Γιατί με το ΚΚΕ

Του Χρήστου Πατούχα

 

Απευθύνομαι στους φίλους μου, απευθύνομαι σε παλιούς και νέους συντρόφους, σε συναγωνιστές και συνοδοιπόρους μιας, ούτως ή άλλως, πολύ μακράς πορείας. Γνωρίζετε ότι επέλεξα να συστρατευτώ με το ΚΚΕ. Αποδέχτηκα πρόταση του να είμαι στο ψηφοδέλτιο Αχαΐας των προσεχών Βουλευτικών εκλογών. Γνωρίζω, ότι η επιλογή μου αυτή δεν βρίσκει σύμφωνους πολλούς και αυτό είναι απολύτως φυσικό.

 Θα προσπαθήσω, με πολιτική επιχειρηματολογία και μόνο, να τεκμηριώσω την ορθότητα της επιλογής μου, θεωρώντας άλλωστε αυτόν τον πιο δημιουργικό και παραγωγικό τρόπο συνεννόησης μεταξύ ανθρώπων, που έχουν κοινό τους χαρακτηριστικό την ανιδιοτέλεια. Οι μη ανιδιοτελείς, εύκολα άλλωστε αναγνωρίσιμοι, προσωπικά στην παρούσα δραστηριότητα μου δεν με αφορούν. Θα προσθέσω κάτι που στην περίπτωση μου ισχύει γενικά. Ποτέ δεν θα φέρω σε δύσκολη θέση κανένα φίλο μου. Δεν θα ζητήσω την ψήφο του αν ο ίδιος δεν έχει πεισθεί για αυτό.

Γιατί λοιπόν με το ΚΚΕ; Γιατί τώρα;

Ο πρώτος είναι ένας αρχέγονος λόγος: Η ταξική διαίρεση της κοινωνίας εδώ και αιώνες. Και η απελευθέρωση των καταπιεζόμενων τάξεων είναι ό εξ ορισμού λόγος ίδρυσης των κομμουνιστικών κομμάτων αλλά και της Αριστεράς γενικότερα.

 Το γνωρίζω. Στην σημερινή ιδεολογική ισοπέδωση αυτό μοιάζει λίγο αναχρονιστικό, αλλά δεν υπάρχει μεγαλύτερη και πιο προφανής αλήθεια από αυτό! Γνωρίζω επίσης, ότι στον ρόλο της ίδρυσης τους δεν ανταποκρίνονται πλέον στην συντριπτική τους πλειοψηφία κόμματα και οργανώσεις που αυτοαποκαλούνται αριστερές, παντού αλλά και στην χώρα μας. Ε ναι! Είναι προσόν να παραμένεις πιστός στον λόγο της πρώτης σου ίδρυσης. Και αυτό το προσόν το διαθέτει το ΚΚΕ.

Ο δεύτερος λόγος: Η τραυματική εμπειρία της «αριστερής διακυβέρνησης». Αυτό θα χρειαστεί λίγη περισσότερη ανάλυση. Δεν θα ασχοληθώ με αλλαγές, πολλές και σημαντικές, ή με λείανση των θέσεων ή με προετοιμασία προσαρμογής με υπερατλαντικά ή Ευρωπαϊκά ταξίδια και «δημιουργικές» συναντήσεις, που έγιναν πχ από το 12 μέχρι το 15.  Θα ασχοληθώ με τις αλλαγές από τον σχηματισμό της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και μετά. Δεν αθετήθηκαν μόνο προεκλογικές εξαγγελίες και δεσμεύσεις αλλά και μετεκλογικές δηλαδή κυβερνητικές υποσχέσεις. Για να μην μακρηγορούμε θα αναφέρω μόνο τρία καθοριστικής σημασίας ζητήματα, τα οποία ωστόσο βαθμολογούν το σύνολο της πολιτικής που ασκήθηκε στην διάρκεια αυτής της διακυβέρνησης.

Το πρώτο: Το δημοψήφισμα του 2015. Το ίδιο το περιεχόμενο-δίλλημα του δημοψηφίσματος ήταν η προσπάθεια διαφυγής της Κυβέρνησης. Εάν η σύγκρουση περιοριζόταν εκεί, θα ήταν μικρό το κακό με οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να περιορίσει το περιεχόμενο της σύγκρουσης στις κρίσιμες στιγμές. Φρόντισαν για αυτό οι αντίπαλοι του λαού εντός και εκτός της χώρας. Φρόντισε ο ίδιος ο λαός με την οξυδέρκεια και την ωριμότητα του. Και σημειώθηκε η μεγάλη νίκη του 62%. Προς μεγάλη έκπληξη, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του Πρωθυπουργού και του ηγετικού επιτελείου της Κυβέρνησης.

