Ο μίτος της ανάπτυξης

Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου

Δεν ξεπερνά τις 170 σελίδες το βιβλίο του Δημ. Σκάλκου, αλλά το περιεχόμενό του λέει πολλά. Κάποια από αυτά είναι αυτονόητα, για  οσους διαθέτουν φαιά ουσία. Για άλλους όχι. Δεν είναι δε και λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι τα λεφτά κρέμονται στα δένδρα και πως μπορεί να γίνει ομελέτα χωρίς αυγά.

Για να υπάρξει όμως σοβαρή ανάπτυξη, υποστηρίζει ο Δημ. Σκάλκος, το σημερινό παραγωγικό μοντέλο της χώρας δεν είναι προσφορο. Δεν ανταποκρίνεται στις μεγάλες αλλαγές του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας και της εκκολαπτόμενης τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης.

Όμως, στο πλαίσιο αυτό ο απαραίτητος μετασχηματισμός του εγχωριου παραγωγικού μοντέλου, δεν μπορεί σε καμμιά περίπτωση να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτείται έτσι μια αναπτυξιακή στρατηγική, η οποία θα απλωνεται στο χρόνο. «Μια στρατηγική, γράφει ο συγγραφέας, που αρχικά θα επικεντρωθεί στις κύριες αδυναμίες της οικονομίας, με την εφαρμογή στοχευμένων μεταρρυθμίσεων, η απόδοση των οποίων θα ενισχύσει το κρίσιμο πολιτικό κεφάλαιο (αυτό που έλλειψε στις προηγούμενες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες) ώστε αυτές να  συνεχιστούν με τη σειρά τους σε άλλα πεδία.

Είναι επισης…σημαντικό, επισημαίνει ο Δημ. Σκάλκος, να αντιληφθούμε πως η αναπτυξιακή πρόκληση είναι διαρκής. Δεν περιορίζεται μόνο . στην επιδίωξη άμεσων οικονομικών αποτελεσμάτων αλλά αφορά εξίσου τις επόμενες γενιές. Τόσο γιατί η διαγενεακή αλληλεγγύη αποτελεί ηθική μας υποχρέωση, όσο και διότι  η βιωσιμότητα της αναπτυξιακής προοπτικής επιβάλει στέρεες βάσεις.

Καμία όμως πρόταση οικονομικής πολιτικής για την αναπτυξιακή ανασυγκρότηση της χώρας δεν πρόκειται να αποδώσει στον επιθυμητό βαθμό αν δεν συνοδεύεται από τους κατάλληλους υποστηρικτικούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς. Θεσμούς που θα διασφαλίσουν την ευημερία των πολλών μέσω της ενδυνάμωσης των ικανοτήτων των ατόμων, της ενίσχυσης της κοινωνικής κινητικότητας και της δίκαιης ανταμοιβής των προσπαθειών τους, Άλλωστε μια προσεκτική μελέτη της οικονομικής ιστορίας καταδεικνύει την αντοχή στο χρόνο και την οικονομική αποτελεσματικότητα των ανοιχτών συμμετοχικών θεσμών έναντι εκείνων που στηρίζονται στους αποκλεισμούς και την ευνοιοκρατία.

Στο πλαίσιο αυτών των σκέψεων και θεωριών του για την οικονομία και την ανάπτυξή της, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί όλα τα εφόδια στα οποία έχει πρόσβαση για να αναπτύξει το κρίσιμο θέμα με το οποίο καταπιάνεται. Και αυτό το κάνει με μοναδική πολυμαθεια αλλά και με την εμπειρία που του έδωσε η πολύχρονη και γόνιμη ενασχόληση του με τις πολιτικές ανάπτυξης, ως στέλεχος του αρμόδιου υπουργείου, που τον έχει εξοπλίσει με τον απαραίτητο ρεαλισμό. «Η φιλοσοφική του συγκρότηση - ένας μαχητικός αλλά αφανάτιστος φιλελευθερισμός, σε συνεχή διάλογο με τις ιδέες και τις επεξεργασίες της μεταρρυθμιστικής κεντροαριστεράς- χαρίζει διαύγεια στις αναλύσεις και στις προτάσεις του», γράφει στον πρόλογο του  ο Μάνος Ματσαγγάνης. Για να προσθέσει επεξηγηματικά ότι ο Δημήτρης Σκάλκος γνωρίζει καλά τη διαφορά ανάμεσα στον συνεπή οικονομικό φιλελευθερισμό και στην άκριτη στήριξη των συμφερόντων των εργοδοτών. Δέχεται ετσι τη λιτότητα των Μνημονίων ως αναπόφευκτη, εκεί που είχαμε φτάσει, αλλά δυσπιστεί στις

«μαγικές ιδιότητες» της; έχει πλήρη συναίσθηση ότι από μόνη της δεν πρόκειται να φέρει την διατηρήσιμη ανάκαμψη που έχει στο στόχαστρό του. Προτείνει συνεπως τη μείωση της φορολογίας, αλλά χωρίς υπερβολές,

και χωρίς αυταπάτες ότι από μόνη της αρκεί για να εγγυηθεί την ανάκαμψη.  Ως καλός φιλελεύθερος απορρίπτει το «κράτος-δυνάστη», αλλά ως απροκατάληπτος άναλυτης αναγνωρίζει ότι το κράτος μπορεί να γίνει «καλός υπηρέτης», και αυτό επιζητεί. Πηγή έμπνευσής του δεν είναι η οικονομική ορθοδοξία. αλλά η θεωρητική και εμπειρική δουλειά οικονομολόγων όπως ο Dani Rodrik και ο Ricardo Hausmann, Αξίζει να υπογραμμιστεί το καίριο συμπέρασμά τους ότι τα περισσότερα ιστορικά επεισόδια «αναπτυξιακής απογείωσης» δεν συνδέονταν με εφ' όλης της ύλης διαρθρωτικές αλλαγες αλλά με την επιλεκτική εξουδετέρωση των «βαριδίων» που εμποδίζουν την ανάπτυξη.

Το πρόβλημα όμως με την Ελλάδα είναι ότι τα 45 τελευταία χρόνια, όσοι προσπάθησαν να εξουδετερώσουν τα βαρίδια αυτά, τελικά τα έφαγαν στο κεφάλι και δεν γνωρίζουμε αν έχουν ακόμα συνέλθει. Αυτή είναι εξάλλου και η μοναδική μας επιφύλαξη για το αύριο όσων νέων παραμένουν ακόμα στη χώρα.

 

Διαβάστε επίσης