Μαραντόνα: ΕΤΣΙ έζησε σαν θνητός ο «θεός» της ΜΠΑΛΑΣ!

Ένας επαναστάτης μέχρι το κόκκαλο, ένα αυθεντικός, χαρισματικός και αμφιλεγόμενος άνθρωπος. Ο μύθος του Ντιέγκο.

 

Πριν δούμε τη θνητή πλευρά του, ρίξτε μια ματιά στην εφαρμογή για κινητό που έχει στο στοίχημα η  interwetten

 

Θα ήταν λάθος να διχοτομήσουμε τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Είτε ως έναν εθισμένο στα ναρκωτικά που δεν κατάφερε να διαχειριστεί τη φήμη και τα χρήματα, είτε ως έναν “ημίθεο” που έγινε ο καλύτερος ποδοσφαιριστής του πλανήτη. O Μαραντόνα είχε πολλές πτυχές, ήταν ένας μοναδικός χαρακτήρας που επέτρεψε σε όλο τον κόσμο να δει τις περιπέτειες της ζωής του για 60 χρόνια. Παρόλο που είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε τα στοιχεία της πολύπλοκης ζωής του, είναι ξεκάθαρο ότι οι συνθήκες στις οποίες έγινε ο πιο διάσημος άνθρωπος του πλανήτη έχουν πλέον χαθεί. Ο Μαραντόνα σφυρηλατήθηκε στον 20ο αιώνα, πιθανώς στην τελευταία “ανθρώπινη” εποχή με την αθωότητα στο μυαλό των ανθρώπων.

 

Γεννήθηκε το 1960 στη φτωχογειτονιά της Βίγια Φλορίτο στο Μπουένος Άιρες και το αρχικο “ταξίδι” του Ντιεγκίτο ενσάρκωνε απόλυτα το “Αργεντίνικο όνειρο”. Ήταν ένα φτωχό αγόρι με τίποτα παραπάνω από ένα μαγικό πόδι. Η οικογένειά του δεν μπορούσε να του προσφέρει καν τα απαραίτητα, σε αυτόν και τα αδέρφια του. Έπειτα χρησιμοποίησε το ποδοσφαιρικό του ταλέντο για να ταΐσει τα αδέρφια του και να αγοράσει ένα σπίτι στη μητέρα του. Στην ιστορική πρώτη του συνέντευξη, ως ένα παιδί θαύμα που έκανε “μαγικά” με την Αρχεντίνος Τζούνιορς, όταν ρωτήθηκε για το ποια είναι τα όνειρα και οι φιλοδοξίες του απάντησε: “Θέλω να παίξω στο Μουντιάλ. Και θέλω να κερδίσω ένα”. Εκείνη την εποχή η Αργεντινή ήταν μία χώρα με ευκαιρίες, όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να ονειρεύονται ότι θα ξεφύγουν από τα όρια της μεσαίας τάξης. Ο “περονισμός”, παρά το θάνατο της Εβίτα και την εξορία του Στρατηγού Χουάν Ντομίνγκο, ήταν ακόμη δυνατός, ενόσω ο Ψυχρός Πόλεμος απασχολούσε όλους τους ιδεολογικά ευαίσθητους ανθρώπους. 

 

Κατά τη δεκαετία του 1960 υπήρξε έκρηξη βίας στους δρόμους του Μπουένος Άιρες και συνεχίστηκε στα 70s, όταν το ουτοπικό όνειρο των νεαρών καταστράφηκε με τις ναπάλμ και τα πολυβόλα. Ακόμη γνωστός ως “Peluza”, ο Ντιεγκίτο άρχισε να μεγαλώνει ως έφηβος και αγωνιζόταν στην πρώτη κατηγορία με την Αρχεντίνος Τζούνιορς. Ταπείνωνε τους μεγαλύτερους αντιπάλους του και γέμιζε τη γενιά του με χαρά, όπως το έθνος παρακολουθούσε ποδόσφαιρο για να ξεφύγει από τα προβλήματα της καθημερινότητας. 

