
Οι εκπρόσωποι της αυταρχικής σκέψης είχαν πάντα με το μέρος τους ένα ισχυρό επιχείρημα: τον φόβο. Και έχουν μάθει να διεγείρουν τους φόβους των ανθρώπων – και να δημιουργούν εχθρικές εικόνες για τους φόβους τους. Θέλουν απλά να σε τρομάξουν. Γιατί οι άνθρωποι που ζουν υπό καθεστώς διάχυτου φόβου, είναι επιρρεπείς στη χειραγώγηση.
Ο Πήτερ Νόιμαν εμβαθύνει στην ανθρώπινη πνευματική ιστορία, πηγαίνοντας πίσω στην αρχαιότητα. Γιατί αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είναι καθόλου νέος. Ακόμη και οι Έλληνες φιλόσοφοι έβλεπαν τον κόσμο με απαισιόδοξο τρόπο. «Από την άποψή τους, η πρόοδος είναι δυνατή, αλλά ποτέ μόνιμη», γράφει.
Ετσι, οι ηγέτες της άκρας δεξιάς εστιάζουν πάντα σε όλα τα σημάδια φθοράς της εποχής, που για αυτούς είναι σημάδια παρακμής. Για αυτούς τους ανθρώπους, ο Αρμαγεδδών είναι πάντα εφικτός. Κατά την άποψή τους, όλα καταλήγουν σε χάος και βία. Οι ακροδεξιοί το μετατρέπουν σε πολιτική. Και αυτό δεν ξεκίνησε το 1933 με τον Χίτλερ και τους Ναζί. Ο Νόιμαν μας μεταφέρει πίσω στον 19ο αιώνα, όταν διάσημοι συγγραφείς στη Γερμανία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ έγραψαν βιβλία που έγιναν «Βίβλοι» του ακροδεξιού εξτρεμισμού.
Οι Γερμανοί Ναζί δεν χρειάστηκε να επανεφεύρουν τίποτα επειδή τα πνευματικά τους εργαλεία είχαν προ πολλού διατυπωθεί και τυπωθεί. Και ήταν στο μυαλό μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού που κατακλύζονταν από αυτές τις απόψεις.
Γιατί οι ακροδεξιές ιδεολογίες είναι γεμάτες εχθρικές εικόνες εναντίον των οποίων στρέφεται η οργή των φοβισμένων. Εμείς εναντίον τους. Αυτοί φταίνε. Και σε αυτή την εκτόξευση θυμού εναντίον άλλων ανθρώπων, των οποίων η διαφορά γίνεται ξαφνικά χαρακτηριστικό γνώρισμα, βρίσκεται η παρόρμηση για εξουσία.
«Σωτήρες της πατρίδας»
Ετσι οι ακροδεξιοί αυτοπλασσάρονται ως «σωτήρες της πατρίδας».
Πρώτα ο χαμός ζωγραφίζεται στην ταπετσαρία με λαμπερά χρώματα – και μετά έρχεται ο «αδιάφθορος σωτήρας». Κανένας από τους «γητευτές» αυτούς δεν έχει συνταγές για την επίλυση των κρίσεων της εποχής. Αλλά δίνουν στους «πιστούς» την εικόνα του μεγάλου σωτήρα που θα σώσει την πατρίδα.
Μαζί με την απαισιόδοξη κοσμοθεωρία, πλασάρεται και το δόγμα της τάξης, που παίζει επίσης κεντρικό ρόλο στις ακροδεξιές ιδέες για τον κόσμο. Η τάξη δημιουργεί ασφάλεια. Μια κοινωνία στην οποία το κράτος παρακολουθεί αυταρχικά όλα τα κινήματα παρέχει γι’αυτούς, τουλάχιστον ένα αίσθημα ασφάλειας για όλους εκείνους τους ανθρώπους που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα.
Τα τρία «αδέλφια»
Ο ακροδεξιός εξτρεμισμός δεν είναι βέβαια ένα απομονωμένο «νησί» . Γιατί τα μεγάλα αδέρφια του λέγονται «συντηρητισμός και αυταρχισμός». Και τα τρία αυτά φαινόμενα, δουλεύουν με παρόμοιους τρόπους. Οι εκπρόσωποί τους κάνουν ό,τι μπορούν για να διασφαλίσουν ότι οι «απειλητικές» αλλαγές θα σταματήσουν, θα κλειδωθούν, θα απαγορευτούν και θα καταπιεστούν. Και όλα τα ρεύματα που θέλουν να αλλάξουν την κοινωνία, θεωρούνται εχθρικά και στιγματίζονται.
Άλλωστε, ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίο υπάρχουν πολλά απειλητικά νέα. Μεγάλες κρίσεις -από την κλιματική μέχρι την κρίση των τιμών των τροφίμων,της στέγασης, τις επιπτώσεις της πανδημίας, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη Γάζα, τις αυξανόμενες μετακινήσεις προσφύγων…
Και όμως τα φιλελεύθερα κόμματα σαφώς δεν έχουν βρει ακόμη τρόπο να μιλήσουν στις καρδιές των ανθρώπων για όλα αυτά. Και να προσφέρουν ένα νέο όραμα. Να πείσουν έτσι τους ανθρώπους που είναι πραγματικά παγιδευμένοι στους φόβους τους.
Είναι, φυσικά, αρκετά ανόητο όταν συντηρητικοί πολιτικοί ενισχύουν τα συνθήματα και την εικόνα των ακροδεξιών λαϊκιστών, επειδή πιστεύουν ότι θα επωφεληθούν και αυτοί από τον φόβο. Αλλά με αυτόν τον τρόπο αυξάνουν μόνο τους φόβους και δίνουν στους υποτιθέμενους ψηφοφόρους τους την επιπλέον αίσθηση ότι ούτε αυτοί ξέρουν πώς να λύσουν τα προβλήματα.
Γιατί φυσικά η δημοκρατία απαιτεί μη φοβισμένους ανθρώπους. Όπως ακριβώς η ελευθερία και η πρόοδος.
Δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές
Ετοιμες οδηγίες και συνταγές για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο του ακροδεξιού λαϊκισμού, δεν υπάρχουν. Αλλά το να το αγνοείς είναι ο λάθος τρόπος. Ειδικά απέναντι στους ανθρώπους που είναι τόσο εύκολα επιρρεπείς στα συνθήματα του φόβου. Αυτό απαιτεί μια εντελώς διαφορετική επικοινωνία και πιθανώς επίσης μια διαφορετική πολιτική.
Οπως γράφει ο Νόιμαν «πρέπει να μάθουμε να παίρνουμε τους φόβους των ανθρώπων στα σοβαρά και τα προοδευτικά κινήματα να τους παίρνουν μαζί τους, στο δρόμο για την επίλυση των κρίσεων…Χρειάζεται περισσότερη υπομονή και κατανόηση για τους «χαμένους» της κοινωνικής αλλαγής». Διότι, ιδιαίτερα οι φοβισμένοι και ανασφαλείς άνθρωποι χρειάζονται την αίσθηση ότι δεν τους πετάνε απλά σαν έρμα, αλλά ότι οι ανησυχίες τους λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Και είναι μέρος της λύσης.