Σακελλαροπούλου: Το κόστος της άρνησης του κορονοϊού είναι πολύ βαρύ

Την υψηλή μας ευθύνη, νομική και ηθικοπολιτική, για τη διαφύλαξη των θεσμικών κεκτημένων και των δικαιωμάτων μας στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα στην Ευρώπη, υπογράμμισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κατά την ομιλία της στην επετειακή εκδήλωση για τη συμπλήρωση 70 χρόνων από την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα στην αίθουσα της Γερουσία του ελληνικού Κοινοβουλίου.

Η κυρία Σακελλαροπούλου επισήμανε ότι η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε διαλυτικές τάσεις, σε μια δύσκολη συγκυρία επάλληλων κρίσεων: οικονομικών, υγειονομικών, πολιτισμικών και υποστήριξε ότι το βαθύτερο νόημα και μήνυμα της σημερινής εορταστικής ημέρας είναι «η επιστροφή, με νέους όρους και προοπτικές, στο εμπνευσμένο ευρωπαϊκό όραμα των πατέρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Συμβουλίου της Ευρώπης».

Αναφερόμενη στην πανδημία, τόνισε ότι τα δικαιώματά μας τελούν σε καθεστώς διακινδύνευσης και η Σύμβαση τίθεται ενώπιον νέων σταθμίσεων και διλημμάτων. «Η προφανής και εύλογη επιλογή των κρατών-μελών να προκρίνουν την προστασία της δημόσιας υγείας και την αξία της ζωής έναντι των ατομικών μας δικαιωμάτων δεν πρέπει να γίνει άλλοθι για την πλήρη αναίρεσή τους ή την έκπτωση στην ποιότητα της δημοκρατίας μας. Η μάχη κατά της πανδημίας δεν μπορεί να θέτει σε κίνδυνο τις κατακτήσεις της κοινωνίας μας, όπως η ισότητα των φύλων, η ελευθερία του αυτοπροσδιορισμού των γυναικών, η προστασία των μειονοτήτων», σημείωσε η Πρόεδρος.

Επιπροσθέτως, ανέφερε, ότι ο ρόλος της Σύμβασης στη διασφάλιση της ελευθερίας της πληροφόρησης και της έκφρασης είναι κρίσιμος, καθώς η μεθοδολογική διάκριση της νομολογίας του Δικαστηρίου ανάμεσα σε αξιολογικές κρίσεις και γεγονότα είναι ένα πολύτιμο εργαλείο κατά της παραπληροφόρησης και των fake news που πολλαπλασιάζονται στον καιρό της πανδημίας.

Όπως είπε «Η μάχη κατά του ιού προϋποθέτει έναν παράλληλο αγώνα για την επικράτηση της επιστημονικής αλήθειας έναντι των κάθε λογής αρνητών της. Η άρνηση ενός γεγονότος εν γένει δεν συνιστά ποινικό αδίκημα, ούτε το φρόνημα μπορεί να διώκεται. Όμως, ας μην ξεχνάμε ότι, εν προκειμένω, το κόστος της άρνησης είναι πολύ βαρύ, είναι η βλάβη του άλλου και η διακινδύνευση της δημόσιας υγείας».

Ειδική αναφορά έκανε και στις πρόσφατες επιθέσεις στο Παρίσι, τη Νίκαια και τη Βιέννη, υπογραμμίζοντας, ότι πλήττεται ο πυρήνας της ελευθερίας μας. Μάλιστα, επεσήμανε ότι «Δεν χωρά καμία ανοχή απέναντι σε οποιαδήποτε μορφή θρησκευτικού φανατισμού και μισαλλοδοξίας. Αυτές οι βάναυσες προσβολές εκφράζουν την αντίθεση στην ανοικτή κοινωνία της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας και περιφρονούν την ελευθερία της έκφρασης και τις ευρωπαϊκές και δυτικές αξίες.

Οι φρικτές δολοφονίες στο γαλλικό και το αυστριακό έδαφος είναι μια ευθεία και ασύμμετρη απειλή στον ίδιο τον τρόπο της ζωής μας και στα θεμέλια της πολιτικής μας συγκρότησης. Υπερβαίνουν τα γεγονότα αυτά τον ακαδημαϊκό ή τον πολιτικό διάλογο για τα όρια του πολιτικού φιλελευθερισμού ή της θρησκευτικής ελευθερίας και έκφρασης στη δημόσια σφαίρα και αγγίζουν την καρδιά της συμβίωσής μας και του αξιακού μας ιστού. Καταδεικνύουν, επίσης, ότι η συγκρουσιακή αυτή σχέση που διατηρούν μεμονωμένες και μειοψηφικές ομάδες με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, σε συγκεκριμένο κοινωνικό και ψυχικό υπόβαθρο, μπορεί να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις, να αμφισβητήσει καθολικά και να δυναμιτίσει την ίδια την ενότητα της κοινότητάς μας.

Ο φονταμενταλισμός γίνεται το κύριο όχημα της έκφρασης αυτού του καταστροφικού θυμού και του απύθμενου μίσους, που έχει για τα καλά ριζώσει τα τελευταία χρόνια σε μερικούς θύλακες της ευρωπαϊκής κοινωνίας».

Καταλήγοντας η Πρόεδρος της Δημοκρατίας επισήμανε ότι «το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Συμβόλαιο, αυτό που μας κρατά, ως θεμελιώδης συμφωνία κυβερνώντων και κυβερνωμένων, ενωμένους στις διαφορές μας, είναι σήμερα υπό αναθεώρηση» και τόνισε:

«Απέναντι στις φοβικές και τις πονηρές φωνές που μας καλούν να επιστρέψουμε στο εθνικό μας περιθώριο, διότι έτσι δήθεν θα αντιμετωπίσουμε τις ανισότητες και τις υστερήσεις που προκαλεί η άναρχη παγκοσμιοποίηση, η απάντηση είναι η περισσότερη και όχι η λιγότερη Ευρώπη, το ενισχυμένο και όχι το αποδυναμωμένο Κράτος Δικαίου, ο ηχηρός και παρών και όχι ο σιωπηλός και αδρανής ευρωπαϊκός δήμος. Αυτό, θεωρώ, είναι το βαθύτερο νόημα και μήνυμα της σημερινής εορταστικής ημέρας: η επιστροφή, με νέους όρους και προοπτικές, στο εμπνευσμένο ευρωπαϊκό όραμα των πατέρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Συμβουλίου της Ευρώπης»

 

Διαβάστε επίσης