Δεύτερο: Είναι γνωστό, το πως ο κ. Τσίπρας ξεπούλησε το δημοψήφισμα και το αποτέλεσμα του μέσα σε λίγες ώρες. Είναι γνωστό το πως υπογράφτηκε το 3ο μνημόνιο και νομιμοποιήθηκαν τα δύο προηγούμενα. Σε αντίθεση όχι με την «κατάργηση των μνημονίων με ένα νόμο και ένα άρθρο», αλλά σε αντίθεση με το διαμορφωμένο τότε κλίμα αναμονής, για  μια πιο αποφασιστική στάση, στο σύνολο της κοινής γνώμης.

 Το κραυγαλέο ερώτημα που απευθύνεται σε όλους, οπαδούς και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όσους τα βρίσκουν όλα καλώς καμωμένα, ακόμα και όψιμους «βασιλικότερους του βασιλέως», είναι αν όλα αυτά συνιστούν αντιδημοκρατική εκτροπή, αν σε κάθε περίπτωση είναι πολιτική που εξυπηρέτησε τα συμφέροντα των εχθρών του λαού. Είναι ή δεν είναι αθέτηση υποσχέσεων, είναι ή δεν είναι διάψευση ακόμα και του πιο δύσπιστου, αυτού που δεν πίστεψε ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ; Φαντάζομαι, δεν υπάρχει κανένας που να πιστεύει, ή απλά να υποστηρίζει, ότι τα μνημόνια υπηρέτησαν τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων. Για όποιον έχει την ψευδαίσθηση των «λαϊκών» μνημονίων, λέμε απλά ότι τα μνημόνια υπηρέτησαν, στρατηγικά και μακροχρόνια την πολιτική της ολιγαρχίας!

Το τρίτο: Πρέπει να πω, ότι αυτό που θα αναφέρω τώρα, στις προγραμματικές διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται πλέον στα αζήτητα. Σαν να μην υπήρξε ποτέ τέτοιο ζήτημα, σαν να μην υπήρξε το κεντρικό θέμα του αντιιμπεριαλιστικού λαϊκού κινήματος, σαν να μη μάτωσε η χώρα και ο λαός μας από τις επεμβάσεις, τους εμφυλίους, τις χούντες, με προεξάρχοντα πάντα τον Αμερικανονατοικό παράγοντα. Είναι προφανές, αναφέρομαι στο ΝΑΤΟ, την συμμετοχή της χώρας μας, την διαχρονική του πολιτική, την εξυπηρέτηση των Αμερικάνικων συμφερόντων στην Ευρώπη και τις γενικότερες γεωστρατηγικές τους επιδιώξεις.

 Ερώτημα: Έχει αντιληφθεί κανένας, την οποιαδήποτε διαφορά απέναντι στο ΝΑΤΟ, στην περίοδο της «αριστερής» διακυβέρνησης από το πριν και το μετά; Μήπως αντίθετα, υπήρξε πιο επιρρεπής σε νέες συμφωνίες βάσεων, διευκολύνσεων, πολιτικής ευθυγράμμισης; Εάν συμφωνήσουμε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ, με διαρκείς εντάξεις νέων χωρών, είναι μία από τις αιτίες, ίσως η κύρια, της σημερινής πολεμικής σύγκρουσης στην Ευρώπη, έχει διατυπωθεί ποτέ η παραμικρή αντίρρηση για την επέκταση αυτή; Και αν αυτό είναι φυσική συμπεριφορά για την ΝΔ, πως χαρακτηρίζει κάτι τέτοιο την αριστερά;

Η ουσία είναι, ότι το πολιτικό σύστημα εξουσίας, ευθύνεται εξ ολοκλήρου και εξίσου για την εμπλοκή της χώρας σε έναν πόλεμο με επικίνδυνες προεκτάσεις, ευθύνεται με ολόκληρη την ΕΕ για την οικονομική υποταγή στα στρατηγικά Αμερικανικά συμφέροντα. Αλήθεια, ποια ακριβώς αλλαγή ευαγγελίζεσθε αγαπητοί σύντροφοι του ΣΥΡΙΖΑ;

Θα μπορούσαν όλα αυτά να αποτελούν μια φυσική διαδοχή στη διαχείριση της κρίσης ενός αντιλαϊκού συστήματος. Η βλάβη ωστόσο είναι πολύ σοβαρότερη και βαθύτερη. Είναι η αρνητική επίδραση στο ηθικό του λαού. Η τεράστια απογοήτευση που δημιούργησαν οι αλλεπάλληλες διαψεύσεις. Η χαμένη αυτοπεποίθηση, η καλλιέργεια της εντύπωσης ότι όλοι είναι ίδιοι, η «δικαίωση των νοικοκυραίων», ότι δεν χρειάζονται νεωτερισμοί και «αριστερά πειράματα».

Αυτή την κατάσταση καλούμαστε σήμερα να ανατάξουμε. Να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη στη δύναμη του αγώνα. Πρωτίστως να αποκαταστήσουμε τον ρεαλισμό, ότι αποτέλεσμα φέρνει ο ταξικός αγώνας, μακριά από αυταπάτες, μακριά από ανώφελους συμβιβασμούς, με την δύναμη της ενότητας, με την ελπίδα στην μαζική συλλογική δράση.

 

Διαβάστε επίσης