Άλλωστε η πολιτική χρήση των σπορ και των σταρ των αθλημάτων είναι γνωστή από τη Ρωμαϊκή εποχή και πολύ γρήγορα το νέο δικτατορικό καθεστώς της χώρας αναγνώρισε την αξία του ποδοσφαίρου. Ο Βιντέλα χρησιμοποίησε το Μουντιάλ του 1978, το οποίο έγινε στην Αργεντινή, προσπαθώντας να περάσει το δικό του αυταρχικό μήνυμα. Ο Μαραντόνα δεν αγωνίστηκε, αλλά με τον Μάριο Κέμπες πρωταγωνιστή η αλμπισελέστε κατέκτησε το τρόπαιο, επικρατώντας της Ολλανδίας στον τελικό. Κι ενώ διεξαγόταν ο τελικός, οι αντιφρονούντες του καθεστώτος βασανίζονταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κάποιοι από αυτούς μεταφέρθηκαν στους δρόμους για να δουν την παρέλαση της κατάκτησης του τροπαίου, πριν επιστρέψουν στα κελιά τους, όπου συνεχίζονταν τα βασανιστήρια ή δολοφονούνταν. Αυτή η πραγματικότητα της Αργεντινής την εποχή εκείνη σημάδεψε το Μαραντόνα. 

 

Από χαμίνι έγινε παγκόσμιος σούπερσταρ. Ο Ντιέγκο ολοκλήρωσε τον άθλο του το 1986 όταν κατέκτησε το Μουντιάλ με την Αργεντινή στο Μεξικό. Η διοργάνωση του παρείχε μία παγκόσμια πλατφόρμα, όπου ξεδίπλωσε το ταλέντο του και έγινε ήρωας παρά τις αντιξοότητες. Όλα όσα έγιναν σε εκεινο τον προημιτελικό με την Αγγλία στο Στάδιο Αζτέκα βοήθησαν να χτιστεί ο μύθος του Μαραντόνα. Μέσα σε μερικά λεπτά ξεδίπλωσε το απαράμιλλο ταλέντο του περνώντας όλη την ομάδα των Άγγλων για το “Γκολ του Αιώνα” και στη συνέχεια εξαπάτησε τους διαιτητές χτυπώντας την μπάλα με το χέρι για το 2-0 στο γνωστό “Χέρι του Θεού”. Έγινε παγκόσμιο σύμβολο, πετούσε πιο ψηλά κι απ’ τον Ίκαρο. Όπως ο ίδιος ο Μαραντόνα εξήγησε, ένιωσε σα να έκλεψε από την τσέπη της Βασίλισσας, ταπεινώνοντας τους Βρετανούς, πετώντας τους εκτός Μουντιάλ. 

 

Η μεταφορά του Μαραντόνα ως ένας ακτιβιστής ενάντια στο σύστημα είναι απεικονισμένη στο φιλμ του Εμίρ Κουστουρίτσα “El Pibe de Oro”. Ένα μεγάλο μέρος των φτωχών του κόσμου βρίσκεται σε χώρες που έχουν ψύχωση με το ποδόσφαιρο και όταν τον είδαν να εξαπατά τους πλούσιους Άγγλους στο Μουντιάλ, ένιωσαν σαν να βλέπουν το Ρομπέν των Δασών, που κλέβει από τους πλούσιους και τα δίνει στους φτωχούς. Το ίδιο συναίσθημα ένιωσαν και οι άνθρωποι της Νάπολη, όπου ο Ντιεγκίτο λατρεύτηκε ίσως και παραπάνω απ’ ότι στην Αργεντινή. Έφτασε στην πόλη το 1984 και ήταν έκπληξη όταν υπέγραψε με τη Νάπολι, που τότε πάλευε για την αποφυγή του υποβιβασμού. Έφυγε το 1991 έχοντας κατακτήσει 5 τίτλους, καταφέρνοντας να τα βάλει με τις υπερδυνάμεις του βορρά. Οι Γιουβέντους και Μίλαν τον ένιωσαν στο πετσί τους. Ο Μαραντόνα έμοιαζε στα μάτια πολλών ως ένας Τσε Γκεβάρα ή ένας Τζον Λένον. 

 

Το επαναστατικό πνεύμα του Μαραντόνα ήταν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Στο χορτάρι ξεχωριζε. Εκτός γηπέδου, στο κομμάτι της πολιτικής, τον έκανε αμφιλεγόμενο. Σε ένα από τα αρκετά του ταξίδια στην Κούβα, όπου πήγαινε για να αποτοξινωθεί, γνώρισε τον Φιντέλ Κάστρο και λίγο αργότερα πήρε το μέρος του Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα, κατεβαίνοντας στη διάσημη αντι-Μπους παρέλαση, στη Μαρ ντελ Πλάτα το 2005. 

