Οι θέσεις εργασίας υπάρχουν και οι αμοιβές βοηθούν στο να προσελκύσουν οι επιχειρήσεις τους καλύτερους. Προφανώς ακόμα δεν τα καταφέρνουν
Το 2010 ο ικανός προς εργασία πληθυσμός της χώρας (15-64 ετών), έφτανε τα 7.388.000 άτομα. Ούτε πριν, ούτε μετά καταγράφηκε ξανά τέτοια επίδοση. Στην περίοδο της ευμάρειας της δεκαετίας του 2000, δούλευε η χώρα με λιγότερους. Τη μεταμνημονιακή περίοδο, η χώρα δουλεύει με ακόμα πιο λίγους. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Eurobank πλέον ο ικανός προς εργασία πληθυσμός έχει υποχωρήσει στα 6.657.000 άτομα. Μας λείπουν πάνω από 800.000 διαθέσιμοι προς εργασία πολίτες σε σχέση με το 2010. Για τη μείωση του πληθυσμού ικανού προς εργασία τα τελευταία 13 χρόνια έχει συμβάλει η υπογεννητικότητα, αλλά έχει συμβάλει και η μετανάστευση των Ελλήνων που έφυγαν από τη χώρα προκειμένου να ξεφύγουν από την εγχώρια μεγάλη ύφεση, τις χαμηλές αμοιβές, την ανεργία και τη στασιμότητα.
Για τις προσπάθειες και τις κορώνες των πολιτικών περί αντιστροφής του brain drain έχουμε ακούσει πολλά. Το ερώτημα είναι αν μπορούμε να πετύχουμε την ανάκτηση των επιπέδων πλούτου του 2010, με το μειωμένο διαθέσιμο εργατικό δυναμικό που εμφανίζει η χώρα σήμερα. Και η απάντηση είναι εύκολη. Είναι αδύνατο. Δεν μπορούμε ούτε καν να πλησιάσουμε τα επίπεδα ανάπτυξης και αν το πετύχουμε θα είναι παρωδικό, αν η χώρα δεν προσεγγίσει υψηλής κατάρτισης εργαζόμενους, αλλά και απλούς εργάτες από άλλες χώρες. Αν δεν βρει κατάλληλους προς εργασία πολίτες. Οι υπάρχοντες, δεν φτάνουμε. Δεν επαρκούμε για να υλοποιήσουμε τις δουλειές που ανοίγουν στη χώρα.
Στην ανάλυση της Eurobank προκύπτει μάλιστα ότι το πρόβλημα των περισσότερων εκροών σε σχέση με τις εισροές εργατικού δυναμικού, έχει μεν μειωθεί αλλά συνεχίζεται. Ακόμα και τώρα που σε πολλά επαγγέλματα δεν βρίσκεις εργαζόμενο ούτε για δείγμα, αυτοί που φεύγουν από τη χώρα είναι περισσότεροι από αυτούς που έρχονται για να εργαστούν.
Είναι εντυπωσιακό το εύρημα ότι ακόμα και σήμερα το ισοζύγιο είναι αρνητικό κατά περίπου 6.000 άτομα ετησίως. Η αιμορραγία ανθρώπινου δυναμικού συνεχίζεται, παρά τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση των αμοιβών σε κάποια επαγγέλματα. Η αιμορραγία φανερώνει – και το παρατηρεί σωστά η Eurobank – ότι εξακολουθούν να υφίστανται δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας που εμποδίζουν την αντιστροφή του φαινομένου. Το πρόβλημα των εκροών εργαζομένων δεν έχει καμία σχέση με την προηγούμενη δεκαετία όταν η μετανάστευση Ελλήνων στο εξωτερικό ξεπέρασε τις 592 χιλιάδες άτομα. Τότε δεν υπήρχαν ούτε καν θέσεις εργασίας.
Το πρόβλημα ωστόσο πλέον είναι άλλο. Οι θέσεις εργασίας υπάρχουν και οι αμοιβές βοηθούν στο να προσελκύσουν οι επιχειρήσεις τους καλύτερους. Προφανώς ακόμα δεν τα καταφέρνουν. Το επόμενο διάστημα, αν δεν εντείνουν οι εγχώριες επιχειρήσεις σε συνδυασμό με το πολιτικό σύστημα, τις προσπάθειές τους, το πρόβλημα κινδυνεύει να γίνει εκρηκτικό.
Η σημερινή κυβέρνηση η αλήθεια είναι ότι το προσπάθησε. Αλλά ακόμα υπάρχουν πολλά να γίνουν. Η δημιουργία προϋποθέσεων για αύξηση των επενδύσεων, ήταν το πρώτο βήμα. Πλέον η προσπάθεια πρέπει να επικεντρωθεί σε μια στοχευμένη και επιθετική καμπάνια προσέλκυσης στελεχών από αγορές που η Ελλάδα έχει πλεονέκτημα αμοιβών (υπάρχουν και τέτοιες). Μια τέτοια προσπάθεια δεν θα αλλάξει μόνο το «ταβάνι» ανάπτυξης της χώρας, θα έχει ευεργετικές συνέπειες στα δημόσια οικονομικά και συνολικά στην κοινωνία…