Ο Μαραντόνα είχε ένα βαθύ μίσος για τις ΗΠΑ και για το τι αντιπροσώπευε ένα ηγεμονικό καπιταλιστικό σύστημα της Δύσης. Οι ριζοσπαστικές του ιδέες όμως έγιναν η αιτία να τον αντιπαθήσει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας στην Αργεντινή. 

 

Ο Μαραντόνα όμως παρέμενε ένα παιδί γεμάτο ενθουσιασμό. Ο εθισμός του στα ναρκωτικά ξεκίνησε στη Βαρκελώνη και η έντονη νυχτερινή ζωή απογειώθηκε στη Νάπολη, όπου η μαφία τον χρησιμοποιούσε προς όφελός της. Επέστρεψε στην Αργεντινή τη δεκαετία του 1990, όταν το πέσο άξιζε ένα δολάριο. Όλος ο πλανήτης παρακολουθούσε το τρελό του “ταξίδι”, από την παρακμή στην επαναφορά και τούμπαλιν. Οδηγούσε πανάκριβα αυτοκίνητα και έβαφε τα μαλλιά του. Παιδιά εκτός γάμου άρχισαν να ξεπετάγονται από παντού. Κι έπειτα, το τέλος της, ήδη σε καθοδική πορεία, καριέρας του σημαδεύτηκε στο Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994, όταν πιάστηκε ντοπέ. Η τρελή και εκκεντρική φιγούρα του Μαραντόνα είχε τρομερή απήχηση στο κοινό, η οποια ξέφυγε με τη στενή κάλυψη των περιπετειών της ζωής του από τα ΜΜΕ. Οι περιπέτειες του έγιναν κεντρικό θέμα κουτσομπολιού παντού. 

 

Ο Μαραντόνα έγινε ο πιο διάσημος άνθρωπος στον πλανήτη μετά το Μουντιάλ του 1986 και διατήρησε την τρομερή δημοφιλία του μέχρι το θάνατό του. Σε μία σκηνή από το ντοκιμαντέρ του Κουστουρίτσα αποτυπώνεται το πως μπορεί να ένιωθε, όταν “ορδές” φιλάθλων στη Νάπολη έπεφταν πάνω στο αυτοκίνητό του, ενώ αυτός νευριασμένος προσπαθούσε να τους πείσει να φύγουν από τη μέση, με την οικογένειά του να παρακολουθεί αμίλητη και αμηχανη. Παρόμοιες σκηνές έλαβαν χώρα και στην κηδεία του στην Casa Rosada, στο προεδρικό μέγαρο της Αργεντινής, όπου η κυβέρνηση εκτίμησε ότι παραβρέθηκε πάνω από ένα εκατομμύριο πολίτες. Όλο το ποδοσφαιρικό σκηνικό της Αργεντινής ξεδιπλώθηκε εκείνη τη μέρα, όπως χούλιγκανς τα έβαλαν με την αστυνομία. 

 

Στα τελευταία του χρόνια, ο Μαραντόνα ήταν μία αλλοιωμένη απεικόνιση του τι σήμαινε για τον πλανήτη. Παραμένει όμως ένα ζωντανός θρύλος, τον οποίο άλλοι λάτρεψαν και άλλοι μίσησαν, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλους του σούπερσταρ. Το πείσμα και η επαναστατικότητά που τροφοδότησαν τα επιτεύγματά του στο χορτάρι, τον οδήγησαν και στην παρακμή. Όμως με την αθωότητα του 20ου αιώνα, ο Ντιέγκο είχε μία ξεχωριστή διαίσθηση και μία δυνατή γλώσσα, η οποία έβαλε αμέτρητες φράσεις στην αργεντίνικη διάλεκτο. Έσπειρε έναν αέρα αυθεντικότητας που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί. 

 

Μας αφήνει με μία ιστορία που δεν μπορεί να αντιγραφεί. Ένας πραγματικός σούπερσταρ της εποχής μας, ο Ντιέγκο Μαραντόνα

Διαβάστε επίσης

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